Στο οροπέδιο
των Αρμενοχανδράδων στη Σητεία και σε μικρή απόσταση από το χωριό των Αρμένων
βρίσκεται ο διατηρητέος οικισμός της Ετιάς.
Πρόκειται για ένα ερειπωμένο οικισμό, ακατοίκητο
σήμερα, όπου ελάχιστα σπίτια έχουν αναπαλαιωθεί και τα υπόλοιπα παραμένουν χαλάσματα μάρτυρες της ιστορίας και ακμής αυτού του τόπου.
Η Ετιά γνώρισε μεγάλη δόξα επί Ενετοκρατίας οπότε βρισκόταν υπό τη δικαιοδοσία της γνωστής
οικογένειας De Mezzο ωστόσο θεωρείται πως η ιστορία της ξεκινά νωρίτερα, κατά
την βυζαντινή περίοδο.
Στα δυτικά του οικισμού δεσπόζει η αναστυλωμένη
έπαυλη των De Mezzο που θεωρείται από αρχιτεκτονικής άποψης ένα ξεχωριστό
μνημείο (μπορείτε να διαβάσετε γι αυτήν εδώ).
Περιδιαβαίνοντας τα στενά της Ετιάς θα συναντήσει ο επισκέπτης τους βυζαντινούς ναούς της Αγίας Αικατερίνης και της Παναγίας καθώς κι εκείνον του Αγίου Ιωάννου. Στην περιοχή ακόμα λειτουργούσαν ο ερειπωμένος σήμερα βυζαντινός ναός του Αγίου Κωνσταντίνου, με ίχνη τοιχογραφιών, και ο μικρός, ερειπωμένος επίσης, ναός του Αγίου Αθανασίου, πίσω από την Έπαυλη.
Περιδιαβαίνοντας τα στενά της Ετιάς θα συναντήσει ο επισκέπτης τους βυζαντινούς ναούς της Αγίας Αικατερίνης και της Παναγίας καθώς κι εκείνον του Αγίου Ιωάννου. Στην περιοχή ακόμα λειτουργούσαν ο ερειπωμένος σήμερα βυζαντινός ναός του Αγίου Κωνσταντίνου, με ίχνη τοιχογραφιών, και ο μικρός, ερειπωμένος επίσης, ναός του Αγίου Αθανασίου, πίσω από την Έπαυλη.
Η γύρω περιοχή είναι εύφορη κι αυτό βοήθησε πολύ
στην ανάπτυξη του οικισμού κατά τους τελευταίους αιώνες της Ενετοκρατίας (15ος-17ος αιώνας). Αυτή
η ανάπτυξη είναι διακριτή ακόμα και σήμερα κοιτάζοντας τα χαλάσματα των σπιτιών
της.
Κατοικίες αρκετά άνετες για την εποχή, (μονόχωρες ή δίχωρες) με μεγάλα
τζάκια-παραστιές στο εσωτερικό τους που
λειτουργούσαν και για θέρμανση και για το μαγείρεμα, ξυλόφουρνοι στις αυλές,
καμάρες και ομορφοπελεκημένες πέτρες σε παράθυρα και εισόδους. Ωστόσο να
σημειώσουμε πως τα σωζόμενα, έστω και υπό τη μορφή ερειπίων κτίσματα που
βλέπουμε σήμερα είναι τα πιο μικρά και απλά καθώς υπήρχαν μεγαλύτερα κοντά στην
έπαυλη που κατεδαφίστηκαν μετά το 1899.
Το νοταριακό κατάστιχο του συμβολαιογράφου π. Γιάννη Χασαπλάδη Ρουσοψείρη με καταγωγή από την Ετιά (1609-1617) , δίνει αρκετές
πληροφορίες για τη ζωή στον οικισμό.
Εκτός από τους φεουδάρχες λοιπόν εκεί συναντάμε τους απλούς κατοίκους αγρότες
που ασχολούνται με την παραγωγή κρασιού, σιτηρών, λαδιού, οπωροκηπευτικών αλλά
και με την κτηνοτροφία. Η περιοχή είχε τουλάχιστον πέντε παπάδες, ορισμένοι εκ
των οποίων λειτουργούσαν και ως συμβολαιογράφοι. Ακόμα στην Ετιά ζούσαν
μάστορες διαφόρων ειδικοτήτων που εξυπηρετούσαν τους κατοίκους αλλά και κοντινά
χωριά (ράφτης, πεταλωτής, κτίστες, σιδεράς, μυλωνάδες).
Αναφορές στον οικισμό
Αναφορές στον οικισμό
Αναφορά στην Ετιά ως Etea κάνει ο Φραντσέσκο
Μπαρότσι το 1577 ενώ λίγα χρόνια αργότερα στην ενετική απογραφή του 1583 ο Καστροφύλακας αναφέρεται
σε αυτήν ως Ettea με πάνω από 560
κατοίκους. Ο Βασιλικάτα το 1630 την
απογράφει ως Ethea ενώ στην τουρκική
απογραφή του 1671 τη συναντάμε ως Nitye . Και στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834
τη βρίσκουμε ως Nethia με 2 χριστιανικές και 10 μουσουλμανικές οικογένειες.
Το 1881 στην απογραφή γίνεται αναφορά στον οικισμό
με το όνομα Ετηά με 18 χριστιανούς και
94 μουσουλμάνους κατοίκους αποτελώντας τμήμα του τότε δήμου Χαντρά. Αργότερα ,
το 1900 με την αποχώρηση των Οθωμανών απομένουν σε αυτό 8 κάτοικοι.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε site, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε site, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα