Τούρκοι Αξιωματούχοι και ένας μικρός μοναδικός επιζών, όπως γράφει η σχετική λεξάντα, από χωριό 350 κατοίκων, στα Χανιά |
Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, παρά την ταπεινωτική
ήττα που έφερε στη χώρα μας, σήμανε την αρχή του τέλος για την τουρκική παρουσία
στην Κρήτη, η οποία ένα χρόνο μετά αποέκτησε την αυτονομία της. Φωτογραφικό
υλικό αυτής της περιόδου, με λήψεις απο την Κρήτη ή σχετιζόμενες με την Κρήτη
βρήκαμε στην ηλεκτρονική σελίδα της βιβλιοθήκης του Κογκρέσου στην Ουάσιγκτον,
όπου φυλάσσεται ένας πραγματικός φωτογραφικός θησαυρός όλων των ιστορικών
περιόδων από ολόκληρο τον κόσμο. Αυτές οι φωτογραφίες μας έδωσαν κι ένα καλό έναυσμα να θυμηθούμε ξανά τα γεγονότα εκείνης της εποχής που όπως θα δείτε παρακάτω παρουσιάζουν μεγάλες ομοιότητες με αυτό που ζούμε σήμερα, κι ας μην έχουμε συνθηκολόγηση μετά απο πόλεμο.
Μετά τη σφαγή, κατεστραμμένος δρόμος σε χριστιανική συνοικία των Χανίων |
Αφορμή για τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 υπήρξε
το λεγόμενο Κρητικό Ζήτημα.Η, υπό οθωμανική κατοχή, Κρήτη αντιμετώπιζε μια σειρά
προβλημάτων που σχετίζονταν με τον πόθο της για ανεξαρτησίας, αλλά και τη
διοίκηση της. Ο χριστιανοί Κρητικοί έφταναν τότε το 8ο% του πληθυσμού του
νησιού.
Τις εξελίξεις στο νησί παρακολουθούσαν από κοντά οι Μεγάλες Δυνάμεις, μιας και αυτές συναρτούνταν με το λεγόμενο «Ανατολικό
Ζήτημα». Η Σύμβαση της Χαλέπας, που είχε προηγηθεί, άφηνε πολλά άλυτα
προβλήματα, τα περισσότερα εσωτερικής διοίκησης , κυρίως, όμως, το ελλιπέστατο
εκλογικό σύστημα, όπως επεσήμανε τότε και ο νεαρός πολιτευόμενος Ελευθέριος
Βενιζέλος.
Το Ηράκλειο από το λιμάνι, 1897 |
Ήταν προφανές ότι η Πύλη με αυτό το εκλογικό σύστημα
επεδίωκε να ταπεινώσει τον κρητικό λαό εμπλέκοντας τον σε μια διαρκή εκλογική
διαμάχη που συντηρούσε και ιδεολογικά χαρακτηριστικά, μιας και χωριζόταν σε
φιλελεύθερους και συντηρητικούς.
Σε νέα φάση μπήκε το Κρητικό Ζήτημα το 1895 με την
τοποθέτηση στη διοίκηση του νησιού τού Καραθεοδωρή Πασά από τον Σουλτάνο. Την
τοποθέτηση αυτή χαιρέτισαν οι χριστιανοί της Κρήτης με ενθουσιασμό.
Ο Κάραθεοδωρής, ωστόσο, βρέθηκε μπροστά σε μιαν οικονομική παρακμή που οφειλόταν στις
σπατάλες του προηγούμενου, Μαχμούτ Πασά. Ο περιορισμός της σπατάλης έπρεπε να
αντιμετωπιστεί άμεσα με κατάργηση θέσεων και αργομισθιών, με μέτρα δηλαδή που
έπλητταν τους Τουρκοκρητικούς κατοίκους.
