Σαράντα ημέρες πέρασαν από την Ανάσταση. H Πέμπτη της Αναλήψεως είναι η ημέρα που ψάλλεται για τελευταία φορά το «Χριστός Ανέστη» στην Εκκλησία. Είναι ο κύκλος του Πάσχα που κλείνει.
Σε όποιο σπίτι έμειναν δάφνες, λουλούδια από το Πάσχα πρέπει να καούν. Κι αν καιροφυλακτήσει τα μεσάνυχτα ο πιστός, θα δει τους ουρανούς που ανοίγουν για να περάσει ο Χριστός. «Όσοι είναι καθαροί, ξαγρυπνούν τη νύχτα, να δουν τον Χριστό που «αναλήφεται». Οι άξιοι βλέπουν ένα φως, που ανεβαίνει στον ουρανό...».
Αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής Δημήτριος Λουκάτος στο βιβλίο του «Τα Πασχαλινά και της Άνοιξης», στο κεφάλαιο για την «Πέμπτη της Αναλήψεως». Είναι η ημέρα που οι ψυχές των νεκρών, ακόμα και των αμαρτωλών που ήταν στην Κόλαση και από την ημέρα του Πάσχα, της Ανάστασης, ήταν ελεύθερες να κυκλοφορούν στη γη, ανάμεσα στους ζωντανούς και τους οικείους τους, με την Ανάληψη του Χριστού πρέπει να γυρίσουν στον τόπο τους.
Είναι πικραμένες γι' αυτό, αλλά οι δικοί τους τις βοηθούν να βρουν ήσυχα και με ευχαρίστηση τον δρόμο τους. Πάνε στα νεκροταφεία και ανάβουν κεριά στους τάφους και στα χωριά συγκεντρώνονται οι γείτονες στα σπίτια των ανθρώπων που έχουν νεκρούς και κάθονται σιωπηλοί με τα κεριά στο χέρι, ανάβουν κεριά στα παράθυρα, φτιάχνουν κόλλυβα και πίτες και μοιράζουν φαγώσιμα, κάνουν φιλανθρωπίες, για τη συγχώρηση και ανάπαυση των νεκρών τους.
Ηρακλειώτες κάνουν το μπάνιο τους στην παραλία που υπήρχε στο ύψος του Πόρου |
Μπάνιο στη θάλασσα - η πέτρα η μαλλιαρή
Υπάρχει, όμως, και η τρίτη παραδοσιακή διάσταση της γιορτής της Αναλήψεως κι αυτή είναι «η κάθοδος στη θάλασσα». H γιορτή της Αναλήψεως είναι η πρώτη μέρα του καλοκαιριού, που ο λαός της υπαίθρου επιτρέπει στον εαυτό του να κατέβει στη θάλασσα και να βουτήξει στο νερό.
Πριν από την ημέρα αυτήν, η θάλασσα μπορεί να του κάμει κακό. Και κατεβαίνει συνήθως το απόγευμα ή το μεσημέρι, μετά τη λειτουργία, και βουτά, έστω και μόνο τα πόδια του, στο νερό, αφού κάνει τον σταυρό του και μετρήσει, με τις φούχτες του, 40 κύματα, όσες είναι οι μέρες από το Πάσχα.
Οι νοικοκυρές έχουν πάρει μαζί τους μπουκάλια, όπου μαζεύουν νερό της θάλασσας «από σαράντα κύματα» και το φέρνουν στο σπίτι, να ραντίσουν τον χώρο και να πουν: «Όπως ανελήφτηκε ο Χριστός, έτσι να ανεληφτή από το σπίτι μας κάθε κακό. N' ανεληφτή η κακογλωσσιά, η αρρώστια και το κακό μάτι»! Θα φυλάξουν κιόλας νερό, να το έχουν όλο τον χειμώνα για γιατρικό, σε πρήξιμο ή δάγκωμα ή βάσκαμα ή αρρώστια.
Αλλά και οι κολυμβητές που πρωτομπαίνουν στη θάλασσα πλένονται με το νερό της και λένε: «Αναλείβεται ο Χριστός, αναλείβομαι κι εγώ. Ο,τι κακό έχω απάνω μου να φύγει». H λέξη «ανάληψις» συγχέεται με την «ανάλειψη», κάτι που έχει σχέση με το αλείφομαι και την αλοιφή. Γι' αυτό, στην Ηπειρο, με πηλό άλειβαν, για να φύγουν, το έκζεμα και τις λειχήνες.
Στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας «άντρες και γυναίκες μπαίναν ως τα γόνατα στη θάλασσα, παίρναν από 40 κύματα νερό σε ένα μπουκάλι. Σταυροκοπιόνταν και αγναντεύοντας τον ανοιχτό ορίζοντα κατευόδωναν τον Χριστό λέγοντας «Αντε, Χριστέλλη μου, στο καλό!» Κι έψαχναν στον πρόχειρο βυθό της θάλασσας, εκεί στα ρηχά, να βρουν μια πέτρα με βρύα, την περίφημη «πέτρα μαλλιαρή».
Όποιος την εύρισκε την έπαιρνε στο σπίτι του, ως φορέα ευτυχίας! H πέτρα αυτή, με το ρίζωμα και τη βλάστησή της μέσα στη θάλασσα, συμβολίζει όλη τη δύναμη και την ουσία του θαλασσινού στοιχείου που, κατά τον Ευριπίδη, (Ιφιγένεια, η εν Ταύροις, 1193) «κλύζει πάντα τ' ανθρώπων κακά!». Είναι δηλαδή η θάλασσα καθαρτική και ανανεωτική, ιδιαίτερα την ημέρα της Αναλήψεως, όταν με την παρουσία του Χριστού στους αιθέρες, ουρανός και θάλασσα έχουν αγιασθεί».
Με το καλό, το πρώτο μπάνιο, σε όσους κρατούν τα έθιμα και, γενικά, δίνουν πίστη στη σοφία και την πείρα του λαού, αυτό που κάνει τη λαογραφία αστείρευτη πηγή γνώσεων και συνέχειας...
Πηγή: Καθημερινή