Η Ιερά Μονή Παναγίας Βρυωμένου, το όνομα της απαντάται στη
βιβλιογραφία και ως Βιργιωµένη ή Βρυωσµένη, ενώ ο κόσμος την αποκαλεί Βρυωμένη, βρίσκεται σε απόσταση περίπου
τεσσάρων χιλιομέτρων, ανατολικά του χωριού Μεσελέροι Ιεράπετρας, στην
κορυφογραμμή του όρους Σταυρός.
Φωλιασμένη σε μια
βραχώδη περιοχή, σε μια εκ φύσεως οχυρή και εξαιρετικής ομορφιάς θέση, όπου
παλιότερα, πριν τις καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων χρόνων, δέσποζε το
πράσινο και τα γάργαρα νερά, παραμένει αθέατη, παρόλο που βρίσκεται σε υψόμετρο
περίπου 600 μέτρων.
Είναι αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου, 8 Σεπτεμβρίου,
όμως το Μοναστήρι πανηγυρίζει κατά την εορτή της Κοιμήσεως στις 15 Αυγούστου.
Δυστυχώς, ελάχιστες πληροφορίες έχουμε στη διάθεσή μας για
την παλαιότερη ιστορία της Μονής, για τον κτήτορα και τούς μοναχούς που μόνασαν
εκεί κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της.
Στη θέση όπου βρίσκονται σήμερα οι Μεσελέροι υπήρχε η αρχαία
πόλις Ώλερος που ήκμασε στην κλασσική περίοδο και κατακτήθηκε από την ισχυρή
Ιεράπυτνα. Με παραφθορά του αρχαίου ονόµατος της Ωλέρου πήρε τη σηµερινή
ονοµασία του το χωριό. Μάλιστα η Ώλερος ήταν µία από τις αρχαίες πόλεις της Κρήτης
που αναφέρεται και από τον Όµηρο.
Λέγεται μάλιστα, χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί επιστημονικά,
πως ίσως ο πρώτος ναός της Παναγίας να κτίστηκε
επάνω στα ερείπια του αρχαίου ελληνικού ναού της Αθηνάς.
Υπάρχει μια παράδοση που μας λέει πως η εικόνα της Παναγίας
βρέθηκε στο σηµείο αυτό µέσα σε µια σπηλιά, σκεπασµένη µε βρύα, λόγω της υγρασίας.
Αυτά τα βρύα, κατά μια εκδοχή, έδωσαν και το όνομα τους στο μοναστήρι. Κατά μια
άλλη εκδοχή ωστόσο η ονομασία του οφείλεται στο ρήμα βρύω που σημαίνει γεμάτος, άφθονος με καρπούς, μαρτυρώντας πλούτο κατά την εποχή ίδρυσης της.
Ο ηλικιωμένος Γιώργος Καμπανταϊδάκης, που κατάγεται από την
περιοχή, μας διηγήθηκε πως ήταν τόσο πολύ το νερό στο σημείο που από τη Βρυωμένη ξεκινούσε το αυλάκι-καταπότης το οποίο οδηγούσε το νερό υδροδοτώντας τους Κουρήτες, (η παράδοση θέλει αυτά τα μυθικά όντα
να ζουν στην περιοχή κοντά στο χωριό). Ως παιδιά, θυμάται, έπαιζαν στο εγκαταλελειμμένο
μοναστήρι γύρω από το οποίο υπήρχαν πολλοί τάφοι, σχεδόν μισάνοιχτοι, με τα
πόδια τους να "βουτούν" στο εσωτερικό τους και να κινδυνεύουν με ατυχήματα. Σήμερα είναι εμφανής ένας τάφος στο εσωτερικό του ναού κι ένας έξω, μπροστά από τη νότια θύρα του.