Λιμάνι Χανίων , διακρίνεται η βρετανική σημαία και το προξενείο |
Οι μεταρρυθμίσεις του Καραθεοδωρή εξόργισαν τους
Τουρκοκρητικούς, που βάλθηκαν να καταστήσουν αδύνατη τη διακυβέρνηση του
νησιού. Άρχισαν να δολοφονούνται χριστιανοί πρόκριτοι και να σημειώνονται κάθε
λίγο ταραχές.
Αντιμέτωπος με αυτή την κατάσταση, η οποία δεν
μπορούσε να τεθεί υπό έλεγχο, παραιτήθηκε τον επόμενο από τον διορισμό του
χρόνο, μιας και δεν μπορούσε να εφαρμόσει τις διοικητικές επί το πλείστον μεταρρυθμίσεις
που είχε προτείνει. Ακολούθησαν δυο απόπειρες τοποθέτησης ενός Οθωμανού κι ενός
χριστιανού καθ' υπόδειξη των Μεγάλων Δυνάμεων, δίχως αποτέλεσμα. Η κατάσταση
ήταν έκρυθμη και οι Κρητικοί είχαν ξεσηκωθεί ζητώντας φανερά την αυτονομία
τους.
Δρόμος των Χανίων και κάποιοι Τούρκοι ιδιοκτήτες |
Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Ιταλία και Αυστρία έστειλαν
από ένα πλοίο, προκειμένου να προστατέψουν τους υπηκόους τους. Με αυτή τη
λογική θέλησε να στείλει ένα δικό της πλοίο και η Ελλάδα, ωστόσο εμποδίστηκε
από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Παρά ταύτα, μέσω ιδιωτικής πρωτοβουλίας, η Κρήτη
λάμβανε βοήθεια από την Ελλάδα.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις, μετά από αυτές τις εξελίξεις, προσπάθησαν να πείσουν τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ να δώσει περισσότερα
προνόμια στην Κρήτη. Ο Σουλτάνος από τη μια δέχτηκε να είναι ο διοικητής του
νησιού πάντα χριστιανός και να διορίζεται με τη σύμφωνη γνώμη των Μεγάλων
Δυνάμεων, κι από την άλλη παρότρυνε τους ομόθρησκους του να προβαίνουν σε ολοένα
και προκλητικότερες ενέργειες.
Η άμαξα της Βασίλισσας μπροστά απο το χώρο συσσιτίου Κρητικών προσφύγων στην Αθήνα |
Στις 24 Ιανουαρίου 1897 οι μουσουλμάνοι προέβησαν σε
σφαγές χριστιανών στα Χανιά. Ο Δηληγιάννης, ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση και
υπό την πίεση των λαϊκών αντιδράσεων, αναγκάσθηκε να στείλει στρατιωτικές
δυνάμεις στην Κρήτη, γνωρίζοντας ότι αυτό θα αποτελούσε αιτία πολέμου για την
Υψηλή Πύλη.
Στολίσκος πολεμικών πλοίων κατευθύνθηκε στο νησί, υπό
τον βασιλόπαιδα Γεώργιο, ενώ ο συνταγματάρχης Τιμολέων Βάσσος με χίλιους άνδρες
αποβιβάσθηκε στον όρμο του Κολυμπαρίου, με εντολή να
καταλάβει την Κρήτη εν ονόματι του Βασιλιά Γεωργίου Α'.
Κυρίες των Αθηνών σε χώρο συσσιτίου Κρητικών προσφύγων |
Στις 7 Φεβρουαρίου είχε την πρώτη του επιτυχία, όταν
κατανίκησε τετραπλάσια δύναμη τουρκοκρητών και οθωμανικών δυνάμεων. Στρατιωτικά
αγήματα είχαν αποβιβάσει στο νησί και οι Μεγάλες Δυνάμεις, που απαγόρευσαν κάθε
περαιτέρω επιθετική ενέργεια στον Βάσσο και τους άνδρες του.
Με την παρουσία
ελληνικών δυνάμεων στην Κρήτη, ο Σουλτάνος δεν είχε άλλη δυνατότητα, παρά να
κηρύξει τον πόλεμο κατά της Ελλάδας. Το έπραξε στις 5 Απριλίου 1897.Οι ελληνικές ήττες του ανοργάνωτου στρατού μας ήταν
διαδοχικές σε αυτόν τον πόλεμο μέχρι που επενέβησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις.
Ορφανά Κρητικόπουλα, παιδιά θυμάτων του Σουλτάνου, Αθήνα 1897 |
Ο τσάρος Νικόλαος Β', συγγενής εκ μητρός του έλληνα
βασιλιά Γεωργίου Α', έπεισε τον Σουλτάνο να διατάξει κατάπαυση του πυρός. Οι
απώλειες για την ελληνική πλευρά ήταν 672 νεκροί, 2.383 τραυματίες και 252
αιχμάλωτοι και για την τουρκική 1.111 νεκροί, 3.238 τραυματίες και 15
αιχμάλωτοι.
Οι βασικότερες αιτίες για την εθνική ντροπή του 1897
ήταν η έλλειψη διορατικότητας από την πολιτική τάξη και το απαράσκευο του ελληνικού
στρατού. Η κυβέρνηση Δηλιγιάννη, για να αντιμετωπίσει το οικονομικό πρόβλημα
της χώρας, είχε περικόψει τις στρατιωτικές δαπάνες, ενώ ο κομματισμός βασίλευε
στο στρατό, με την προαγωγή στις ανώτερες θέσεις ανίκανων αξιωματικών.
Συσσίτιο στην Αθήνα για Κρητικόπουλα, 1897 |
Ο στρατηγός και μετέπειτα δικτάτωρ Θεόδωρος Πάγκαλος
χαρακτηρίζει στα Απομνημονεύματά του «ένοπλο συρφετό» το ελληνικό εκστρατευτικό
σώμα της εποχής.Το οριστικό τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου
γράφτηκε στις 22 Νοεμβρίου 1897 στην Κωνσταντινούπολη, με καταρρακωμένο το
γόητρο της χώρας και την υπερηφάνεια των Ελλήνων.
Ο Δηληγιάννης είχε
παραιτηθεί υπό το βάρος της ήττας και τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης υπέγραψε
ο Αλέξανδρος Ζαΐμης. Με τη συμφωνία, που επεξεργάστηκαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, οι
εδαφικές απώλειες για την Ελλάδα ήταν μικρές, αφού επανέκτησε τη Θεσσαλία, την
οποία είχε χάσει στο πεδίο της μάχης.
Ναύτες από γερμανικό πολεμικό πλοίο στον κόλπο της Σούδας, 1897 |
Όμως, η Ελλάδα των τόσων οικονομικών προβλημάτων και
του τρικούπειου «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» υποχρεώθηκε να καταβάλει μια υπέρογκη
αποζημίωση στην Τουρκία (4.000.000 τουρκικές λίρες), ως πολεμική επανόρθωση.
Αναγκάσθηκε να λάβει ένα ακόμη δάνειο και προκειμένου να ξεπληρώσει το
δυσβάστακτο χρέος της τέθηκε υπό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο.
Αυτό είχε ως
συνέπεια να εκχωρήσει πηγές των δημοσίων εσόδων στους πιστωτές της και να
δημιουργηθούν έτσι τα περίφημα μονοπώλια στο τσιγαρόχαρτο, το αλάτι, το πετρέλαιο,
τον καπνό, τα σπίρτα και τα τραπουλόχαρτα, που θα διατηρηθούν μέχρι την είσοδο
της χώρας μας στην ΕΟΚ το 1981.
Το θετικό για τις εθνικές διεκδικήσεις ήταν η
αποχώρηση των Οθωμανών από την Κρήτη, η οποία απέκτησε την αυτονομία της
(1898), πρώτο στάδιο για την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα (1913).
Ερείπια ελληνικού σχολείου στα Χανιά, 1897 |