Όποια νοικοκυρά σήμερα δεν φτιάξει τηγανίτες θα της τρυπήσει το τηγάνι, αυτό προστάζει το έθιμο που συνοδεύει τη γιορτή του Αγίου Ανδρέα του επονομαζόμενου μάλιστα και Τρυποτηγανά.
Πώς προέκυψε όμως το έθιμο αυτό; Καταρχήν διανύουμε περίοδο νηστείας αλλά και έναρξης της περιόδου συγκομιδής της ελιάς και παραγωγής του πρώτου λαδιού της χρονιάς, έτσι δεν ήταν δύσκολο να συνδυαστεί η γιορτή, αφενός με ένα νηστίσιμο παρασκεύασμα κι αφετέρου με ένα γλύκισμα το οποίο θα περιείχε λάδι για να τιμηθεί το ευλογημένο προϊόν που μπήκε σε κάθε νοικοκυριό.
Στο βιβλίο του «Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη» ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Νίκος Ψιλάκης γράφει χαρακτηριστικά: «….Στα τέλη του μήνα, όμως, έπρεπε να έχουν αλεστεί οι πρώτες ελιές και να έχει φτάσει στο κάθε σπιτικό το καινούριο λάδι. Το τηγάνισμα κατά την ημέρα της γιορτής του Αγίου Ανδρέα (ή την παραμονή) έπρεπε να γίνει με λάδι από την καινούρια σοδειά. Η χρησιμοποίηση του καινούριου ελαιολάδου ενσωμάτωνε μια ιδιαίτερη τελετουργία. Συχνά έχυναν το λάδι στο τηγάνι σταυρωτά λέγοντας μιαν ευχή, όπως «καλοκατάλυτο» ή «και του χρόνου». Πιθανότατα πρόκειται για απήχηση των απαρχών, της συνήθειας να μοιράζονται οι πρώτοι καρποί της σοδειάς ή να προσφέρονται στους θεούς».
Θρησκευτική εξήγηση
Για αυτό και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τηρώντας την παράδοση αιώνων, κάθε χρόνο τέτοια μέρα προσφέρει λουκουμάδες με μέλι σε όλους τους παρευρισκόμενους στην πρωινή λειτουργία του.
Αρχαίο παρασκεύασμα οι τηγανίτες
Οι τηγανίτες, στην αρχαιότητα, παρασκευάζονταν με αλεύρι σίτου, ελαιόλαδο, μέλι και πηγμένο γάλα και σερβίρονταν για πρωινό. Ένα άλλο είδος τηγανίτας ήταν ο σταιτίτης, που προερχόταν από τη λέξη σταίτινος από το σταῖς, ζυμάρι από αλεύρι ποικιλίας σιταριού.Ο Αθηναίος αναφέρει στους Δειπνοσοφιστές του ότι ο staititas σερβίρονταν με μέλι, σουσάμι και τυρί.
Έθιμα λατρείας του Αγίου σε όλη τη χώρα
Οι χωρικοί του βουνού και του κάμπου φοβούνται τον μήνα Νοέμβριο, γι’ αυτό και του δίνουν το όνομα του Αγίου Ανδρέα. Ο λαός στην Πελοπόννησο και την Ήπειρο ονόμασε τον μήνα Νοέμβριο «Αϊντριά». Στην Κοζάνη, την Θεσσαλία, την Θράκη και τη Σινώπη του Πόντου, ο Νοέμβριος ονομάζεται «Αντριάς».
Γενικότερα οι γεωργικοί πληθυσμοί της Ελλάδος, πίστευαν ότι ο Πρωτόκλητος Ανδρέας «αντριεύει», δηλαδή μεγαλώνει τα σπαρτά. Στη Ρούμελη, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα, θεωρούσαν τη γιορτή του Αγίου Ανδρέα γεωργική και τα έθιμα της ημέρας ήταν ακραιφνώς γεωργικά.
Για να μεγαλώσουν τα σπαρτά και να αυξηθεί η καρποφορία και η σοδειά τους, οι γεωργοί την ημέρα της γιορτής του αγίου έβραζαν σιτάρι στο οποίο πρόσθεταν ζάχαρη, σταφίδες, καρύδια και τα πήγαιναν στην εκκλησία να ευλογηθούν. Κατόπιν, τα έφερναν στο σπίτι, όπου τα έτρωγαν τα μέλη της οικογένειας ή τα μοίραζαν σε γείτονες και φίλους.
Ανήμερα της γιορτής έβραζαν πολυσπόρια στην Ήπειρο, την Ακαρνανία, την Θεσσαλία και την Θράκη. Στις περιοχές αυτές έβραζαν σιτάρι στο οποίο πρόσθεταν ζάχαρη, σταφίδες και ξηρούς καρπούς, πανηγυρικά κόλλυβα, που τα μοίραζαν στον κόσμο. Τα έθιμα αυτά δείχνουν μαγικό-παραγωγικές ενέργειες της εποχής, που τελειώνει η σπορά και αναμένεται η βλάστηση.
Στη Δαμασκηνιά Κοζάνης, παλιό Βεδυλούστιον, το πρωί εκκλησιάζονται. Το βράδυ σε κάθε αγροτόσπιτο, η νοικοκυρά έφτιαχνε λαλαγγίτες. Από το ζυμάρι τους σταύρωναν το αμπάρι στο κατώγι του σπιτιού για να υπάρχει πάντοτε επάρκεια αγαθών. Παράλληλα με τις λαλαγγίτες, έβραζαν σε μία γωνιά του τζακιού πολυσπόρια, μέσα σ’ ένα τσουκάλι.
Η πιο ηλικιωμένη γυναίκα του σπιτιού έπαιρνε ένα πιάτο με βρασμένα πολυσπόρια και έβγαινε στην αυλή, όπου έριχνε απ’ αυτά με το χέρι της τρεις φορές –όσα και τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος– προς τον ουρανό, λέγοντας: «Τόσο ψηλά να γίνουν τα γεννήματα». Ύστερα έτρωγαν τα πολυσπόρια, ανταλλάσσοντας ευχές μεταξύ τους.
Τις λαλαγγίτες τις έφτιαχναν για να αντριωθούν πρωτίστως οι άντρες και τα άλλα μέλη της οικογένειας. Την επόμενη ημέρα, που είναι πρωτομηνιά, ξυπνούσαν νωρίς και έδιναν και στα ζώα του σπιτιού λαλαγγίτες για να αντριωθούν και αυτά.
Στα Άγραφα πήγαιναν άβραστα τα πολυσπόρια στην εκκλησία, όπου τα τοποθετούσαν μπροστά στην Ωραία Πύλη για να τα ευλογήσει ο ιερέας. Στη Λυκόρραχη Κόνιτσας, παλιό Λούψικο, έριχναν πολυσπόρια στους κήπους για την καλή παραγωγή. Στην Αιανή Κοζάνης, το βρασμένο σιτάρι το πετούσε μετά τη λειτουργία ο παπάς στα κεραμίδια. Στο Επταχώρι, παλιότερα Βουρβουτσικό, Καστοριάς έβραζαν σπορίδια, για να γίνουν τα «μπερεκέτια».
Πριν βγάλουν τα σπορίδια από τη φωτιά, πετούσαν τρεις κουταλιές απ’ αυτά πάνω στο σπίτι για να αντριωθούν τα σπαρτά. Στον Τύρναβο οι γεωργοί άναβαν το βράδυ της παραμονής της γιορτής, στην αυλή του σπιτιού ή στον αχερώνα, ανάμεσα στα αγροτικά τους εργαλεία, το αλέτρι και τα άλλα, μία ψηλή λαμπάδα στην χάρη του Αγίου Ανδρέα και εύχονταν να αντριώσουν τα σπαρτά και να γίνουν τόσο ψηλά, όσο η λαμπάδα. Στη Μαγούλα Ελασσόνας οι οικογένειες των γεωργών έβραζαν την «παχίδα», δηλαδή κοπανισμένο σιτάρι.
Σε πολλά μέρη της Ελλάδος πετούσαν πολυσπόρια στα χωράφια τους, για να έχουν καλή σοδειά. Στα Φάρασα της Καππαδοκίας έκαναν κουρμπάνι (αιματηρή θυσία), σφάζοντας κοκορόπουλα στη μνήμη του Αγίου Ανδρέα, του Ε Ντρε, όπως τον έλεγαν, σ’ ένα ερειπωμένο ναΰδριο που βρισκόταν έξω από το χωριό.
Χαρακτήρα αναλογικής μαγείας έχει η συνήθεια της γηραιότερης γυναίκας του σπιτιού, που πετούσε προς τον ουρανό τρεις κουταλιές πολυσπόρια, ευχόμενη να γίνουν τόσο ψηλά τα γεννήματα, αλλά και η πεποίθηση ότι το βρασμένο σιτάρι, του οποίου ο όγκος αυξάνεται με το βράσιμο, θα βοηθήσει τα σπαρτά να ξεφυτρώσουν γρήγορα μέσα από τη γη.
Σχέση με αρχαίες γιορτές
Η ονομασία της γιορτής προέρχεται από την λέξη πύαμος (= κύαμος, κουκί) και το ρήμα ἕψω, που σημαίνει βράζω, μαγειρεύω. Κατά τα Πυανέψια έβραζαν σπόρους κάθε είδους. Πανσπερμία ετοίμαζαν και κατά τους λεγόμενους «Χύτρους», τρίτη ημέρα των Ανθεστηρίων, γιορτή αφιερωμένη στον ψυχοπομπό Ερμή και τους νεκρούς. Κάθε σπίτι την ημέρα αυτή μαγείρευε μέσα σε χύτρες διάφορους σπόρους. Κανένας ζωντανός δεν έτρωγε από το φαγητό αυτό που προοριζόταν για τον Ερμή και τους νεκρούς, των οποίων οι ψυχές πίστευαν ότι την ημέρα αυτή ανέβαιναν στον επάνω κόσμο.
Σύμφωνα με μια παράδοση που προέρχεται από τη Χίο, ο Άγιος Ανδρέας, μαζί με τον Άγιο Χαράλαμπο, θεωρείται και διώκτης της πανούκλας. Τριγυρνούσε -λένε- τις νύκτες μέσα στο χωριό Χαλκειό, για να προστατεύσει τους κατοίκους του από το μαύρο θάνατο.
Η μαντική πηγή της θεάς Δήμητρας γεμίζει σήμερα με καθαρό νερό το πηγάδι του Αγίου Ανδρέα, που βρίσκεται δίπλα στη λιτή βασιλική του Λύσανδρου Καυταντζόγλου, τον «Παλιό Άγιο Ανδρέα» (1836) στη δυτική παραλία της Πάτρας.
Στις 30 Νοεμβρίου στην Πάτρα, μετά τη λειτουργία, τα νεαρά και ερωτευμένα ζευγάρια πήγαιναν στο πηγάδι του Αγίου Ανδρέα και έπιναν με τις χούφτες τους νερό, για να εξασφαλίσουν την ευημερία τους.
Παλιότερα, την παραμονή της γιορτής του Αγίου Ανδρέα στην περιοχή των Πατρών, έφτιαχναν λαχανόπιτες, που τις έστελναν στην εκκλησία για να μοιραστούν στους φτωχούς. Πρόκειται για έθιμο εξευμενιστικό και νεκρολατρικό.
Μία άλλη παράδοση από την Πάτρα αναφέρει ότι στο κενοτάφιο του Αγίου έβρισκαν φύκια. Αυτό συνέβαινε επειδή ο Άγιος, που ήταν ψαράς, σε κάθε μεγάλη τρικυμία βοηθούσε τα ψαροκάικα που κινδύνευαν.
Σε τόπους που βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα, δίπλα στους μεγάλους θαλάσσιους δρόμους επικοινωνίας και στα μικρονήσια, ο Άγιος Ανδρέας θεωρείται προστάτης των ψαράδων και των πληρωμάτων μικρών πλοίων. Η αντίληψη αυτή επικρατούσε στην Κίμωλο, τους Παξούς, την Ιθάκη, την Αστυπάλαια, την Κύπρο και τις ακτές της Προποντίδος.
Η σύνδεση του ονόματος του Αγίου Ανδρέα με τη λέξη «άνδρας» ερμηνεύει τις ονειρομαντείες περί γάμου που γίνονταν την ημέρα της γιορτής του. Στη Σκύρο του «Αϊ-Αντριός» ανήμερα, τα νεαρά κορίτσια νήστευαν για να ονειρευτούν το βράδυ τον μελλοντικό τους σύζυγο. Στο χωριό Χαλκειό της Χίου, τα κορίτσια άναβαν τα καντήλια στο εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέα, παρακαλώντας τον να τα καλοπαντρέψει.
Πολλοί Άγιοι είναι τιμωροί, επιβάλλουν τιμωρίες στους ανθρώπους που δεν τηρούν τις αργίες και τα έθιμα ή είναι ασεβείς. Άγιοι τιμωροί είναι συνήθως αυτοί, όπως ο Άγιος Ανδρέας, των οποίων η γιορτή συμπίπτει με κρίσιμες ημέρες για τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Από τον Χρονογράφο του Δωροθέου, ένα δημώδες κείμενο του 1570, πληροφορούμαστε ότι σε ναό που βρισκόταν σε κάποιο κυκλαδίτικο νησί, ασεβής ιερέας έβγαλε με λόγχη το δεξί μάτι από την εικόνα του Αγίου Ανδρέα. Την ίδια στιγμή και με τρόπο θαυμαστό, βγήκε το δεξί μάτι του παπά, που κόλλησε πάνω στο βγαλμένο της εικόνας.
Η ημερολογιακή θέση της γιορτής του Αγίου Ανδρέα, στο τέλος του φθινοπώρου, σηματοδοτεί την έναρξη του χειμώνα. Του Αγίου Ανδρέα, όπως λέει ο λαός, «αντριεύει» το κρύο, ο βοριάς και ο χειμώνας, πέφτουν τα πρώτα χιόνια στα βουνά και κρυώνουν ακόμη και τα άχυρα. Οι αγροτικές δουλειές λιγοστεύουν, η διάρκεια της ημέρας μικραίνει και οι άνθρωποι συγκεντρώνονται νωρίς στα σπίτια τους ή σε σπίτια συγγενών και φίλων κάνοντας νυχτέρια, αποσπερίδες ή βεγγέρες δίπλα στο τζάκι.
Στη Μεσαρά στις 30 Νοεμβρίου, έστρωναν στα σπίτια τα χειμωνιάτικα χαλιά και έβγαζαν από τις κασέλες τις μπατανίες, τα βαριά μάλλινα κλινοσκεπάσματα.
(Οι πληροφορίες για τα λαϊκά έθιμα της λατρείας του Αγίου Ανδρέα αντλήθηκαν από το περιοδικό Αρχαιολογία )