Ο ιερομόναχος
Ιερόθεος Αγιοπαυλίτης, κατά κόσμον Γεώργιος Ιδομενέως, ήταν ένα Αγιορείτης
μοναχός που άφησε το στίγμα του όχι μόνο
στο Άγιο Όρος, όπου πέρασε σημαντικό μέρος της ζωής του, αλλά και στη μοναστική
ζωή της Κρήτης.
Γεννήθηκε
στα Πεζά Ηρακλείου το 1869 από πολύτεκνους και ευσεβείς γονείς. Σπούδασε
φυσικομαθηματικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και ιατρική στο Μόναχο.
Εκεί, κατά τον βιογράφο του: «άστραψε φως μέσα
του που άνοιξε τα μάτια της ψυχής του προς ό,τι αιώνιο κι έριξε στη σκιά ό,τι
πρόσκαιρο. Το κάλεσμα του Θεού τον βρήκε ξαφνικά κι αναπάντεχα και ο Γεώργιος
υπήκουσε αμέσως…».
Το 1891 εκάρη
μοναχός στη μονή Αγίου Παύλου ενώ το 1893 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1903
πρεσβύτερος.
Η ευφυΐα
του, η γλωσσομάθειά του, η μόρφωση του έδωσαν λογιότητα, δυναμισμό, γνώση κι
εμπειρία στη μοναστική κοινότητα. Όμως δεν του έλειπε ο ένθεος ζήλος, το
γνήσιο, αθωνικό, μοναχικό ήθος και η ορθόδοξη πνευματικότητα.
Διακόνησε τη
μονή του ως εφημέριος, πνευματικός, γραμματέας και αντιπρόσωπος στην Ιερά Κοινότητα.
Διετέλεσε επίσης και γραμματέας του Μακεδονικού Αγώνα.
Το 1908
επέστρεψε στην Κρήτη τον τόπο καταγωγής του , το λαό της οποίας
υπηρέτησε ποικιλότροπα με τις πολλές του
γνώσεις, τα φλογερά κηρύγματά του, τις κατανυκτικές ιερές ακολουθίες, τις γραφές
και το ζωντανό του παράδειγμα.
Παρέμεινε επί τρεις δεκαετίες στο νησί ο Αγιορείτης μοναχός μεταφέροντας το αθωνικό άρωμα. Η ζωή του είναι λιτή και ασκητική.Το
διάστημα αυτό δεν καταλύει ποτέ κρέας ενώ δεν πίνει νερό, ούτε ένα ποτήρι, έξω
από την καθορισμένη ώρα.
Ανακαινίζει μονές και προσπαθεί να μεταφέρει
το γνήσιο κοινοβιακό πνεύμα στον τόπο μας. Γίνεται Γέροντας πολλών μοναχών και
μοναζουσών.
Ο αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευμένιος του ανέθεσε την πνευματική
ανασυγκρότηση των κρητικών μονών. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ανακαίνιση,
αναδιοργάνωση, επάνδρωση κι επανακοινοβιοποίηση της μονής Ιερουσαλήμ, της επαρχίας
Μαλεβιζίου, ως το 1924.
Κατόπιν
έγινε πρωτοσύγκελος Κρήτης και αδελφός της ιεράς μονής Αγκαράθου.
Έγινε για τους χωρικούς των τόπων του όχι μόνο
ο ευλαβής λειτουργός και ο άριστος Πνευματικός, αλλά και ο σοφός δάσκαλος, ο
καλός ιατρός, ο νομικός σύμβουλος, ο χρήσιμος γεωπόνος.
Μετά από
τριάντα χρόνια έχοντας πια κουραστεί, σωματικά και ψυχικά, ασχολούμενος με
πολλά, επιστρέφει στο Άγιο Όρος . Τα επόμενα δέκα χρόνια τρώει τόσο, όσο να
συντηρεί το σώμα του. Ο γλυκύς λόγος του και οι ωραίες επιστολές του
παρηγόρησαν πολλούς πονεμένους.
Ο θάνατος στις
21 Απριλίου του 1947 τον βρήκε ετοιμαζόμενο ν’ αποσυρθεί για μεγαλύτερη ησυχία
και προσευχή σ ένα Κάθισμα της μονής.
Αυτός που θα μπορούσε να γράψει πολλά
βιβλία, το μόνο που άφησε ήταν η καλλιγραφημένη αντιγραφή των Ασκητικών του
Μεγάλου Βασιλείου.
(Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το diakonima )