"Χειμώνας ήτανε και θυμούμαι το γαμπρό μου, τον Ψωμή, που ήρθενε στο χωριό να δει την αμπλά μου τη Μαρία που ήτανε γεννημένη, είχε ντου κάμει αρσενικό κοπέλι, κι ήτανε όλο χαρές. Τα χέρια ντου ήτανε ωσάν τα φτυάρια θεόψυχα μου, με κοντό μανίκι, ξεμπετιασμένος, η στούπα στολισμένη στο μπέτη του απάνω στις τρίχες, τα μάγουλα του κατακκόκινα".
Της Ελένης Βασιλάκη
Κάπως έτσι θυμάται ο Νίκος Σκουραδάκης, τις περιγραφές του αδελφού της μάνας του Καζαντζάκη, Ζαχαρία, τη στιγμή που έφθασε ο Καπετάν Μιχάλης στο χωριό για να αντικρίσει πρώτη φορά το νεογέννητο γιο του, Νίκο.
Ο Νίκος Σκουραδάκης δίπλα στο εγκαταλελειμμένο σπίτι του μεγάλου συγγραφέα |
Μόνο που στις διηγήσεις και σε ότι υλικό έχει συγκεντρώσει εδώ και χρόνια ο κ Σκουραδάκης, συγγενής και ο ίδιος της μάνας του μεγάλου Κρητικού συγγραφέα, η γέννηση του Νίκου Καζαντζάκη αλλά και τα πρώτα χρόνια της ζωής του δεν τοποθετούνται στην πόλη του Ηρακλείου αλλά στο χωριό Κρυονέρι του Μυλοποτάμου, Ασσυρώτοι όπως ονομάζονταν κατά τον παρελθόν.
Στο φιλόξενο, καταπράσινο και όμορφο Κρυονέρι βρεθήκαμε τυχαία, μετά από παρότρυνση του Ηγουμένου της Μονής της Χαλέπας, στο Μυλοπόταμο, για να δούμε το σπίτι που γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης αλλά και να συναντήσουμε τους συγγενείς του.
Ανθρώπους χαμηλών τόνων αλλά πνευματώδεις και με τη σπιρτάδα που διακατείχε και τον ίδιο τον Καζαντζάκη, ανθρώπους που ελπίζουν, κάποια στιγμή, να αναγνωριστεί πως στο χωριό τους είδε το πρώτο φως της ημέρας ο συγγραφέας που το έργο του αποτελεί κορυφαία συγγραφική εργασία, χιλοδιαβασμένη σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ο κ Σκουραδάκης, (επίτιμο μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη με τη γιαγιά του να είναι πρώτη εξαδέλφη της γιαγιάς του Καζαντζάκη), η Καλλιόπη Τζεδάκη (ο παππούς της Μιχάλης Χριστοδουλάκης γεννήθηκε σχεδόν την ίδια εποχή και μεγάλωσε μαζί με τον εξάδελφο του ,Νίκο Καζαντζάκη) , ο Νίκος Βερτούδος και η σύζυγος του Ελένη, (δραστήρια πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου της περιοχής), μας άνοιξαν τα σπίτια τους και ξεκλείδωσαν το κουτί των αναμνήσεων τους για να μας μεταφέρουν όλα όσα γνωρίζουν για τα πρώτα χρόνια της ζωής του Νίκου Καζαντζάκη στο Κρυονέρι.
Σύμφωνα λοιπόν με τις περιγραφές του κ Σκουραδάκη, αλλά και όσα διαβάζουμε στο ημερολόγιο που εξέδωσε ο Πολιτιστικός Σύλλογος Κρυονερίου "ΟΙ ΑΣΣΥΡΩΤΟΙ", το 1840 ο Γεώργιος Χριστοδουλάκης, από το χωριό τους, παντρεύτηκε την Ελένη Ρασούλη από τις Σίσες και έκαναν 12 παιδιά, με το στερνοπούλι του να είναι η Μαργή, η μάνα του συγγραφέα.
Τα τρία μεγαλύτερα αδέλφια ο Μανωλάκης, ο Αντωνάκης και ο Νικολάκης ήλθαν στη χώρα του Μεγάλου Κάστρου, γύρω στο 1870, για μια καλύτερη ζωή. Αργότερα πήραν κοντά τους και τη Μαργή για να τους μαγειρεύει και να τους πλένει τα ρούχα.
Όμορφη κοπέλα η Μαργή Χριστοδουλάκη ήξερε να υφαίνει στον αργαλειό ενώ τραγουδούσε ταυτόχρονα. Περνώντας έξω από το σπίτι της (Να σημειώσουμε πως το πατρικό της είναι το σπίτι όπου διαμένει σήμερα η Καλλιόπη Τζεδάκη) ο Καπετάν Μιχάλης με το παρατσούκλι Ψωμής, την άκουσε, την είδε και θέλησε να την κάνει γυναίκα του.
Στο φιλόξενο, καταπράσινο και όμορφο Κρυονέρι βρεθήκαμε τυχαία, μετά από παρότρυνση του Ηγουμένου της Μονής της Χαλέπας, στο Μυλοπόταμο, για να δούμε το σπίτι που γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης αλλά και να συναντήσουμε τους συγγενείς του.
Ανθρώπους χαμηλών τόνων αλλά πνευματώδεις και με τη σπιρτάδα που διακατείχε και τον ίδιο τον Καζαντζάκη, ανθρώπους που ελπίζουν, κάποια στιγμή, να αναγνωριστεί πως στο χωριό τους είδε το πρώτο φως της ημέρας ο συγγραφέας που το έργο του αποτελεί κορυφαία συγγραφική εργασία, χιλοδιαβασμένη σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ο κ Σκουραδάκης, (επίτιμο μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη με τη γιαγιά του να είναι πρώτη εξαδέλφη της γιαγιάς του Καζαντζάκη), η Καλλιόπη Τζεδάκη (ο παππούς της Μιχάλης Χριστοδουλάκης γεννήθηκε σχεδόν την ίδια εποχή και μεγάλωσε μαζί με τον εξάδελφο του ,Νίκο Καζαντζάκη) , ο Νίκος Βερτούδος και η σύζυγος του Ελένη, (δραστήρια πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου της περιοχής), μας άνοιξαν τα σπίτια τους και ξεκλείδωσαν το κουτί των αναμνήσεων τους για να μας μεταφέρουν όλα όσα γνωρίζουν για τα πρώτα χρόνια της ζωής του Νίκου Καζαντζάκη στο Κρυονέρι.
Σύμφωνα λοιπόν με τις περιγραφές του κ Σκουραδάκη, αλλά και όσα διαβάζουμε στο ημερολόγιο που εξέδωσε ο Πολιτιστικός Σύλλογος Κρυονερίου "ΟΙ ΑΣΣΥΡΩΤΟΙ", το 1840 ο Γεώργιος Χριστοδουλάκης, από το χωριό τους, παντρεύτηκε την Ελένη Ρασούλη από τις Σίσες και έκαναν 12 παιδιά, με το στερνοπούλι του να είναι η Μαργή, η μάνα του συγγραφέα.
Τα τρία μεγαλύτερα αδέλφια ο Μανωλάκης, ο Αντωνάκης και ο Νικολάκης ήλθαν στη χώρα του Μεγάλου Κάστρου, γύρω στο 1870, για μια καλύτερη ζωή. Αργότερα πήραν κοντά τους και τη Μαργή για να τους μαγειρεύει και να τους πλένει τα ρούχα.
Όμορφη κοπέλα η Μαργή Χριστοδουλάκη ήξερε να υφαίνει στον αργαλειό ενώ τραγουδούσε ταυτόχρονα. Περνώντας έξω από το σπίτι της (Να σημειώσουμε πως το πατρικό της είναι το σπίτι όπου διαμένει σήμερα η Καλλιόπη Τζεδάκη) ο Καπετάν Μιχάλης με το παρατσούκλι Ψωμής, την άκουσε, την είδε και θέλησε να την κάνει γυναίκα του.
Μια αγριοσυκιά κατοικει πλέον στο αγκαλιασμένο από τον κισσό σπίτι του Νίκου Καζαντζάκη |
Τα αδέλφια της αμέσως εναντιώθηκαν σε αυτή την προοπτική γιατί τον θεωρούσαν αγριάνθρωπο και ήξεραν πως η αδελφή τους δεν θα περνούσε καλά μαζί του. Όμως στο τέλος ενέδωσαν, αφού γνώριζαν πως αν δεν του την έδιναν με το καλό θα την έκλεβε ενώ είχαν την κρυφή ελπίδα πως ο γάμος, που έγινε τελικά στις 12 Απριλίου του 1882, θα τον «έστρωνε».
