Έχουμε
συνηθίσει να τη βλέπουμε στα χωράφια, τα οποία καλύπτει με ένα κιτρινοπράσινο
χαλί στην ανθοφορία της.
Άλλοι τη
χαρακτηρίζουν ως ένα φυτό χρήσιμο για τις καλλιέργειες κι άλλοι τη βλέπουν ως
ζιζάνιο και προσπαθούν να την εξολοθρεύσουν.
Πόσοι όμως
έχουν δοκιμάσει τους νόστιμους βολβούς της, που μοιάζουν με μικροσκοπικά
κρεμμυδάκια;
Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για ένα εκλεκτό έδεσμα όταν το πασπαλίσεις με μπόλικο αλάτι και το ζεστάνεις για λίγα λεπτά στο φούρνο;
Η ξυνίδα,
για την οποία ο λόγος, σε καιρούς δύσκολους αποτελούσε τροφή. Στις μέρες μας βέβαια λίγοι γνωρίζουν αυτή τη χρήση της και αναζητούν τους μικρούς βολβούς της ,όταν σκάβονται τα χωράφια.
Χωρίς αμφιβολία αποτελούν μια λιχουδιά πρώτης τάξεως, εφόσον καθαριστούν καλά
από το χώμα και τοποθετηθούν στο φούρνο να πάρουν λίγο χρώμα και να ψηθεί το
εσωτερικό τους. Εννοείται πως για καλύτερη γεύση προηγουμένως πασπαλίζονται με αλάτι. Εναλλακτικά γίνονται με τον ίδιο τρόπο και σε τηγάνι.Μετά καθαρίζονται σαν
φιστίκια και η γεύση τους... είναι μοναδική.
Η κατάλληλη εποχή για να συλλεγούν οι βολβοί είναι αμέσως αφότου οι αγρότες κάνουν βαθιά άρωση στις ελιές ή άλλες εκτάσεις
όπου φύεται το φυτό της ξυνίδας.
Με το σκάψιμο οι βολβοί βγαίνουν στην
επιφάνεια κι έτσι μαζεύονται εύκολα, αρκεί κάποιος να ξέρει να τους ξεχωρίσει
και να μην καταλήξει να μαζέψει «φυστικάκια», όπως λένε στη Ρόδο, τους βολβούς από άλλα
επικίνδυνα φυτά.
Για την
ιστορία να πούμε πως η ξυνίδα ή οξαλίδα, όπως διαφορετικά λέγεται, είναι ένα φυτό που ήλθε στη Μεσόγειο από τη Νότια
Αφρική, όπου επίσης τρωγόταν.
Αρχικά χρησιμοποιήθηκε στη Μάλτα ως καλλωπιστικό
φυτό. Στη συνέχεια όμως εξαπλώθηκε παντού εισβάλοντας σε κήπους και
καλλιέργειες. Στη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου έγινε ευρεία κατανάλωση
του, λόγω της πείνας που προκάλεσαν οι εχθροπραξίες.
Η παρουσία
της ξυνίδας στα χωράφια βοηθά ώστε να μην αναπτυχθούν άλλα ζιζάνια. Ωστόσο αυτό
δεν είναι πάντοτε καλό αφού έτσι παρεμποδίζεται η ανάπτυξη και χρήσιμων φυτών
ενώ γενικότερα περιορίζεται η βιοποικιλότητα στην περιοχή όπου έχουμε ξυνίδα.
Ελένη Βασιλάκη