Ο Γιώργος Σταματάκης, με το δικό του μοναδικό τρόπο ξύπνησε μνήμες παιδικών χρόνων, έδωσε πληθώρα πληροφοριών για θρύλους και παραδόσεις, που γέννησε η αχαλίνωτη φαντασία των Κρητικών, σε κάθε γωνιά αυτού του τόπου, με επίκεντρο πάντα όλα εκείνα τα δημιουργήματα που αποκαλούμε φανταξά ή όπως ευρύτερα στον ελλαδικό χώρο είναι γνωστά, φαντάσματα.
Από το χειμαρρώδη λόγο του Γιώργου Σταματάκη και τον "βομβαρδισμό" απίστευτων πληροφοριών, που έχει καταγράψει πάνω σε αυτό το θέμα, συγκρατήσαμε ένα μικρό μέρος μόνο, μια και κάθε αποτύπωση σε ρεπορτάζ γραπτού λόγου αυτού του θέματος στερείται της ζωντάνιας και ομορφιάς της περιγραφής, με χρήση της Κρητικής διαλέκτου, που προσέφερε χθες το βράδυ ο Γιώργος Σταματάκης στο ακροατήριο του.
Όπως ο ίδιος, λοιπόν, είπε ο αριθμός των φανταξών στην Κρήτη είναι αμέτρητος. Τα συναντάμε σε κάθε πηγή, σπήλαιο, δάσος, και όχι μόνο, μαζί με το φόβο που τα γέννησε και τα συντηρεί. Εμφανίζονται άλλα πρωί πρωί, άλλα το καταμεσήμερο, άλλα όταν σουρουπώνει και φυσικά τη νύχτα.
Τα ονόματα τους, όπως και ο αριθμός τους είναι αμέτρητα: Καταχανάδες, μεσημεράδες, τριαμάτηδες, ανεράιδες, βραχνάδες, οβραίοι, σαρακηνοί, δροσουλίτες, αφουσάδες, δράκες, παρακαθιστές, ψακόγριες, ατσουπάδες, ξενάκια κ.α.
Στα Αστερούσια, στην παράκτια ζώνη, εμφανίζονται οι Σαρακηνοί, που είναι μεγάλα μαύρα φαντάσματα σε ανάμνηση των πειρατικών επιδρομών που δοκίμαζαν την περιοχή. Στον ίδιο τόπο, αλλά στα βόρεια, τα φανταξά τα λένε Τούρκους και ισχυρίζονται πως τραβάνε τους ανθρώπους ενώ περπατούν αμέριμνοι και τους σκοτώνουν.
Τα Φραγκάκια είναι τα φαντάσματα των αστικών περιοχών. Είναι καθαρά και φροντισμένα κι όχι κακομούτσουνα όπως εκείνα που συναντάμε στην ύπαιθρο. Αυτά έχουν καταγραφεί σε μια ζώνη που εκτείνεται από την πόλη του Ηρακλείου μέχρι το Χουδέτσι.
ΔΡΟΣΟΥΛΙΤΕΣ
Το διασημότερο φάντασμα της Κρήτης, είπε ο Γιώργος Σταματάκης, είναι οι Δροσουλίτες, τα φαντάσματα δηλαδή των στρατιωτών του Χατζημιχάλη Νταλιάνη, που εμφανίζονται στο Φραγκοκάστελο.
Δροσουλίτες όμως έχουμε και στο Σέλινο, σε περιοχή που συνδέεται με τους Ακρίτες. Εκεί εμφανίζονται τα Σαϊτούρια. Είναι μορφές που μπαίνουν στη μάχη με σαΐτες και μάλιστα η εμφάνιση τους συνοδεύεται και από τους ήχους σαΐτας.
Στη Μεσαρά, αντίστοιχα, έχουμε, σε ανάμνηση αρχαίας μάχης που έγινε στην περιοχή, τους Αργήτες που κρατούν τεράστια δόρατα και κατεβαίνουν από την Αγία Φωτιά στοιχισμένοι.
