(Φωτο: Μανώλης Αφραθιανάκης) |
Η επιτυχία μιας σχολικής εκδρομής κρίνεται εκ του
αποτελέσματος και με βάση τα όσα καινούργια πράγματα και γνώσεις, με τρόπο ευχάριστο και βιωματικό, περνά στους μαθητές.
Με αυτό το κριτήριο η πρώτη εκδρομή των Μυθοκρουσμένων, της περιβαλλοντικής δηλαδή ομάδας του Εσπερινού Γυμνασίου Ηρακλείου, για τη φετινή χρονιά ήταν κάτι
παραπάνω από επιτυχημένη.
Χαρούμενα
πρόσωπα, συμμετοχή όλων στις δράσεις που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της και
επαναλαμβανόμενες φράσεις όπως: "Ηταν η πιο ωραια εμπειρία στη ζωή
μου" και "Δεν έχω περάσει ποτέ ξανά τόσο όμορφα", συνθέτουν το
σκηνικό μιας εκδρομής που συνδύασε επίσκεψη σε παλιά πατητήρια, μιτάτα, σπήλαιο
αλλά και στο Σπίτι του Βοσκού, όπου οι μαθητές μυήθηκαν στη ζωή των παραδοσιακών
κτηνοτρόφων της περιοχής του Μυλοποτάμου.
Συνοδοιπόροι τους σε αυτό το ταξίδι οι καθηγητές τους Μανώλης Αφραθιανάκης, Ελένη Μπεζιρτζόγλου, η σχολική σύμβουλος Ελένη Πουλά ενώ την γενική καθοδήγηση της ομάδας είχε ο καθηγητής γεωλογίας, συγγραφέας και ερευνητής Στέλιος Μανωλιούδης, που τυγχάνει να κατάγεται από τη συγκεκριμένη περιοχή.
Διακρίνεται στο βάθος ο τραφιασμένος περίβολος του Καμπούρη. (Φωτο: Μανώλης Αφραθιανάκης) |
Κάλυβος και Κράνα ήταν οι δύο περιοχές του
Μυλοποτάμου όπου πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις. Στην Κάλυβο αρχικά είδαν τον
τραφιασμένο περίβολο του Καμπούρη, ενός ανθρώπου που απέκτησε το παρατσούκλι
Καμπούρης από την παραμόρφωση που υπέστη στο σώμα του από τις πολλές πέτρες που
είχε κουβαλήσει για να φτιάξει την περίφραξη για τα ζώα του.
Γενικότερα στην
περιοχή αυτή ,οι τράφοι που έφτιαχναν οι
παλιοί βοσκοί και οι αγρότες είναι πάμπολλοι καθώς με αυτό τον τρόπο περιόριζαν
τα ζώα τους σε ένα χώρο και προστάτευαν την αμπελοκαλλιέργεια τους.
Από το σημείο αυτό βρίσκεται, σε μικρή απόσταση, ένας
εντελώς κατεστραμμένος ρωμαϊκός οικισμός, την ύπαρξη του οποίου εύκολα μπορεί
να εικάσει κανείς αν δει το πλήθος των πελεκημένων λίθων και τα διασκορπισμένα
πήλινα θραύσματα πέριξ αυτού. Μεταξύ άλλων στο χώρο είχαν βρεθεί, κατά το
παρελθόν, τμήματα ερυθρόμορφων αγγείων αλλά και γυάλινα.
Οι χοχλιδοσυλλέκτες δεν έχουν αφήσει ούτε μία πέτρα χωρίς να τη σηκώσουν |
Εδώ, δυστυχώς, η
αναζήτηση χοχλιών δεν έχει αφήσει πέτρα πάνω στην πέτρα, μη λογαριάζοντας την ιστορία του. Οι ντόπιοι θυμούνται, πριν από 15-20 χρόνια, σε πέτρινα σπιτάκια εκεί τριγύρω, τα
οποία σήμερα έχουν γίνει κι αυτά σωροί από πέτρες, να ζει κόσμος, χωρίς ρεύμα
και ανέσεις, προκειμένου να καλλιεργεί τη γη του και να επιβιώνει όπως κι όπως.
Απέναντι από το λόφο Κοπίδα, όπου υπήρχε το μοναδικό ιερό κορυφής του Μυλοποτάμου και του οποίου το κανονικό όνομα παραπέμπει σε τμήμα ανδρικών γεννητικών οργάνων γι αυτό και σπάνια
χρησιμοποιείται, δεσποζει το μιτάτο του Μπαντουρογιάννη, ένα από τα
μεγαλύτερα της περιοχής.
Παρότι πλέον εγκαταλελειμμένο και αφημένο στην τύχη
του αποτελεί κλασικό δείγμα της τοπικής αρχιτεκτονικής, με το στρογγυλό σχήμα
του, την ύπαρξη αλωνιού στον εξωτερικό του χώρο αλλά και του τυροκελιού, μικρότερου κτίσματος όπου ωρίμαζαν τα τυριά.
Επόμενος σταθμός το σπήλαιο Τσουπά. Πρόκειται για
ένα μικρού μεγέθους σπήλαιο με δύο αίθουσες, η πρώτη εκ των οποίων
χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα από βοσκούς της περιοχής για την ωρίμανση των
τυριών τους.
