Η ζωγραφική πάνω σε αγγεία, οι τοιχογραφίες, τα ψηφιδωτά, οι ανάγλυφες παραστάσεις αλλά και κάθε είδους κατάλοιπα που εντοπίζονται σε ανασκαφές, όπως σπόροι, καρποί, ιζήματα, φύλλα, απολιθώματα και κόκαλα ζώων, μαρτυρούν τι έτρωγαν οι αρχαίοι.
Οι τροφές τους ήταν κυρίως φυτικές ενώ όσο πιο ζεστό ήταν το κλίμα τόσο λιγότερο κρέας έτρωγαν.
Κορυφαία στο διαιτολόγιο τους ήταν τα δημητριακά, τα οποία αποτελούσαν και βασική εμπορεύσιμη ύλη. Το σιτάρι για παράδειγμα το μαγείρευαν με διάφορους τρόπους. Ξέρουμε πως το περνούσαν από το γουδί, το έβραζαν στο νερό και το σέρβιραν με γάλα ή ακόμα χωρίς να το περάσουν το γουδί.
Μια συνταγή που προέρχεται από τη Χίο αναφέρει πως το έβαζαν στο νερό για δέκα μέρες, αλλάζοντας το νερό συχνά, μετά το έλιωναν , πετούσαν τις φλούδες του και ότι απέμενε το ξέραιναν στον ήλιο. Με το υλικό αυτό έφτιαχναν ψωμί και άλλα παρασκευάσματα (Αριστοφάνη, Αχαρνείς).
Όταν έκαναν το σιτάρι αλεύρι, περνώντας το από μύλο, μετά το κοσκίνιζαν. Ο Πλίνιος αναφέρει πως η τέχνη του ψωμά άρχισε να ξεχωρίζει από εκείνη του μάγειρα γύρω στο 171 π. Χ.
Οι πρόγονοι μας όμως είχαν αδυναμία και στις ρίζες: γουλιά, καρότα, ράφανο, σε πολλές διαφορετικές ποικιλίες, δεν έλειπαν από το τραπέζι τους.
Οι φτωχότεροι έτρωγαν πολλά κρεμμύδια. Τα έβραζαν και τα φύλαγαν σε ξύδι. Το σκόρδο ήταν ακριβότερο από το κρεμμύδι και επειδή ήταν πολύ θρεπτικό αποτελούσε τροφή για τους κωπηλάτες.
Διαδεδομένα είδη ήταν επίσης τα βραστά κουκιά ή το αλεύρι από κουκιά,οι φακές, τα λούπινα και τα φασόλια. Η ελιά και το λάδι κατείχαν εξέχουσα θέση στο διαιτολόγιο των αρχαίων και συνόδευαν πολλά φαγητά τους.
Φυσικά δεν έλειπαν από το τραπέζι τους ούτε τα χόρτα, όπως το σέλινο, η τσουκνίδα, το κάρδαμο και το κινάρι, που ήταν πρόγονος της σημερινής αγκινάρας.
Σε ότι αφορά τώρα στα φρούτα αξίζει ν αναφέρουμε πως οι αρχαίοι έτρωγαν όχι μόνο άγρια αλλά και καλλιεργημένα καθώς ήξεραν την τέχνη του μπολιάσματος. Υπήρχαν λοιπόν τουλάχιστον 40 διαφορετικά είδη σύκου, 32 είδη μήλων και 6 αχλαδιών. Ακόμα επέλεγαν δαμάσκηνα, λεμόνια, πορτοκάλια, κυδώνια, σταφύλια, τα οποία μάλιστα έτρωγαν με πολλούς τρόπους (φρέσκα, ξερά, ως κρασί, το μούστο τους βρασμένο για γλυκά κτλ).Το διαιτολόγιο τους είχε ακόμα χαρούπια, τζίτζιφα και ξηρούς καρπούς.
Από ζωικές τροφές οι αρχαίοι έτρωγαν κυρίως, θαλασσινά: ψάρια, όστρακα διαφόρων ειδών, γαρίδες, χταπόδια κ.α Μάλιστα ορισμένα εξ αυτών τα έκαναν παστά για να τα διατηρούν περισσότερο καιρό.
Το κυνήγι αποτελούσε καλή τροφή με τους αρχαίους. Στην Κρήτη, ειδικότερα έβαζαν στο στόχαστρο τους λαγούς, αγριοκούνελα, αίγαγρους, ελάφια, αγριογούρουνα άγρια βοοειδή ακόμα και ασβούς. Επίσης σε άλλες περιοχές της χώρας μας έτρωγαν κότες. Γνωστά είδη κότας ήταν της Ρόδου, της Χαλκίδας, της Τανάγρας.
Μην σας φανεί περίεργο αλλά έτρωγαν και γαϊδούρια, όταν δεν μπορούσαν πια να δουλέψουν με αυτά, και μάλιστα στην Αθήνα υπήρχε ειδική αγορά για τα συγκεκκριμένα ζώα.Το κρέας γενικότερα το έτρωγαν βραστό για να παίρνουν και το ζουμί του.
Τα αυγά για να τα κρατούν φρέσκα τα φύλαγαν μέσα σε αλεύρι από κουκιά ενώ το καλοκαίρι μέσα σε πίτουρα, αφού πριν τα τοποθετούσαν για λίγο σε άρμη. Όταν ταξίδευαν και ήθελαν να πάρουν μαζί τους αυγά προηγουμένως τα έβαζαν για αρκετή ώρα σε βραστή άρμη ώστε να σκληρύνουν. Εννοείται πως έπιναν γάλα και έφτιαχναν από αυτό τυρί. Για τα γλυκά τους πέρα από το βραστό μούστο χρησιμοποιούσαν πολύ το μέλι.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός του ότι μέχρι την κλασική εποχή η μαγειρική ήταν δουλειά των αντρών και μάλιστα των ελεύθερων. Από την ελληνιστική περίοδο και μετά βλέπουμε μια σημαντική αλλαγή σε αυτόν τον τομέα. Μάγειρας γίνεται ο δούλος που έχει κάνει ειδική μαθητεία γι αυτό το σκοπό. Μάλιστα οι καλοί δούλοι μάγειρες κόστιζαν ακριβά και είχαν ξεχωριστή θέση μέσα στο σπίτι, όπως μαρτυρά ο Μένανδρος.
(Με πληροφορίες από το περιοδικό Αρχαιολογία, τεύχος 2)