«Η κρητική μήτρα της μυκηναϊκής γραφής και διοίκησης» ήταν το θέμα διάλεξης που έδωσε ο δρ Βασίλης Πετράκης, στο πλαίσιο του Μυκηναϊκού
Σεμιναρίου που πραγματοποιήθηκε χθες στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
"Η ανακάλυψη των Αιγαιακών γραφών της Χαλκοκρατίας, η οποία
ξεκίνησε με τις μεγάλες κρητικές ανασκαφές στην αυγή του 20ού αιώνα, γέννησε
νέες προοπτικές και ερωτήματα για αυτό που μέχρι τότε αποτελούσε έναν
προ-γραφογνωστικό κόσμο. Η σχέση μεταξύ των διαφόρων συστημάτων γραφής που ήσαν
σε χρήση κατά τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας π.Χ. αλλά και η ιστορική τους
εξέλιξη υπήρξαν εξαρχής μείζονα ζητούμενα του αναδυόμενου κλάδου της Αιγαιακής
επιγραφικής" σύμφωνα με τον δρ Βασίλη Πετράκη.
"H αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β από τον Michael Ventris
και η αποκάλυψη ότι αυτή κατέγραφε μια μορφή της ελληνικής γλώσσας της Ύστερης
Χαλκοκρατίας, η οποία ήταν σε χρήση από τα μυκηναϊκά ανάκτορα στην Κρήτη και
την ηπειρωτική Ελλάδα, ανέδειξε το ζήτημα της σχέσης της γραφής αυτής με τους
φανερά κρητικούς της προδρόμους σε μείζον πρόβλημα της πρωτοϊστορίας του
Αιγαίου", επεσήμανε ο ίδιος.
Οι συζητήσεις για την προέλευση της Γραμμικής Β αλλά και του
διοικητικού συστήματος που η ίδια υποστήριζε από τον όψιμο 15ο ως τον αρχόμενο
12ο αιώνα π.Χ. συνήθως περιστρέφονται γύρω από βασικά, αλληλένδετα ερωτήματα:
Πότε, πού, πώς και γιατί προέκυψαν οι βασικές αλλαγές που σηματοδοτούν την
ανάδυση των μυκηναϊκών διοικήσεων;
Η ομιλία προσπάθησε να ανανεώσει τη συζήτηση εισάγοντας
νέες προοπτικές σε αυτό το σύμπλεγμα ερωτημάτων. Ξεκινώντας με την
παρατήρηση (η οποία στηρίζεται και σε προηγούμενες έρευνες των Erik Hallager
και Helena Tomas) ότι ο μηχανισμός της μυκηναϊκής διοίκησης παρουσιάζει την
παράξενη συν-ύπαρξη στοιχείων και χαρακτηριστικών, η προέλευση των οποίων μέχρι
τώρα σχετίζεται “κανονικά” με δύο διαφορετικά συστήματα γραφής που ήταν σε
χρήση στη Μινωική Κρήτη, γνωστά ως “Κρητική Ιερογλυφική” και Γραμμική Α. Το
φαινόμενο αυτό δεν έχει μελετηθεί σε βάθος μέχρι τώρα.
Η ανάλυση που παρουσιάστηκε επιχείρησε ακριβώς να
συζητήσει αυτό το φαινόμενο και να προτείνει το συσχετισμό του με τη γνωστή (αν
και επίσης ελάχιστα κατανοητή) συν-ύπαρξη της "Κρητικής Ιερογλυφικής" και της
Γραμμικής Α γραφής στην Κρήτη όπου μάλιστα έχουμε την πολύ ενδιαφέρουσα
παρουσία ορισμένων επιγραφών που δεν μπορούν να αποδοθούν με βεβαιότητα σε
κάποιο από τα δύο συστήματα. Αυτές οι επιγραφές εμφανίζονται συγκεντρωμένες
στους λεγόμενους "Ιερογλυφικούς Αποθέτες" της Κνωσού και των Μαλίων.
Στην ίδια εκδήλωση διερευνήθηκε επίσης η πιθανότητα αυτή η "συν-ύπαρξη" να μην
είναι ένας πραγματικός συγκερασμός ετερόκλητων στοιχείων ούτε μια συμβίωση των
δύο διαφορετικών συστημάτων αλλά να αποτελεί μια παραγνωρισμένη ως τώρα
κατηγορία, μια τοπική γραφή σε κανονική διοικητική χρήση στη βόρεια κεντρική
Κρήτη κατά τη Νεοανακτορική περίοδο. Ακριβώς από αυτό το σύστημα μπορεί κανείς
να δει και εξηγήσει την ανάδυση της Γραμμικής Β γραφής και του διοικητικού
συστήματος που αυτή εξυπηρετούσε.
Πηγή: archaiologia