Αν δεν γνωρίζεις την ύπαρξη του δύσκολα
καταλαβαίνεις πως τα απομεινάρια του πετρόκτιστου τείχους στην άκρη της Φορτέτσας
στο Ηράκλειο αποτελούν κομμάτι του φρουρίου που είχαν κτίσει οι Οθωμανοί όταν
πολιορκούσαν το Χάνδακα.
Κι όμως η περιοχή της Φορτέτσας ήταν ο τόπος που, εύστοχα, είχαν επιλέξει για να κτίσουν το φρούριο-στρατόπεδο τους από το οποίο
πολιορκούσαν τον 17ο αιώνα τον ισχυρό τότε βενετσιάνικο Χάνδακα.
Η επιλογή αυτής της θέσης δεν έγινε μόνο επειδή
έβλεπε όλη την πόλη και καθιστούσε ευκολότερη την πολιορκία της αλλά και γιατί
προσέφερε καλή οχύρωση στους ίδιους τους πολιορκητές.
Σε ότι αφορά τώρα στο όνομα που έδωσαν οι Οθωμανοί
στο οχυρό τους να πούμε πως ο Στέργιος Σπανάκης κατέγραψε σε χάρτες και έγγραφα
τις εξής ονομασίες : Candia Nova, Inadiye, Νέο Φρούριο. Οι οθωμανικές πηγές το
αναφέρουν ως Νέο Φρούριο (Kale-I Cedit) και Ιναντιγιέ (Inadiye) ενώ οι
βενετικές και ελληνικές ως Candia Nova .
Οι Οθωμανοί το είπαν Inadiye δίνοντας έμφαση στην
επιμονή τους να πολιορκούν το Ηράκλειο μέχρι να το κατακτήσουν (inad σημαίνει γινάτι) .
Ο Girolamo Brusoni ερμηνεύει την ονομασία σε
γεωγραφικό προσδιορισμό σε σχέση με τον Χάνδακα: «πάνω στο λόφο Abruscio οι
Τούρκοι κατασκεύασαν ένα φρούριο, ένα οχυρό στρατόπεδο, το οποίο ονόμασαν
Enantia, που θέλει να πει απέναντι από την Candia και αποκαλούνταν από τους κρητικούς χωρικούς
«Νέα Κάντια».
Πιθανά η προσέγγιση του Ενάντια είναι η ηχητική
απόδοση του Inadiye και η προσπάθεια ερμηνείας του από τους Βενετούς
πολιορκούμενους.
Στις μεταφράσεις του Σταυρινίδη στα έγγραφα του
Τουρκικού Αρχείου Ηρακλείου το φρούριο αναφέρεται ως Inadiye ή Kale- i- Cedit
που σημαίνει Νέο Φρούριο.
Η
δομή του Φρουρίου
Σύμφωνα με περιγραφή του Τούρκου περιηγητή Εβλιγιά
Τσελεμπή, που επισκέφτηκε την Κρήτη το 1667-1668, το φρούριο είχε πενταγωνικό
σχήμα και περίμετρο 3.050 βημάτων.
Διέθετε επίσης επιχωμάτωση πλάτους και ύψους δέκα βημάτων. Είχε τέσσερις πύλες: την πύλη του Χάνδακα στη βόρεια πλευρά, την πύλη του Βουνού, προς τη μεριά του όρους Γιούχτα, την πύλη του Βαροσιού στη δυτική πλευρά και μια ακόμα πύλη στην ανατολική πλευρά.
Ο θεμέλιος λίθος του φρουρίου μπήκε στις 22 Απριλίου
1650 και ολοκληρώθηκε μέσα σε τρεις μήνες, υπό την εποπτεία του αρχιστράτηγου
Ντελή Χουσεΐν Πασά .
Για την
κατασκευή του εργάστηκαν στη μεταφορά υλικών οι στρατιώτες των πολιορκητών,
χωρισμένοι σε τέσσερα τμήματα: οι στρατιώτες από τη διοίκηση του Χουσεΐν Πασά,
τα στρατεύματα της Ανατολίας, τα στρατεύματα της Ρούμελης και οι γενίτσαροι.
Επίσης ασχολήθηκαν με μισθό 300 λατόμοι από τον
τοπικό πληθυσμό των Χανίων και του Ρεθύμνου, καθώς και ξυλουργοί από τη γύρω
περιοχή, αλλά και 150 αιχμάλωτοι, οι οποίοι εργάστηκαν ως ασβεστοποιοί .
Παρόλα αυτά σημειώνεται ότι το φρούριο δεν ήταν
ιδιαίτερα ισχυρό και η κατασκευή του ήταν πρόχειρη και όχι ιδιαίτερα
επιμελημένη προσφέροντας ένα απλό οχυρό περίβολο για την κάλυψη των πυρομαχικών
και την εξασφάλιση ενός άνετου καταλύματος για τον Αρχηγό Πασά .
Η περιγραφή πάνω στο σχέδιο του Morezini μοιάζει με
μικρογραφία της Φορτέτζας Ρεθύμνου: έχει 6 προμαχώνες .Το τείχος εξωτερικά
φαίνεται να είναι επενδεδυμένο με πέτρες.
Σύμφωνα με μια έκθεση ενός βενετού στρατηγού, του
έτους 1651, η κατασκευή είχε γίνει βιαστικά λόγω του φόβου μιας επίθεσης από
τον Χάνδακα ή μιας εξέγερσης των Οθωμανών στρατιωτών.
Η
ζωή στο Φρούριο και έξω απ αυτό
Η ζωή μέσα στο φρούριο παρουσιάζεται γλαφυρά από τον
«ταξιδιώτη του κόσμου» Evliya Çelebi ως ιδιαίτερα έντονη: Στα βορειοδυτικά του
κάστρου μέσα σε λόφους και χαράδρες βρίσκεται το βαρόσι με 77.000 σπίτια και
δωμάτια για τους άγαμους στρατιώτες, εφτά τζαμιά, σαράντα μεστζίτια, τρεις
μεντρεσέδες, πέντε σχολεία, δύο τεκέδες, έξι πολύ μικρά χαμάμ, επτά χάνια και
ένα σύνολο 2000 εργαστηρίων/ καταστημάτων, όλα φτιαγμένα από ξύλο. Να σημειωθεί
όμως ότι η περιγραφή αυτή αφορά το βαρόσι έξω από το φρούριο, όπως αποτυπώνεται
και σε χάρτες της εποχής.
Εντός του φρουρίου αποτυπώνεται συχνά στους χάρτες μοναχά
η ύπαρξη ενός τζαμιού.Ωστόσο, έπειτα από περιγραφές γνωρίζουμε ότι εντός του
φρουρίου υπήρχαν 500 λιθόκτιστα σπίτια, οπλαποθήκη, αποθηκευτικοί χώροι
δημητριακών, δεξαμενές νερού, τρεις κρήνες, έξι τεμένη και φυλάκια περιμετρικά
του Inandiye .Στα τεμένη ξεχωρίζει εκείνο του Σουλτάν Μεχμέτ του Δ’, το οποίο
χτίστηκε το 1658.
Όταν η ανώτατη αρχηγεία των επιχειρήσεων ανατέθηκε
στο Μεγάλο Βεζίρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Κιοπρουλή Αχμέτ Φεζίλ Πασά, το
φρούριο γίνεται το χειμερινό οχυρό ενώ ο Κιοπρουλής μετακινεί το στρατηγείο του
και το εγκαθιστά στο Γιόφυρο, δυτικά του Φρουρίου του Χάνδακα.
Η σημασία όμως της Φορτέτσας παραμένει μεγάλη. Χωρίς να αρκείται στα βαρέα πυροβόλα όπλα που μεταφέρονται από το τουρκικό ναυτικό, κατασκευάζει ο ίδιος κοντά στην Κνωσό χυτήριο κανονιών και στη Φορτέτσα ένα πυριτιδοποιείο.
Η σημασία όμως της Φορτέτσας παραμένει μεγάλη. Χωρίς να αρκείται στα βαρέα πυροβόλα όπλα που μεταφέρονται από το τουρκικό ναυτικό, κατασκευάζει ο ίδιος κοντά στην Κνωσό χυτήριο κανονιών και στη Φορτέτσα ένα πυριτιδοποιείο.
Τελικά αποδείχθηκε πως όλα αυτά πραγματικά ήταν προσωρινά
καθώς το 1669, στην τελική φάση της πολιορκίας, ο Μεγάλος Βεζίρης Κιοπρουλού
Φαζίλ Αχμέτ πασάς διέταξε την ολοκληρωτική καταστροφή του οικισμού.
Αυτό έγινε με την πρόφαση της χρησιμοποίησης των υλικών σε διάφορες πολιορκητικές κατασκευές αλλά ο βασικός λόγος πρέπει να ήταν ότι ήθελε να ξεβολέψει τους πολιορκητές και να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να πετύχουν το στόχο τους.
Αυτό έγινε με την πρόφαση της χρησιμοποίησης των υλικών σε διάφορες πολιορκητικές κατασκευές αλλά ο βασικός λόγος πρέπει να ήταν ότι ήθελε να ξεβολέψει τους πολιορκητές και να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να πετύχουν το στόχο τους.
Η πόλη παραδόθηκε τελικά τον Αύγουστο του 1669.
Ωστόσο ίσως να μην γκρεμίστηκε, όπως περιγράφει ο
Τσελεμπί το 1669, κι αυτό επειδή το 1692 αναφέρεται ότι εκεί έδρευε μια μονάδα
γενιτσάρων και κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα καταγράφονται τρεις επισκευές του.
Το 1751 τα κατάστιχα του Καδή του Χάνδακα, το
Inadiye μαρτυρείται ως χωριό όπου καταγράφεται εξισλαμισμός χριστιανού κατοίκου.
Το 1842 αναφέρεται ως Φορτέτσα από τον Χουρμούζη Βυζάντιο στα Κρητικά του,
καθώς ο συνοικισμός συμπεριλαμβάνεται στα 15 χωριά της επαρχίας Τεμένους.
Στην περιοχή της Φορτέτσας από το 1898 λειτουργεί επίσημο
εκπαιδευτικό δίκτυο τόσο για τους μουσουλμάνους (έως το 1923) όσο και για τους
χριστιανούς κατοίκους της. Είναι δηλαδή βέβαιο ότι μετά την εποποιία του
Χάνδακα η Φορτέτσα παρέμεινε ένα ενεργό κοινωνικό κύτταρο, το οποίο στο πέρασμα
του χρόνου αναπτύχθηκε σε ένα σχεδόν αυτάρκη «οργανισμό», έως ότου πάρει τη
σημερινή μορφή του προαστίου του Ηρακλείου.
Το βέβαιο είναι ότι το φρούριο στην πορεία των ετών
ακόμα κι αν δεν γκρεμίστηκε από τους ίδιους τους Οθωμανούς παραμελήθηκε και
έχασε τελείως τη σπουδαιότητά του και ίσως να γκρεμίστηκε ή να αφέθηκε να
ρημάξει τελείως τον 19ο αιώνα. Σταδιακά στη θέση του χτίστηκαν νεώτερες
κατασκευές ενώ πάνω και γύρω απ αυτό αναπτύχθηκε η συνοικία της Φορτέτσας.
Θα ήταν πάντως ευχής έργο αν σ' αυτά τα λιγοστά
απομεινάρια του Φρουρίου τοποθετούνταν μια ενημερωτική πινακίδα ώστε ο
επισκέπτης να γνωρίζει την ιστορία και το ρόλο που έπαιξαν.
Ελένη Βασιλάκη
Ελένη Βασιλάκη
Πηγές: «Σχεδιάζοντας μια πολιτισμική- ιστορική
διαδρομή για τη Φορτέτσα Ηρακλείου» της Ασπασίας Βασιλάκη και «The Eastern Mediterranean under
Ottoman rule: Crete,
1645-1840» επιμέλεια, Antonis
Anastasopoulos,
2008
(ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε SITE χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα)
(ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε SITE χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα)
Η θέα του Ηρακλείου από το σημείο |
Κοντά στα απομεινάρια του τείχους μια όμορφη κρήνη με αραβική επιγραφή |