Στην επαρχία Πεδιάδος τα δικά τους φαντάσματα είναι οι Σκοτωμένοι. Στη θέση Στενά, μεταξύ Καστελίου και Αποστόλων, είχε γίνει το 1821 μια μεγάλη μάχη που άφησε πίσω της πολλούς σκοτωμένους που δεν τάφηκαν, επειδή όλη η περιοχή καταστράφηκε και δεν υπήρχαν άνθρωποι στη συνέχεια να τους θάψουν.
Γι αυτό οι ψυχές των Σκοτωμένων δεν μπορούν να ησυχάσουν και μάλιστα κατά την επέτειο του θανάτου τους πέραν του ότι εμφανίζονται ακούγονται στην περιοχή και οι κραυγές τους. Για να γαληνέψουν, κάπως, χτίστηκε στη συνέχεια εκεί ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.
Γενικότερα, εξήγησε ο κ Σταματάκης, Δροσουλίτες έχουμε σε κάθε περιοχή όπου υπήρξαν αδικοσκοτωμένοι. Μάλιστα αυτή η κατηγορία φαντασμάτων έχει ως προς την εμφάνιση της αρχαίες ρίζες μια και ο Ηρόδοτος περιγράφει κάτι ανάλογο στη Σαλαμίνα, όπου έκαναν την εμφάνιση τους τα φαντάσματα των σκοτωμένων στην εκεί ένδοξη ναυμαχία.
ΑΝΕΡΑΙΔΕΣ
Μια δεύτερη μεγάλη κατηγορία κρητικών φαντασμάτων είναι οι ανεράιδες , τις οποίες συναντάμε όπου υπάρχουν νερά. Και στην Κρήτη οι μαρτυρίες γι αυτές κάνουν λόγο για πανέμορφες γυναικείες μορφές, χωρίς όμως να λείπουν και οι κακάσχημες.
Όλες τους αγαπούν πάντως τη λύρα και το χορό και σχεδόν πάντα συνυπάρχουν με έναν καλό λυράρη, που παίζει τη λύρα μέχρι να χαράξει, να λαλήσει ο πετεινός, κι εκείνες να εξαφανιστούν. Βέβαια δε λένε όχι και σε κανένα αρρενωπό βοσκό.
Οι πιο γνωστές ανεράιδες έχουν να κάνουν με το Αστρίτσι και τους Αστρακούς.
Στο νεραϊδόσπηλιο των Αστρακών θέλει ο θρύλος ένας λυράρης να είδε μια πανέμορφη νεράιδα και να την ερωτεύτηκε. Πήγαινε εκεί και της έπαιζε μουσική όμως μόλις σταματούσε τη λύρα εκείνη χανόταν. Ρώτησε λοιπόν μια σοφή γριά τι να κάνει για να την κρατήσει κι εκείνη τον συμβούλεψε να την πιάσει από τα μαλλιά και να μην την αφήσει.
Πράγματι ο νεαρός λυράρης αυτό έκανε και τότε η πανέμορφη νεράιδα άρχισε να μεταμορφώνεται και να παίρνει διάφορες μορφές, από φίδι μέχρι καμήλα. Όταν λάλησαν οι πετεινοί πήρε ξανά την κανονική μορφή της κι έτσι ο λυράρης την πήγε στο σπίτι του και τη "χάλασε".
Μαζί της έκανε ένα παιδί, όμως εκείνη όλο αυτό το διάστημα δε μιλούσε καθόλου κι έτσι ο λυράρης απευθύνθηκε και πάλι στη σοφή γριά να του πει τι να κάνει για να μιλήσει η αγαπημένη του. Η συμβουλή της ήταν να κάνει πως θα ρίξει το παιδί τους στη φωτιά ώστε να την αναγκάσει να μιλήσει.
Πράγματι αυτό έκανε ο λυράρης και η νεράιδα φώναξε "Μη το παιδί μου". Όμως δεν έμεινε εκεί, άρπαξε το παιδί τους και εξαφανίστηκε. Στην αρχή πήγε στις αδελφές της, όμως εκείνες δεν την δέχτηκαν γιατί είχε πάει με άντρα. Έτσι κατέληξε στην πηγή Λούτρα, όπου εμφανίζεται μαζί με το παιδί της 2-3 φορές το χρόνο και θρηνεί για την κακή της τύχη.
Στο Αστρίτσι οι ανεράιδες πετούν πάνω από τα πλατάνια, μπαίνουν στον όμορφο νεραϊδόσπηλιο που υπάρχει εκεί, τραγουδούν, χορεύουν και έτσι τραβούν στο σημείο τα πιο ωραία παλικάρια της περιοχής. Όμως η κατάληξη τους είναι ότι τα κατασπαράσσουν μόλις τελειώσουν το τραγούδι τους.
Μια όμορφη ιστορία είχε να μας διηγηθεί ο Γιώργος Σταματάκης και για τη λίμνη του Κουρνά. Εκεί, λέει ο θρύλος, πως οι κάτοικοι ζούσαν μια ακόλαστη ζωή, δεν λογάριαζαν ούτε συγγένεια, ούτε κουμπαριές ούτε τίποτα. Η μόνη αγνή και αμόλυντη ήταν η κόρη του παπά. Όμως κι αυτή κάποια στιγμή μπήκε στο μάτι και άνοιξε την όρεξη του ίδιου της του πατέρα, που άρχισε να την κυνηγά. Τότε εκείνη έκανε μια ευχή και το χωριό βούλιαξε και πνίγηκαν όλοι ενώ η ίδια έγινε νεράιδα στη λίμνη που σχηματίστηκε.
Στα Ανώγεια εξάλλου, όπως αστειευόμενος είπε ο κ Σταματάκης, όχι μόνο υπάρχουν νεράιδες αλλά είναι και οι καλύτερες ενώ κάθε Ανωγειανός θεωρείται πως προέρχεται από νεράιδα.
Στη λίμνη, κοντά στο Ντελίνα, εμφανίζονταν, λέει, νεράιδες. Από εκεί περνούσε ο Γιάννης, ένας λεβέντης βοσκός την περιοχής, πολύ όμορφος αλλά με μια ιδιαιτερότητα, είχε μεγάλο κεφάλι.Ο Γιάννης λοιπόν με το μεγάλο κεφάλι είδε μια πανέμορφη νεράιδα και την ερωτεύτηκε, ήταν όμως η βασίλισσα των νεράιδων κι ενώ κι εκείνη τον ήθελε δεν άφηνε να την ακουμπήσει.
Μια μέρα του είπε πως καταλαβαίνει πως νιώθει και τα αισθήματα είναι αμοιβαία αλλά αν κάνει μαζί του "αίσχη" εκείνη θα βουβαθεί κι εκείνος θα κουφαθεί. Τον ρώτησε αν ήταν διατεθειμένος για κάτι τέτοιο, κι εκείνος... πέταξε τη σκούφια του. Έτσι έγινε μεταξύ τους η "πράξη", όμως ζήλεψαν οι άλλες νεράιδες και για να μην κάνουν κακό στην αγαπημένη του ο Γιάννης με το μεγάλο κεφάλι φρόντισε και τις αποκατέστησε όλες με καλά παλικάρια του χωριού. Ο κουφός πλέον Γιάννης, λέει ο θρύλος, έγινε ο γενάρχης των Κεφαλογιάννηδων που έκτοτε βγαίνουν μέλη σε αυτή την οικογένεια με ένα μικρό πρόβλημα βαρηκοϊας.
Σε άλλα μέρη οι ανεράιδες ταυτίζονται με τις Λάμιες. Στους Ασίτες μάλιστα κυνηγούν τις όμορφες γυναίκες και τις κουρεύουν από τη ζήλια τους. Στα Καπετανιανά είναι μαύρες οι νεράιδες ενώ στα Βιαννίτικα έχουν σιδερένια νύχια.
Γενικότερα πάντως στις ανεράιδες δεν αρέσει το νοικοκυριό γι αυτό στο Αλάγνι, λέγεται, πως πήγαιναν στις βρύσες και έπαιρναν το μαλλί που είχαν απλωμένο οι γυναίκες του χωριού ενώ τις έβαζαν όλο το βράδυ να χορεύουν μαζί τους παίρνοντας τους τη φωνή, εκτός κι αν προλάβαινε να λαλήσει, ξημερώνοντας, ο μαύρος πετεινός.
ΑΝΑΣΚΕΛΑΔΕΣ
Μια τρίτη κατηγορία Κρητικών φανταξών είναι οι Ανασκελάδες, με το όνομα τους να έχει πανάρχαιες ρίζες. Θεωρούνται συγγενείς του διαβόλου ενώ ότι μορφή και να πάρουν πάντα έχουν κι ένα πόδι γαϊδάρου να τους χαρακτηρίζει. Καμιά φορά εμφανίζονται και ως πράα γαϊδουράκια, που μόλις τα πλησιάσει κανείς και τα καβαλικέψει παίρνουν ύψος και γίνονται θεόρατα.
Στα Σφακιά παίρνουν τη μορφή όμορφων αντρών, πάντα όμως με ένα πόδι γαϊδάρου, που το κρύβουν στα στιβάνια.
Θεωρείται ότι χειρότερο να πέσει γυναίκα στον έρωτα τους και να μείνει έγκυος από δαύτους γιατί το παιδί που θα κάνει θα ανοίξει το στόμα του και θα τις καταπιεί.
Μάλιστα σε όλες τις ορεινές κοινωνίες ο φόβος αυτού του φανταξού ήταν τόσο έντονος ώστε κάθε ξένος που έφτανε εκεί τον κοίταζαν πρώτα στα πόδια μπας κι έχει πόδι γαϊδουριού κι άρα είναι ανασκελάς.
Ωστόσο τη φήμη του χειρότερου φανταξού την έχει εκείνο που παίρνει τη μορφή σκύλου, γιατί αυτή την όψη θεωρείται πως λαμβάνει και ο ίδιος ο διάβολος. Τα πρώτα όντα που αντιλαμβάνονται την παρουσία τέτοιων φαντασμάτων είναι τα σκυλιά των βοσκών.
ΓΕΛΛΟΥΔΕΣ
Η Γελλώ είναι ένα φανταξό της περιοχής της Σητείας. Οι Γελλούδες μοιάζουν με γριές, άσχημες, με γλώσσες γεμάτες φουσκάλες με τις οποίες γλύφουν τα βρέφη κι αυτά αρρωσταίνουν και πεθαίνουν.
Θεωρούνταν πως όπου δεν στέριωνε ένα ζευγάρι παιδιά εκεί ζούσε μια Γελλώ κι έκαναν πράγματα που δεν χωρά η ανθρώπινη φαντασία για να τις διώξουν. Μάλιστα μια τέτοια ιστορία, γυναίκας από τους Αποστόλους που είχε χάσει 11 παιδιά και έβλεπε και το 12ο της να είναι άρρωστο κι έτοιμο να πεθάνει εξαιτίας της Γελλούς, διηγήθηκε ο Γιώργος Σταματάκης αφήνοντας το κοινό του άφωνο.
Κι αυτό γιατί η συμβουλή που της έδωσαν είχε μέσα συνταγή που συμπεριελάμβανε από ανύπαντρες και παντρεμένες Μαρίες, μέχρι χελώνες, λεκάνη γαϊδάρου και ότι μπορεί να διανοηθεί κανείς για να εκδιωχθεί η Γελλώ.
Η Γελλώ ως μορφή ήταν γνωστή από την αρχαιότητα και μάλιστα κατά τη βυζαντινή περίοδο πίστευαν τόσο πολύ στη δράση της που αναθεμάτιζαν από την Εκκλησία όσους ασχολούνταν με αυτό το φάντασμα και πίστευαν στη δράση του.
Επειδή όμως αυτό το φανταξό σχετίζονταν με παιδιά και οι θάνατοι τους εκείνες τις περιόδους ήταν πάρα πολλοί οι οικογένειες προτιμούσαν το ανάθεμα από το να σταματήσουν να ξορκίζουν τη Γελλώ, που τους έγλυφε και οδηγούσε στο θάνατο τα παιδιά.
ΤΡΙΑΜΑΤΗΔΕΣ
Και οι Τριαμάτηδες ως φαντάσματα μας έρχονται από την αρχαιότητα, με την ομοιότητα τους με τους Κύκλωπες να είναι αξιοσημείωτη. Αυτοί ζουν στην τριομαθιά όπου υπάρχει πάντα ένα καζάνι που βράζει με ανθρώπινα μέλη μέσα.
Οι Τριαμάτηδες έχουν τρία μάτια με το μεγαλύτερο να βρίσκεται στο μέτωπο ή στο σβέρκο τους. Τους συναντάμε σε μια ευρεία ζώνη από τη Χώρα Σφακίων μέχρι την άλλη άκρη της Κρήτης. Μάλιστα στη Μονή Τοπλού υπήρχε ένα τεράστιο καζάνι που, λέει η ιστορία, πως ήταν δικό τους και είχαν καταφέρει κάποιοι να τους το κλέψουν και να το μεταφέρουν στο μοναστήρι.
Μισιριώτικο Τάμα
Στο πάτο της θάλασσας φέρεται να ζουν τα φανταξά του Μισιριώτικου τάματος. Αυτά με το τραγούδι και το χορό τους τραβούν τα καλογεροπαίδια και τα κάνουν κι εκείνα φανταξά ενώ είναι πολύ επώδυνο το να πέσει γυναίκα στο έρωτα τους. Με ένα τέτοιο μερακλίδικο φανταξό φέρεται να ερωτεύτηκε η Θεοδώρα Σταματάκη, που όταν την εγκατέλειψε έλιωσε από τη στεναχώρια της και ότι κι αν έκανε δεν μπόρεσε να συνέλθει με αποτέλεσμα στο τέλος να πεθάνει.
ΤΕΛΩΝΙΑ
Τέλος χαρακτηριστικές μορφές φαντασμάτων στην Κρητική κοινωνία είναι τα τελώνια. Πανάρχαια κι αυτά τα φανταξά δεν έχουν ύψος πάνω από ένα μέτρο, είναι άτριχα, με μεγάλα αυτιά, κάτασπρα, με μάτια σαν κάρβουνα. Βγαίνουν τη νύχτα από τη γη και αναζητούν κλαίγοντας τη μάνα τους γιατί πέθαναν μωρά και ήταν αβάπτιστα οπότε δεν μπορούν να γαληνέψουν.
Μπορούσε βέβαια, στις περιπτώσεις που η μάνα ζούσε, να δώσει εκείνη την ψυχή της και να τους προσφέρει ησυχία όμως τι γινόταν όταν η μάνα είχε πολλά παιδιά νεκρά, πράγμα συνηθισμένο σε παλιότερες εποχές;
Τα τελώνια πάντα κρύβονται πίσω από βράχους, δέντρα, κι αλλού, κι έτσι κανείς ποτέ δεν τα βλέπει ολόκληρα.
Μάλιστα όπως ανέφερε ο κ Σταματάκης τα τελώνια είναι το πιο κοινό στοιχείο στο λαϊκό πολιτισμό της Κρήτης
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε site, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα