Σημείο αναφοράς για τον Κάλυβο Μυλοποτάμου αποτελεί το
σπήλαιο του Τσουπά ή Ατσουπά, ένα σπήλαιο που, όπως μαρτυρά και το όνομα του,
είναι συνδεδεμένο με μύθους και θρύλους που θέλουν να κατοικούν σε αυτό
νεράιδες και δαιμόνια.
Το μέγεθος του δεν είναι μεγάλο ωστόσο η σημασία του για την
περιοχή είναι ανεκτίμητη γι αυτό και γίνονται προσπάθειες, τα τελευταία χρόνια,
για την ανάδειξη του σε συνδυασμό με τα αρχαία πατητήρια που υπάρχουν διάσπαρτα έξω από την Κάλυβο.
Το σπήλαιο του Ατσουπά βρίσκεται περίπου 2 χιλιόμετρα
νοτιοδυτικά της Καλύβου, σε υψόμετρο 810 μέτρων. Η είσοδος του είναι αρκετά
μεγάλη για να επιτρέπει την είσοδο του φυσικού φωτός, στην πρώτη από τις δύο
αίθουσες που διαθέτει.
Το πρώτο πράγμα που αντικρίζει κανείς μπαίνοντας στο
εσωτερικό του σπηλαίου είναι τα ξύλινα πλαίσια με τα μεταλλικό πλέγμα που έχουν
τοποθετήσει οι βοσκοί προκειμένου να βάζουν μέσα τα τυριά τους, που με τη φυσική
υγρασία του χώρου ωριμάζουν.
Παλαιότερα υπήρχε αριστερά της εισόδου και αυτοσχέδια
παραστιά όπου έκαναν και τυροκόμιση.
Η πρώτη αίθουσα έχει μήκος περίπου 40 μέτρα και είναι αρκετά
εύκολο το να κινηθεί κάποιος στο εσωτερικό της. Δε διαθέτει τον τυπικό διάκοσμο
των σπηλαίων ωστόσο το σκηνικό αλλάζει μόλις βρεθεί κανείς στη δεύτερη αίθουσα.
Εκεί υπάρχουν όμορφοι σταλαγμιτικοί σχηματισμοί και λιθωματικός διάκοσμος που,
δυστυχώς, δεν έχει γλυτώσει από το ανθρώπινο πέρασμα, καθώς φέρει εμφανή
σημάδια φθοράς και κοπής.
Στο κέντρο της δεύτερης αυτής αίθουσας διακρίνεται βράχος με
ίχνη σμίλευσης που καθιστούν σχεδόν τριγωνικές κάποιες επιφάνειες του και που
όλα μαρτυρούν ότι έγιναν πολλούς αιώνες πριν.
Σύμφωνα με τον Ελευθέριο Πλατάκη το όνομα του το σπήλαιο του
Ατσουπά το πήρε από θρύλους και παραδόσεις που ήθελαν εκεί να κατοικούν
παράξενα πλάσματα.
Στο λεξικό του Αντωνίου Ξανθινάκη η λέξη ατσουπάς ή
ατσουρπάς σημαίνει κακό πνεύμα, δαιμονική μορφή. Δεν αποκλείεται μάλιστα αυτή η
λέξη να έχει ρίζες στο τουρκικό acip
ή acipe, που σημαίνει
παράδοξος.
Οι παλιοί κάτοικοι της Καλύβου πάντως έλεγαν πως το σπήλαιο
ήταν κατοικία δαιμόνων, ξωτικών και νεράιδων. Δεν ξέρουμε βέβαια αν πραγματικά
πίστευαν κάτι τέτοιο ή το έλεγαν για να φοβερίζουν τα μικρά παιδιά.
Φανερά τα ίχνη τριγωνικής σμίλευσης πάνω στο βράχο |
Ο καθηγητής γεωλογίας, συγγραφέας και ερευνητής Στέλιος
Μανωλιούδης κατά την επίσκεψη της περιβαλλοντικής ομάδας του Εσπερινού
Γυμνασίου Ηρακλείου στο σπήλαιο, ως καταγόμενος από αυτή την περιοχή, είχε δύο
ιστορίες να διηγηθεί:
Ο Κυριάκος Κοϊνάκης , που τον φώναζαν Κυριαπατό , πολύ παλιά, είχε κλέψει ένα μικρό κοπάδι από
πρόβατα. Τα πήγε στον Ατσουπά κι εκεί έσφαξε δύο, τα πέρασε στη σούβλα και
άρχισε να τα ψήνει.
Τότε έκαναν την εμφάνιση τους τα νεραϊδάκια φωνάζοντας του
«Κυριαπατέ Κυριαπατέ θα μας δώσεις ένα ψιχάλι;» Τους δίνει λίγο και ζητούν κι
άλλο. Σιγά σιγά του τρώνε το πρώτο και συνεχίζουν να ζητάνε κι άλλο, κι άλλο.
Κάποια στιγμή εκείνος θυμώνει με τις απαιτήσεις τους και με το που τον
πλησιάζει ένα νεραϊδάκι για να πάρει κρέας, του καρφώνει τη σούβλα στο λαιμό. Ταράσσονται τα υπόλοιπα
και αρχίζουν να τον κυνηγούν με άγριες διαθέσεις. Ίσα που κατάφερε να φτάσει
στο χωριό και να διηγηθεί το πάθημα του.
Η δεύτερη ιστορία αφορά ένα ζωοκλέφτη από την Κάλυβο, που
έκλεψε ένα βόδι από τον Άι Γιάννη και το έκρυψε στο βάθος του σπηλαίου.
Ο ιδιοκτήτης
του ζώου άρχισε να το αναζητά παντού και κάποια στιγμή έφθασε και στον Ατσουπά.
Το ζώο αναγνώρισε τη φωνή του αφεντικού του και άρχισε να μουγκρίζει, εκείνος
όμως δεν περίμενε πως θα το έβρισκε εκεί μέσα και τρόμαξε από το μουγκρητό, το
οποίο θεώρησε πως προέρχονταν από ξωτικά… κι όπου φύγει φύγει.
Επίσης οι παλιοί Καλυβιώτες περιέγραφαν την ύπαρξη
εικονισμάτων μέσα στο σπήλαιο που οι νεώτεροι δεν έφτασαν να δουν. Ακολουθώντας
όμως την προφορική παράδοση θεώρησαν πως σωστό ήταν να χτίσουν ένα ναό δίπλα
από το σπήλαιο θεωρώντας τον ιερό χώρο.
Αρχικά ήθελαν να φτιάξουν ένα ναό και
να τον αφιερώσουν στον Άγιο Αντώνιο .Όμως επειδή η γιορτή του ήταν το χειμώνα,
που με τα χιόνια δεν θα μπορούσαν να προσεγγίσουν τον τόπο για να τον τιμήσουν,
τελικά αφιέρωσαν την εκκλησία, που έχτισαν αλβανοί πετράδες, στους Αγίους
Αποστόλους.