Το σπιτικό του το νέο ζευγάρι το έκανε λίγα μέτρα πιο πάνω από το πατρικό της Μαργής. Σήμερα είναι ένα ερειπωμένο σπίτι, αγκαλιασμένο από κισσό, που δυστυχώς λόγω διαφωνιών μεταξύ των κληρονόμων του, δεν έχει ακόμα περιέλθει στην ιδιοκτησία των ανθρώπων του χωριού ώστε να το αξιοποιήσουν.
Το σπιτικό του το νέο ζευγάρι το έκανε λίγα μέτρα πιο πάνω από το πατρικό της Μαργής. Σήμερα είναι ένα ερειπωμένο σπίτι, αγκαλιασμένο από κισσό, που δυστυχώς λόγω διαφωνιών μεταξύ των κληρονόμων του, δεν έχει ακόμα περιέλθει στην ιδιοκτησία των ανθρώπων του χωριού ώστε να το αξιοποιήσουν.
Ο Νίκος Καζαντζάκης με τις αδελφές και τη μητέρα του στο κέντρο |
Μέσα σε αυτό το μικρό σπιτάκι, υποστηρίζουν οι συγγενείς του Νίκου Καζαντζάκη από το Κρυονέρι, πως ήλθε στον κόσμο ο διάσημος Κρητικός συγγραφέας και μάλιστα με μαμή την Κυριακή Τσαχάκη, στις 18 Φεβρουαρίου του 1883, ημέρα Παρασκευή.
Ο Καπετάν Μιχάλης δεν ήταν παρών στη γέννηση του Νίκου, ήλθε αργότερα στο χωριό με το άλογο του, θεριό σωστό, ξαναμμένος και χαρούμενος που απέκτησε γιο. Μάλιστα ενώ πριν οι πληροφορίες τον ήθελαν να έχει ένα ρήγμα στον έγγαμο βίο του με τη Μαργή, η γέννηση του κανακάρη του ήταν αφορμή για να φτιάξουν και πάλι τη σχέση τους.
Ο Καπετάν Μιχάλης δεν ήταν παρών στη γέννηση του Νίκου, ήλθε αργότερα στο χωριό με το άλογο του, θεριό σωστό, ξαναμμένος και χαρούμενος που απέκτησε γιο. Μάλιστα ενώ πριν οι πληροφορίες τον ήθελαν να έχει ένα ρήγμα στον έγγαμο βίο του με τη Μαργή, η γέννηση του κανακάρη του ήταν αφορμή για να φτιάξουν και πάλι τη σχέση τους.
Άποψη της θέας από το σπίτι που γεννήθηκε ο Καζαντζάκης |
Ο πρωτοξάδελφος του Νίκου Καζαντζάκη, ο Μιχαήλος Χριστοδουλάκης, ο οποίος γεννήθηκε σχεδόν ένα μήνα μετά από αυτόν έλεγε πως με το Νίκο ήταν σωκερίτες και κατακοντής γεννημένοι. Έπιναν το ίδιο γάλα, εκείνος απο τη θεία του τη Μαργή και ο Νίκος από τη μάνα του τη Φωτεινή, φορώντας μάλιστα και τα ίδια κωλόπανα.
Ήταν μαζί μέχρι την πρώτη τάξη του δημοτικού, που την παρακολούθησαν στο σχολείο στα Κλεψίμια, το σημερινό Δοξαρό Μυλοποτάμου. Ο Μιχαήλος θυμόταν επίσης πως κάθε φορά που ερχόταν στο χωριό ο Καπεταν Μιχάλης τους εκράθιε δυο κουλούρια, ένα για το Νίκο κι ένα για εκείνον. Μετά όλη η οικογένεια Καζαντζάκη μετακόμισε στο Ηράκλειο.
Για όλα αυτά, μας επεσήμανε ο κ Σκουραδάκης, έχει αναζητήσει κι έχει βρει στοιχεία που τεκμηριώνουν τις διηγήσεις που άκουγαν από τα στόματα των παππούδων και των γιαγιάδων τους ως προς το που γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης.