Η δομή της Μονής
Η Παναγία του Βρυωμένου είναι σίγουρα ένα αξιόλογο
μοναστηριακό συγκρότημα, που παρουσιάζει δυο κύριες κατασκευαστικές
φάσεις. Η πρώτη ανάγεται στο 1401-1402,
κατά την οποία χτίστηκε και τοιχογραφήθηκε το ανατολικό τμήμα του καθολικού
καθώς και ο αρχικός πυρήνας των κελιών.
Η δεύτερη φάση, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η κατά μήκος
επέκταση προς δυσμάς του καθολικού και η κατασκευή ή, η επέκταση των κελίων και
των κοινόχρηστων χώρων του μοναστηριού, μπορεί να χρονολογηθεί βάσει των
μορφολογικών στοιχείων με την πλούσια αναγεννησιακή - μανιεριστική τεχνοτροπία,
περί τα τέλη του 16ου ή και τις αρχές του 17ου αιώνα. Την περίοδο αυτή η Μονή
γνώρισε και τη μεγαλύτερη ακμή της.
Στη σημερινή του μορφή το συγκρότημα περιλαμβάνει το
καθολικό, που βρίσκεται στο Ν.Δ. τμήμα του μοναστηριού και το οποίο
διατηρείται σε καλή κατάσταση. Το παλιό τέμπλο του έχει αφαιρεθεί, και όπως μας είπε
ο κ Καμπανταϊδάκης, έχει μεταφερθεί στην Παναγία τη Φανερωμένη πάνω από το Καλό Χωριό.
Το καθολικό είναι αφιερωμένο στο Γενέσιο της Θεοτόκου. Πρόκειται για μονόχωρο καμαροσκέπαστο ναό, δυο κατασκευαστικών φάσεων, όπως προαναφέρθηκε, που διαθέτει δυο θύρες εισόδου. Η
κύρια είσοδος ανοίγεται στο βόρειο τοίχο του δυτικού κλίτους. Πρόκειται για ένα
θύρωμα έντονου αναγεννησιακού χαρακτήρα. Η δευτερεύουσα, λιτά λαξευμένη θύρα, ανοίγεται στο νότιο τοίχο. Στο βόρειο τοίχο υπήρχε επίσης μια στενή θύρα εισόδου, με
ευθύγραμμο υπέρθυρο που φέρει οξυκόρυφο ανακουφιστικό τόξο. Η θύρα αυτή
τοιχίστηκε μεταγενέστερα και μετατράπηκε σε παράθυρο, πιθανότατα όταν
κατασκευάστηκε το δυτικό κλίτος.
Στο ανατολικό τμήμα του βόρειο τοίχου σώζεται η ιδιαίτερα επιμελημένη βάση του
καμπαναριού, η οποία ανήκει στην περίοδο της Βενετοκρατίας. Στο εσωράχιο του
παραθύρου του ίδιου τοίχου, μετά τις εργασίες συντήρησης, αποκαλύφθηκε γραπτή
κεφαλαιογράμματη επιγραφή, στην οποία αναφέρονται οι κτήτορες του ναού.
Το μνημείο είναι καταχωρημένο από τον Ιταλό G. Gerola στον
«Τοπογραφικό κατάλογο των τοιχογραφημένων εκκλησιών της Κρήτης», όπου και
εκείνος αναφέρει την κτητορική επιγραφή· «ΑΝΕΚΕΝΙΣΘΙ Ο ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΟΥΤΟΣ ΚΑΙ
ΘΕΙΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΗΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΔΙ
ΕΞΟΔΟΥ ΚΑΙ ΚΟΠΟΥ ΜΙΡΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ ΚΑΛΟΔΡΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΑΥΤΟΥ
ΠΑΡΑΣΚΕΒΗ(Σ) ΚΑΙ ΤΗΣ (ΑΔΕΛΦΗΣ ΑΥ)ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΣΙΝΗΣ ΜΟΝΑΧΗΣ ΕΠΙ ΕΤΟΥΣ 6910
(1401-1402)».
Ο ναός δηλαδή ανακαινίσθηκε από τον Μοναχό Μύρωνα Καλοδρόσιο και
την επίσης μοναχή αδελφή του Σωφροσύνη, με τη βοήθεια και της μητέρας τους
Παρασκευής.
Πρόκειται πιθανώς για την ίδια επιγραφή που αναφέρει ο Στέφανος Ξανθουδίδης ότι σωζόταν εν μέρει εντοιχισμένη, στο τύμπανο του ανακουφιστικού
τόξου της παλαιότερης θύρας εισόδου του ναού.
Ο ίδιος μελετητής περιγράφει επίσης, ότι εντός του ναού υπήρχε
τμήμα λίθου-πλάκας που έφερε λαξευμένη κεφαλαιογράμματη επιγραφή. Όπως
δημοσιεύει στο έργο του Χριστιανικαί Επιγραφαί εκ Κρήτης «... Έξω της εκκλησίας
ευρέθη λίθος ειργασμένος και χρησιμεύων άλλοτε ως υπέρθυρον εφ ου υπάρχει
επιπλέον χάραγμα φέρον την χρονολογίαν αφοζ´ (1577).
Επίσης ο Ξανθουδίδης περιγράφει μια ακόμα επιγραφή στο υπέρθυρο·«... Εντός της εκκλησίας
είδον τεμάχιον λίθου απεσπασμένου εκ της αρχικής του θέσεως φέρον λαξευτήν την
κάτωθι επιγραφήν «..... νος τον δη ρυγόωντα καθήρας ... ρεωεσθαι αντιμισθείαν
δέρκει ... λλίω ε´».
Έχομεν εν τούτω το
τελευταίον ήμισυ διστίχου ελεγειακού μετά της χρονολογίας. Και η μεν
συμπλήρωσις του ελλείποντος δεν μου φαίνεται εύκολος, η έννοια όμως του
ελεγείου, ως εξάγεται εκ του σωθέντος μέρους, είναι αύτη:·πάσχων τις εκ πυρετού
και καθαρθείς απ’ αυτού υπό του θείου (προφανώς της Θεοτόκου), προσφέρει
ανάθημα προς αντιμισθίαν μετά του επιγράμματος. Δια την ελλείπουσαν χρονολογίαν
τούτο μόνον δυνάμεθα να είπωμεν ότι οι αρχαΐζοντες χαρακτήρες της επιγραφής με
πείθουσιν ότι δεν είναι πιθανόν να τεθεί προ του 1500...».
Επομένως ο Ναός υπήρχε σχεδόν δύο αιώνες πριν από την ίδρυση
του μοναστηριού, αν λάβουμε υπόψη την μαρτυρία της επιγραφής που αναφέρει ως
έτος αποπεράτωσης του κτηριακού συγκροτήματος το 1577.
Τα έτη 1401-1402 ανακαινίσθηκε ο ναός που προϋπήρχε από τον Μοναχό Καλοδρόσιο ωστόσο, αυτό που είναι άγνωστο μέχρι σήμερα είναι το αν προϋπήρχε
παλιότερο μοναστηριακό κτίσμα στη θέση που σήμερα βρίσκεται η Μονή, δεδομένου
ότι συνηθιζόταν στην Κρήτη του 16ου αιώνα να παραχωρούνται από τούς φεουδάρχες
παλαιά μοναστήρια σε μοναχούς για να τα ανακαινίσουν.
Συμφώνα με τον Νίκο Ψιλάκη στο βιβλίο του «Μοναστήρια και
Ερημητήρια της Κρήτης», υπάρχουν ενδείξεις οι οποίες συγκλίνουν στην υπόθεση
περί λειτουργίας παλαιότερου μοναστηριού στη Βρυωμένη.
Ο τοιχογραφικός
διάκοσμος
Το ανατολικό κλίτος του καθολικού της Ιεράς Μονής του Βρυωμένου είναι κατάγραφο. Σύμφωνα με στοιχεία της 13ης Εφορείας Βυζαντινών και
Μεταβυζαντινών Μνημείων Κρήτης, που δημοσιεύονται στο Αρχαιολογικό Δελτίο 2004,
η εικονογράφησή του διαρθρώνεται σε επάλληλες ζώνες οι οποίες πλαισιώνονται με
κόκκινες διαχωριστικές ταινίες.
Η θεματολογία του τοιχογραφικού διακόσμου
αντλείται από τον Θεομητορικό και τον Ευαγγελικό κύκλο. Συγκεκριμένα το
εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού έχει ως εξής:
Οι τοιχογραφίες του Ιερού Βήματος ακολουθούν το παραδοσιακό
σύστημα.Στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης του Ιερού Βήματος εικονίζεται
η «Πλατυτέρα» κατά τον τύπο της Βλαχερνίτισσας, παράσταση η οποία συναντάται στους ναούς της Κρήτης στα τέλη του 14ου με αρχές του 15ου αιώνα.
Στο μέτωπο της κόγχης εικονογραφείται η συμβολική σκηνή της Φιλοξενίας του
Αβραάμ.Εκατέρωθεν των μετώπων του τεταρτοσφαιρίου της κόγχης
εικονίζεται ο Ευαγγελισμός, με την ασυνήθιστη παράσταση της Παναγίας να
ανασηκώνεται από το θρόνο. Στις παραστάδες, διατηρούνται οι παραστάσεις της
Άκρας Ταπείνωσης, που καθιερώνεται στους κρητικούς ναούς από τα τέλη του 14ου
αιώνα, καθώς και ενός διακόνου που στρέφεται προς τούς συλλειτουργούντες
Ιεράρχες.
Στον ημικύλινδρο της κόγχης εικονίζεται η παράσταση του
Μελισμού. Διατεταγμένοι ανά δυο, εκατέρωθεν της Αγίας Τράπεζας, εικονίζονται,
τέσσερις συλλειτουργούντες Ιεράρχες. Από αριστερά προς τα δεξιά εικονίζονται ο
Πέτρος Αλεξανδρείας, ο Άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Οι παραστάσεις των
Ιεραρχών συνεχίζονται και στους πλευρικούς τοίχους του Ιερού. Διακρίνεται ο
Άγιος Νικόλαος.
Στο βόρειο τοίχο κατασκευάστηκε αργότερα μια τετράγωνη κόγχη
και η κτιστή πρόθεση. Το μέτωπο της κόγχης είναι ζωγραφισμένο με σταυρό, στις
γωνίες του οποίου αναγράφονται τα συμπιλήματα ΙΣ ( Ιησούς) ΧΣ (Χριστός) ΝΙ-ΚΑ,
ενώ οι πλευρές της κοσμούνται με φλεβώσεις που σχηματίζουν τρίγωνα. Στο νότιο
τοίχο του Ιερού, επάνω από τούς Ιεράρχες, απεικονίζονται, μέσα σε ορθογώνιο πλαίσιο τέσσερις μορφές αγίων, ο ένας εκ των οποίων ταυτίζεται, με
επιγραφή, με τον Άγιο Ρωμανό.
Στο εικονογραφικό πρόγραμμα της καμάρας ιστορούνται σε δυο
επάλληλες ζώνες, σκηνές από τον Χριστολογικό και τον
Θεομητορικό κύκλο. Η επιλογή και η διάταξη των εικονογραφικών θεμάτων του ναού
παρουσιάζουν έντονη απόκλιση από το καθιερωμένο σύστημα.
Το βόρειο τμήμα της
καμάρας του Ιερού, μέχρι το σφενδόνιο, καταλαμβάνει η παράσταση της Ανάληψης.
Το αντίστοιχο νότιο τμήμα καταλαμβάνει η ενδιαφέρουσα παράσταση της Γέννησης
του Χριστού, η οποία έχει πάρει την θέση της παράστασης της Πεντηκοστής.