Η δεύτερη αίθουσα, παρά το μικρό της μέγεθος, έχει πλούσιο διάκοσμο,
αν και λαβωμένο από τους επισκέπτες που σπάνε τμήματα του.
Το σπήλαιο αυτό
συνδέεται με μύθους και θρύλους των ντόπιων κατοίκων για ύπαρξη νεράιδων,
ξωτικών και δαιμόνων, γεγονός που το κάνει ονειρικό.
Μάλιστα με αφετηρία στο σπήλαιο και τα υπάρχοντα σε
κοντινή απόσταση παλιά πατητήρια, που χρονολογούνται πιθανότατα από τη ρωμαϊκή περίοδο,
ετοιμάζονται πεζοπορικά μονοπάτια τα οποία θα δώσουν άλλη αξία στην περιοχή
δείχνοντας στους επισκέπτες της μια διαφορετική όψη της άγριας ομορφιάς της
ορεινής Κρήτης.
(Φωτό: Στέλιος Μανωλιούδης) |
Λίγες εκατοντάδες μέτρα μακριά από το σπήλαιο, το
οποίο αξίζει ν αναφέρουμε πως βρίσκεται δίπλα στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, η οποία έχει διαμορφωθεί κατάλληλα και χρησιμοποιείται για Μυστήρια τους
καλοκαιρινούς μήνες, υπάρχουν διάσπαρτα πέτρινα πατητήρια (δείτε εδώ)
(Φωτό Στέλιος Μανωλιούδης) |
Πρόκειται για κατασκευές, με κλειστούς και ανοικτούς
χώρους, που κατά το παρελθόν χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή κρασιού με πρώτη
ύλη τα σταφύλια των αμπελιών της περιοχής, που δυστυχώς σήμερα έχουν
εξαφανιστεί.
Απομένουν μόνο οι πέτρινες περιφράξεις τους για να θυμίζουν πως
κάποτε οι άνθρωποι αξιοποιούσαν ακόμα και τις μικρότερες εκτάσεις για να
καλλιεργήσουν και να ζήσουν σε συνθήκες αυτάρκειας.
Κοντά στα αμπέλια και στα πατητήρια και ένα πέτρινο
πιεστήριο, λαξευμένο σε βράχο, όπου μετά από έκθλιψη λιαστών σταφυλιών παρήγαγαν
γλυκό κρασί.
Διακρίνονται στο ίδιο σημείο και οι εσοχές από τις πέτρινες
κατασκευές, όπου έμπηγαν ξύλα και σε αυτά τοποθετούσαν κάθετα καλάμια, τα οποία
με τη σειρά τους χρησιμοποιούνταν για το άπλωμα των σταφυλιών που ήθελαν να
λιάσουν.
Επόμενος σταθμός το Σπίτι του Βοσκού στην Κράνα.
Εκεί, σε υψόμετρο 848 μέτρων, η οικογένεια του παπά Ανδρέα Κόκκινου έχει
δημιουργήσει μια πρότυπη μονάδα βασισμένη στην παράδοση του τόπου, όπου ασκεί
την κτηνοτροφική της δραστηριότητα, δίνοντας όμως παράλληλα τη δυνατότητα και για
επισκέψεις τουριστών, σχολείων και άλλων ομάδων που θέλουν να μυηθούν στη ζωή
του μυλοποταμίτη κτηνοτρόφου, ή να περιηγηθούν στην περιοχή.
Εκεί οι μαθητές είδαν πως αρμέγουν τις κατσίκες και
συμμετείχαν κι εκείνοι στο άρμεγμα τους ενώ στη συνέχεια βοήθησαν στην
τυροκόμηση, παράγοντας φρέσκο τυρί, το οποίο στη συνέχεια κατανάλωσαν.
Η
τυροκόμηση έγινε με τον πατροπαράδοτο τρόπο με χρήση αγαστέρας και ξυδιού.
Δίπλα ακριβώς γνώρισαν το χώρο όπου φυλάσσονται τα τυριά για ωρίμανση βλέποντας
από κοντά κάθε είδους και μεγέθους ξύλινα τουπιά τυριού αλλά και αναδευτήρες
για τυροκόμηση.
Νωρίτερα είχαν την ευκαιρία να ταΐσουν, με αυτοσχέδιο
μπιμπερό, τον Ιλαρίωνα και τη Φαίδρα, τα δύο μικρά κατσικάκια-μασκότ του
μιτάτου και να δουν το χώρο όπου ψήνονταν το αντικριστό, με τον ξυλόφουρνο
και το ρακοκάζανο. Μάλιστα το τελευταίο ήταν ήδη σε λειτουργία και έγινε μια καλή αφορμή για να
δοκιμάσουν όλοι οι ενήλικες ζεστή ρακή.
Φυσικά η ξενάγηση από τον παπά Ανδρέα ολοκληρώθηκε
με φαγοπότι, με αντικριστό κι άλλα παραδοσιακά μεζεδάκια, ζυμωτό ψωμί και κρασί, όλα παραγωγής της οικογένειας του.
(Φωτο Μανώλης Αφραθιανάκης) |