Μάλιστα συγγχωριανός τους που ζει στο εξωτερικό έχει διαθέσει ένα σημαντικό χρηματικό ποσό κι έχει ανεγερθεί, χωρίς ακόμα να έχει ολοκληρωθεί, ένας μεγάλος χώρος που προορίζεται να στεγάσει κέντρο πολιτισμού σχετιζόμενο με το Νίκο Καζαντζάκη.
Κι εδώ που τα λέμε το μέρος αυτό πραγματικά είναι από εκείνα που θα περίμενε κανείς να γίνουν η αφορμή ώστε να πάρει τη φλόγα και να γράψει τόσο ωραία κείμενα ο Καζαντζάκης.
Αν δεν είναι ένας τέτοιος τόπος- όπου ξυπνάς και αντικρίζεις ταυτόχρονα τα Ταλαία Όρη, τον Ψηλορείτη και τα Λευκά Όρη- ο τόπος που φώτισε τα πρώτα χρόνια της ζωής και έγινε δεξαμενή τροφοδότησης με τεράστια έμπνευση για το μεγάλο μας συγγραφέα τότε ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι;
Τι έγραφε για τη μάνα του ο Καζαντζάκης:
«Η μάνα μου ήταν μια Άγια γυναίκα. Πως μπόρεσε πενήντα χρόνια, χωρίς να σπάσει η καρδιά-της, να νιώθει πλάι-της την αναπνοή και το χνότο του λιόντα; …Είχε την υπομονή, την αντοχή και τη γλύκα της γης. Ποτέ δεν είχα δει τη μητέρα-μου να γελάει· χαμογελούσε μόνο, και τα βαθουλά μαύρα μάτια-της κοίταζαν τους ανθρώπους γεμάτα υπομονή και καλοσύνη.
Πηγαινόρχουνταν σαν πνέμα αγαθό μέσα στο σπίτι, κι όλα τα πρόφταινε ανέκοπα κι αθόρυβα, σαν νά 'χαν τα χέρια-της μιά καλοπροαίρετη μαγική δύναμη, που κυβερνούσε με καλοσύνη την καθημερινή ανάγκη. Μπορεί και νά 'ναι η νεράιδα, συλλογίζουμουν κοιτάζοντάς-τη σιωπηλά, η νεράιδα που λέν τα παραμύθια, και κινούσε στο παιδικό μυαλό-μου η φαντασία να δουλεύει: μιά νύχτα ο πατέρας-μου, περνώντας απο τον ποταμό, την είδε να χορεύει στο φεγγάρι, χίμηξε, της άρπαξε το κεφαλομάντιλο, κι απο τότε την έφερε σπίτι και την έκαμε γυναίκα-του.
Κι ολημέρα τώρα πάει κι έρχεται η μάνα μέσα στο σπίτι και ψάχνει νά βρει το κεφαλομάντιλο, να το ρίξει στα μαλλιά-της, να γίνει πάλι νεράιδα και να φύγει. Την κοίταζα να πηγαινόρχεται, ν' ανοίγει τα ντουλάπια και τις κασέλες, να ξεσκεπάζει τα πιθάρια, να σκύβει κάτω απο το κρεβάτι, κι έτρεμα μήν τύχει και βρει το μαγικό κεφαλομάντιλό-της και γίνει άφαντη. Η τρομάρα αυτή βάσταξε χρόνια και λάβωσε βαθιά τη νιογέννητη ψυχή-μου· κι ακόμα και σήμερα αποκρατάει μέσα-μου, πιό ανομολόγητη, η τρομάρα ετούτη: παρακολουθώ κάθε αγαπημένο πρόσωπο, κάθε αγαπημένη ιδέα, με αγωνία, γιατί ξέρω πως ζητάει το κεφαλομάντιλό-της να φύγει.(Αποσπάσματα από την Αναφορά στο Γκρέκο)
(ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε ιστότοπο, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα)
Ήταν μαζί μέχρι την πρώτη τάξη του δημοτικού, που την παρακολούθησαν στο σχολείο στα Κλεψίμια, το σημερινό Δοξαρό Μυλοποτάμου. Ο Μιχαήλος θυμόταν επίσης πως κάθε φορά που ερχόταν στο χωριό ο Καπεταν Μιχάλης τους εκράθιε δυο κουλούρια, ένα για το Νίκο κι ένα για εκείνον. Μετά όλη η οικογένεια Καζαντζάκη μετακόμισε στο Ηράκλειο.
