Η Αντωνούσα αριστερά |
Η γυναίκα αυτή πήρε μέρος στις επαναστάσεις της
Κρήτης από το 1866 έως το 1879 και στη συνέχεια αγωνίστηκε στην ηπειρωτική χώρα.
Το 1866, σε ηλικία 22 ετών, σκότωσε τον Τούρκο
Μουσά Δερβίση, που επιχείρησε να αρπάξει τα ζωντανά της οικογένειας της.
Η ιστορία μας λέει πως οι Τούρκοι πήγαν στον πατέρα
της και του ζήτησαν ένα βόδι ως πεσκέσι για τους ομοεθνείς τους του Καστελιού.
Του είπαν πως αν δεν το έδινε, την ημέρα που του όρισαν, θα σκότωναν την επομένη κι
εκείνον και τα παιδιά του.
Η Αντωνούσα όχι μόνο εμπόδισε τον πατέρα της να
δώσει το βόδι, αλλά τον έπεισε να φύγει με την οικογένεια τους και όλα τα ζώα τους
και να πάνε σε περιοχή που δύσκολα μπορούσαν να φθάσουν οι Τούρκοι.
Πράγματι έτσι έγινε, με την ίδια να μένει στο σπίτι
και να στήνει καρτέρι στους Οθωμανούς που πήγαν την επόμενη μέρα. Ανεβασμένη σε
μια συκιά πυροβόλησε το Μουσά Δερβίση και τον σκότωσε.
Μάλιστα λέγεται πως στη συνέχεια, τον αποκεφάλισε πήρε τα άρµατα του,
εγκατέλειψε το σπίτι της και ανέβηκε στα βουνά µε τους άντρες αγωνιστές της
Κισσάµου.
Αρχικά εντάχθηκε στην οµάδα του οπλαρχηγού
Κωνσταντουλάκη και αργότερα στο σώµα του στρατηγού Σκαλίδη.
Το 1882 κατέφυγε διωκόµενη στην ηπειρωτική Ελλάδα
όπου δηµιούργησε δικό της σώµα για την απελευθέρωση της Ηπείρου και της
Μακεδονίας.
Όταν εγκατέλειψε την Κρήτη, το 1882, πήγε αρχικά στην
Αθήνα και παρουσιάστηκε στον βασιλιά Γεώργιο Αʼ που την ανακήρυξε οπλαρχηγό.
Με την ιδιότητά αυτή και με άντρες που
συγκέντρωσε συμμετείχε στους ηπειρωτικούς αγώνες.
Χαρακτηριστικό της ήταν η ανδρική κρητική στολή της
εποχής, οι βράκες, που φορούσε και τιμούσε με τη γενναιότητα της.
Επέστρεψε στην Κρήτη το 1911 κι όταν επισκέφθηκε το
χωριό της λένε πως χρειάστηκε να δείξει το στήθος της για να πιστέψουν οι
συγχωριανοί της πως ήταν γυναίκα. Πέθανε στον Πειραιά το 1918.