Στο
βόρειο τμήμα της καμάρας του κυρίως ναού, εικονίζονται τέσσερις σκηνές από τον
Βίο των Παθών. Αριστερά, την ανώτερη ζώνη καταλαμβάνει η παράσταση της
Σταύρωσης. Αριστερά, την κατώτερη ζώνη καταλαμβάνει η παράσταση του Επιτάφιου
Θρήνου. Δεξιά, το ανώτερο τμήμα της καμάρας είναι η παράσταση της
Ανάστασης του Κυρίου (εις Άδου Κάθοδος). Δεξιά, στο κατώτερο τμήμα της καμάρας υπάρχει η παράσταση των Μυροφόρων. Αριστερά, το ανώτερο τμήμα της καμάρας καταλαμβάνει η πολύ φθαρμένη παράσταση της Υπαπαντής. Αριστερά στο ανώτερο τμήμα
της καμάρας βλέπουμε την παράσταση της Βάπτισης. Αριστερά, στο κατώτερο τμήμα
της καμάρας εικονίζεται το Γενέσιον της Θεοτόκου. Η παράσταση σώζεται σε αρκετά
καλή κατάσταση. Πίσω από την Άννα
παριστάνεται η σκηνή της συνάντησης του Ιωακείμ και της Άννης, σκηνή από τα
Απόκρυφα, που εικονίζει τούς γονείς της Θεοτόκου αγκαλιασμένους. Δεξιά, το
κατώτερο τμήμα της καμάρας τέλος καταλαμβάνει η παράσταση των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Το κλειδί της καμάρας κοσμεί σπειροειδές μοτίβο που
ποικίλλεται με φυτικό διάκοσμο και το οποίο διαχωρίζει τις παραστάσεις του
βόρειου και του νότιου τοίχου της καμάρας του ναού. Στους πλευρικούς τοίχους διακρίνονται
μορφές Αγίων. Στο βόρειο τοίχο του ναού παριστάνεται, ως φύλακας της εισόδου, ο
αρχάγγελος Μιχαήλ. Εικονίζεται σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, από τούς άλλους
αγίους. Είναι φτερωτός και φέρει πλήρη στρατιωτική στολή. Στο νότιο τοίχο,
παριστάνονται ολόσωμοι, μετωπικοί, τέσσερις άγιοι. Στο εσωράχιο του ενισχυτικού
τόξου εικονίζονται, αρκετά φθαρμένες, μορφές αγίων,που κρατούν
Ευαγγέλια και σταυρούς του μαρτυρίου.
Το ίσο μέγεθος των πινάκων του βίου της Θεοτόκου και των
Ευαγγελικών σκηνών, δίδει έμφαση στην τιμή της Παναγίας, στην οποία είναι
αφιερωμένο το καθολικό της Μονής.
Στον μικρό ναό της Παναγίας της Μονής Βρυωμένης δεν συναντά
κανείς τόσο την ποιότητα ζωγραφικής όσο και το εκτεταμένο εικονογραφικό
πρόγραμμα που συναντά σε άλλα μνημεία της υπαίθρου κατά την ίδια χρονολογική
περίοδο (Παναγία στα Καπετανιανά 1401-1402, Μονή Βαλσαμονέρου, Μονές Καρκασίων
Ιεράπετρας, Σκλαβεροχώρι).
Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Εμμανουήλ Μπορμπουδάκη «Η ποιότητα
της ζωγραφικής στο καθολικό της Ιεράς Μονής Βρυωμένης που ανταποκρίνεται σε μία
μέση καλαισθησία, όπως και το περιορισμένο, με επιλογές από το κύκλο των Παθών
και το βίο της Παναγίας, εικονογραφικό πρόγραμμα, που οφείλεται και στο μικρό
μέγεθος της εκκλησίας, αντιστοιχούν αναμφίβολα στις οικονομικές προϋποθέσεις
και το επίπεδο παιδείας του χορηγού μοναχού Μύρωνος Καλοδροσίου.
Στην
ενδιαφέρουσα όμως παράσταση της Γέννησης στη νότια πλευρά της καμάρας του
βήματος, αναγνωρίζονται εικονογραφικές διατυπώσεις και προσωπογραφικοί τύποι
(μορφές Παναγίας), γνωστοί από εικόνες της εποχής (εικόνα Γέννησης Volpi), έργα
κωνσταντινουπολιτών ζωγράφων, προσφύγων στο νησί, αντιπροσωπευτικά των
καλύτερων παραδόσεων της πρωτευουσιάνικης ζωγραφικής της περιόδου. Οι συσχετίσεις
αυτές μπορούν να ερμηνεύσουν την προέλευση και της συγκεκριμένης,
επαρχιακότερου χαρακτήρα, τάσης της τοιχογραφικής διακόσμησης στη Βρυωμένη.
Η ποιοτική εξάλλου διαφορά από τα υψηλής στάθμης πρότυπα
ενισχύει την άποψη της διαστρωμάτωσης της κρητικής ζωγραφικής από την αρχή της
περιόδου, ανάλογα με τις οικονομικές προϋποθέσεις και τις αισθητικές
προτιμήσεις των χορηγών».
Μαρτυρίες για τη Μονή
Σύμφωνα με νεότερα στοιχεία που δημοσίευσαν σε μελέτη τους
με τίτλο «Μοναστήρια της νοτιοανατολικής Κρήτης κατά την Ενετική περίοδο», στο
περιοδικό Ευκοσμία, οι Καθηγητές Δημήτρης Τσουγκαράκης και Ελένη
Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, βασιζόμενοι σε νοταριακές πηγές της εποχής, η Μονή
Βρυωμένου αναφέρεται σε νοταριακό έγγραφο του 1548:·Μια χήρα από το γειτονικό
χωριό Μακρυλιά δωρίζει στον Ηγούμενο της Μονής Μολυμπέα μια φάμπρικα.
Επίσης, αναφέρεται στα έτη, 1570 σε μια διαθήκη και στα 1602
και 1603 όταν Ηγούμενος ήταν κάποιος Μοναχός Καλύβας, ο οποίος πούλησε σε ένα
κάτοικο της Κριτσάς το 1/4 του νερόμυλου που διατηρούσε η Μονή στην περιοχή
Ιστρώνα (σημερινό Ίστρο Καλού Χωριού).
Το έτος 1615
μαρτυρείται ότι ο Ηγούμενος Ιερεμίας Τζαμάνης, ο επονομαζόμενος Βιολής,
πούλησε ένα οινάμπελο. Σημαντική πληροφορία μας δίδει μια απογραφή του 1637,
όπου αναφέρεται ως Ηγούμενος κάποιος
Μάξιμος Μελισσηνός και η Μονή ονομάζεται Φανερωμένη (Monastero della nostra
Dona) και αριθμεί 10 μοναχούς. Επίσης
αριθμούσε δύο μέλη από την οικογένεια των Σεβήρων, που ήταν απόγονοι του
ευγενούς Αντωνίου Μουάζου.
Σύμφωνα με την απογραφή το Μοναστήρι παρήγαγε λάδι, κρασί,
σιτηρά και δημητριακά. Τέλος, η Μονή αναφέρεται και από τον Λατίνο Επίσκοπο της
Ιεράπετρας το 1641.
Όλες οι παραπάνω μαρτυρίες συγκλίνουν στο ότι το μοναστήρι
λειτουργούσε κανονικά και σε πλήρη ακμή κατά την Ενετοκρατία και είχε τις
προϋποθέσεις να επιβιώσει και τα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τη ζωή και
τη δράση της Μονής, πέρα από την παράδοση που θέλει το Μοναστήρι να είναι
σημαντικό κέντρο επαναστατικής δράσης στην ευρύτερη περιοχή της επαρχίας
Ιεράπετρας.
Σύμφωνα με το τοπωνυμικό αρχείο, του ιστορικού αρχείου του
Ιστορικού Μουσείου Κρήτης στο Ηράκλειο,
«υπήρχε εκεί κοινόβιος μονή των γενεθλίων της Θεοτόκου-κέντρο
επαναστατών». Με βάση την παράδοση, το
μοναστήρι, όχι μόνο λειτουργούσε κατά τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά
και ήταν τόπος φιλοξενίας και υπόθαλψης των επαναστατών από τούς μοναχούς.
Η ερήμωση της Μονής υπολογίζεται ότι έγινε πριν από την
μεγάλη ελληνική επανάσταση του 1821. Μια άλλη παράδοση όμως αναφέρει ότι κατά
το 1821 πραγματοποιήθηκε εκεί η πρώτη συνέλευση των οπλαρχηγών της Ανατολικής Κρήτης, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι
μόλις το πληροφορήθηκαν να πολιορκήσουν το μοναστήρι και να το καταλάβουν, ενώ
οι μοναχοί κατέφυγαν σε κάποιο κοντινό σπήλαιο.
Πάντως, σύμφωνα με την μαρτυρία του Γάλλου Πρόξενου A.
Fabreguettes, που επισκέφθηκε την περιοχή το έτος 1834, το μοναστήρι δεν
λειτουργούσε τότε και το αναφέρει ως παλαιό εγκαταλελειμμένο.Λίγα χρόνια, λοιπόν, μετά την επανάσταση το Μοναστήρι ήταν
έρημο και εγκαταλελειμμένο. Επίσης ο Γάλλος Πρόξενος αναφέρει μια γνωστή
παράδοση για την ύπαρξη 100 πυλών ενός παλαιού μοναστηριού της επαρχίας
Ιεράπετρας και περιγράφει τη Μονή Βρυωμένης, για την οποία η παράδοση αναφέρει
ότι είχε 101 πύλες, από τις οποίες έχουν βρεθεί οι 100.
Προφανώς ήταν απόδειξη της οικονομικής ευρωστίας της Μονής
εκείνα τα χρόνια. Όπως χαρακτηριστικά γράφει·«8 Ιουνίου. Περίμενα να βρω ένα
μεγάλο και όμορφο μοναστήρι (άλλωστε
γνώριζα ότι ήτο εγκαταλελειμμένο), αφού και εδώ υπάρχει ακόμη η παράδοση των
εκατό μιας πορτών από τις οποίες δεν βρίσκονται παρά οι εκατό. Οι ελπίδες μου
διαψεύσθηκαν βλέποντας μια μονή που είχε καταρρεύσει πρόσφατα και της οποίας οι
εκατό πόρτες περιορίζοντο σε εικοσιπέντε εισόδους κελιών μοναχών. Η θέση της
μονής είναι άλλωστε αρκετά τερπνή και ευχάριστη αν και η μικρή κοιλάδα είναι
πολύ στενή και η ορατότης πολύ περιορισμένη...».
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1845, ήλθε στην Κρήτη ο Raulin, ο
οποίος παραθέτει στο έργο του «Φυσική περιγραφή της Κρήτης» αποσπάσματα από την
περιγραφή του Fabreguettes, επιβεβαιώνοντας ότι το κτηριακό συγκρότημα της
Βρυωμένης ήταν εγκαταλελειμμένο. Πάντως κατά τον G. Gerola τα κτήρια της Μονής
χρησιμοποιήθηκαν ως θερινή κατοικία του Επισκόπου Ιεράπετρας.
Τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα η Μονή είχε υπαχθεί
ως μοναστηριακό εξάρτημα στην Ιερά Μονή Φανερωμένης Γουρνιών και συνέχισε την
πορεία του ως Μετόχι της. Στα κελιά έμενε πλέον ο μοναχός-επιστάτης και
ορισμένες φορές μια μικρή συνοδεία που έρχονταν από την Μονή Φανερωμένης για
την καλλιέργεια των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του Βρυωμένου και την επιστασία των
βοσκότοπων.
Σύμφωνα με στοιχεία από το Αρχείο της Δημογεροντίας Λασιθίου
η Μονή είχε τεράστιες εκτάσεις, καλλιεργήσιμες και μη. Τα κτήματα αυτά, εκτός τον χώρο γύρω από την Εκκλησία, περιήλθαν στο
Ταμείο Εφέδρων Πολεμιστών Κρήτης, για την ενίσχυση και αποκατάσταση των
ταλαιπωρημένων οικογενειών των εφέδρων πολεμιστών της Μικρασιατικής εκστρατείας,
ενώ αρκετά κτήματα εκποίησε και ο Οργανισμός Διαχειρίσεως Μοναστηριακής
Περιουσίας Νομού Λασιθίου.
Από τότε ο σωζόμενος Ιερός Ναός και το
υφιστάμενο κτηριακό συγκρότημα της Μονής Βρυωμένου υπήχθησαν στην πλησιέστερη
Ενορία Μεσελέρων και έτσι η Μονή έγινε Ενοριακή.
Το υπέροχο βενετσιάνικο καμπαναριό |
Η Μονή στις μέρες μας
Τα τελευταία χρόνια, από το 1992 μέχρι και σήμερα, γίνεται
μια φιλότιμη προσπάθεια στερέωσης και αποκατάστασης των κελιών και των λοιπών
κτισμάτων της μονής με τη συνεργασία του Εφημερίου και των κατοίκων της Ενορίας
Μεσελέρων, της Ιεράς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας και της 13ης Εφορείας
Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Όσον αφορά στον ίδιο το ναό, έγινε με επίβλεψη της 13ης
Ε.Β.Α. κατασκευή δαπέδου από πωρόλιθο και καθαίρεση του οπλισμένου σκυροδέματος
επικάλυψης του θόλου, επέμβαση που είχε πραγματοποιηθεί αυθαίρετα στο παρελθόν. Επίσης κατασκευάστηκε νέα επικάλυψη με κονίαμα τύπου αστρακασβέστου.
Το 2004 έγινε ο καθαρισμός και η στερέωση του τοιχογραφικού
διακόσμου κι εκτός των άλλων εργασιών έγινε και καθαρισμός από ρύπους του
λιθανάγλυφου διακόσμου της βάσης του κωδωνοστασίου, καθώς και η καταγραφή και ο
καθαρισμός των γλυπτών θραυσμάτων αρχιτεκτονικών μελών που έχουν βρεθεί
διάσπαρτα.
Εκτός από τις Θείες Λειτουργίες που τελούνται κατά τις
Θεομητορικές εορτές και άλλες μέρες στον Ι. Ναό του Γενεσίου της Θεοτόκου,
πολλοί πιστοί προσέρχονται στη Μονή κατά την περίοδο του Δεκαπενταύγουστου για
να μετάσχουν στην ακολουθία των Παρακλητικών Κανόνων προς την Υπεραγία Θεοτόκο,
να προσκυνήσουν τη θαυματουργή εικόνα της και να λάβουν τη χάρη και την
προστασία της.
Επιμέλεια κειμένου Ελένη Βασιλάκη
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε SITE χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα
Πηγές : Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας και Έλλη Μαζωνάκη, "Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του Καθολικού της Μονής
Παναγίας Βερυωμένης στους Μεσελέρους Ιεράπετρας Κρήτης (1401/2). Συμβολή στην
Κρητική ζωγραφική του 15ου αιώνα" (2012).
«Τα δικαιώματα επί του απεικονιζόμενου μνημείου ανήκουν στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού (ν.3028/2002)» (Copyright Hellenic Ministry of Culture and Sports) (N.3028/2002). |
Η μεγάλου μεγέθους παράσταση του Μιχαήλ Αρχαγγέλου |
Η τραπεζαρία της Μονής |