Για όλα αυτά, μας επεσήμανε ο κ Σκουραδάκης, έχει αναζητήσει κι έχει βρει στοιχεία που τεκμηριώνουν τις διηγήσεις που άκουγαν από τα στόματα των παππούδων και των γιαγιάδων τους ως προς το που γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης.
Μάλιστα συγγχωριανός τους που ζει στο εξωτερικό έχει διαθέσει ένα σημαντικό χρηματικό ποσό κι έχει ανεγερθεί, χωρίς ακόμα να έχει ολοκληρωθεί, ένας μεγάλος χώρος που προορίζεται να στεγάσει κέντρο πολιτισμού σχετιζόμενο με το Νίκο Καζαντζάκη.
Κι εδώ που τα λέμε το μέρος αυτό πραγματικά είναι από εκείνα που θα περίμενε κανείς να γίνουν η αφορμή ώστε να πάρει τη φλόγα και να γράψει τόσο ωραία κείμενα ο Καζαντζάκης.
Αν δεν είναι ένας τέτοιος τόπος- όπου ξυπνάς και αντικρίζεις ταυτόχρονα τα Ταλαία Όρη, τον Ψηλορείτη και τα Λευκά Όρη- ο τόπος που φώτισε τα πρώτα χρόνια της ζωής και έγινε δεξαμενή τροφοδότησης με τεράστια έμπνευση για το μεγάλο μας συγγραφέα τότε ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι;
Τι έγραφε για τη μάνα του ο Καζαντζάκης:
«Η μάνα μου ήταν μια Άγια γυναίκα. Πως μπόρεσε πενήντα χρόνια, χωρίς να σπάσει η καρδιά-της, να νιώθει πλάι-της την αναπνοή και το χνότο του λιόντα; …Είχε την υπομονή, την αντοχή και τη γλύκα της γης. Ποτέ δεν είχα δει τη μητέρα-μου να γελάει· χαμογελούσε μόνο, και τα βαθουλά μαύρα μάτια-της κοίταζαν τους ανθρώπους γεμάτα υπομονή και καλοσύνη.
Πηγαινόρχουνταν σαν πνέμα αγαθό μέσα στο σπίτι, κι όλα τα πρόφταινε ανέκοπα κι αθόρυβα, σαν νά 'χαν τα χέρια-της μιά καλοπροαίρετη μαγική δύναμη, που κυβερνούσε με καλοσύνη την καθημερινή ανάγκη. Μπορεί και νά 'ναι η νεράιδα, συλλογίζουμουν κοιτάζοντάς-τη σιωπηλά, η νεράιδα που λέν τα παραμύθια, και κινούσε στο παιδικό μυαλό-μου η φαντασία να δουλεύει: μιά νύχτα ο πατέρας-μου, περνώντας απο τον ποταμό, την είδε να χορεύει στο φεγγάρι, χίμηξε, της άρπαξε το κεφαλομάντιλο, κι απο τότε την έφερε σπίτι και την έκαμε γυναίκα-του.
Κι ολημέρα τώρα πάει κι έρχεται η μάνα μέσα στο σπίτι και ψάχνει νά βρει το κεφαλομάντιλο, να το ρίξει στα μαλλιά-της, να γίνει πάλι νεράιδα και να φύγει. Την κοίταζα να πηγαινόρχεται, ν' ανοίγει τα ντουλάπια και τις κασέλες, να ξεσκεπάζει τα πιθάρια, να σκύβει κάτω απο το κρεβάτι, κι έτρεμα μήν τύχει και βρει το μαγικό κεφαλομάντιλό-της και γίνει άφαντη. Η τρομάρα αυτή βάσταξε χρόνια και λάβωσε βαθιά τη νιογέννητη ψυχή-μου· κι ακόμα και σήμερα αποκρατάει μέσα-μου, πιό ανομολόγητη, η τρομάρα ετούτη: παρακολουθώ κάθε αγαπημένο πρόσωπο, κάθε αγαπημένη ιδέα, με αγωνία, γιατί ξέρω πως ζητάει το κεφαλομάντιλό-της να φύγει.(Αποσπάσματα από την Αναφορά στο Γκρέκο)
(ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε ιστότοπο, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα)