Παρότι
σήμερα ερειπωμένος το μέγεθος και η μεγαλοπρεπής οικοδόμηση του μαρτυρούν πως
δεν ήταν ένα συνηθισμένος ναός. Ο λόγος για το Σωτήρα Χριστό στον
εγκαταλελειμμένο οικισμό της Μικρής Επισκοπής, κοντά στα Πάρτιρα.
Πράγματι το
κτίσμα αυτό αποτέλεσε τον καθεδρικό ναό της Επισκοπής Αρκαδίας, κατά τη
μεσοβυζαντινή περίοδο, οπότε η ανοικοδόμηση του είχε γίνει κατά τρόπο που να μαρτυρά τη σημασία και το ρόλο του.
Αρχιτεκτονικά
ο ναός αρχικά κτίστηκε ως απλός τετράστυλος, σταυροειδής με τρούλο και νάρθηκα.
Στη συνέχεια όμως μετασκευάστηκε και δέχθηκε στα νότια του την προσθήκη ενός μονόχωρου
καμαροσκέπαστου παρεκκλησίου του Αγίου Νικολάου.
Τα γωνιαία
διαμερίσματα του ναού καλύπτονται από ημικυλινδρικές καμάρες εκ των οποίων οι
ανατολικές στηρίζονται σε κτιστούς πεσσούς και οι δυτικές σε κίονες με
κορινθιακά , παλαιοχριστιανικά, κιονόκρανα σε δεύτερη χρήση.
Ο τριμερής νάρθηκας
στεγάζεται στο μέσο από κατά μήκος καμάρα και στα πλάγια από χαμηλότερες
εγκάρσιες ενώ επικοινωνεί με τον κυρίως ναό με τρία τοξωτά ανοίγματα.
Στις τρεις
ημικυλινδρικές αψίδες ανοίγονται μονόλοβα, τοξωτά παράθυρα.
Η ανέγερση
του έγινε με επεξεργασμένους πωρόλιθους, με χρήση χαλικιών στους αρμούς, καθώς
και δόμους από παλιότερο κτίριο σε δεύτερη χρήση με ενδιάμεσους πλίνθους στα κατώτερα και τα ανώτερα μέρη τους.
Εσωτερικά, στο ύψος γένεσης των θόλων, υπάρχει λαξευτός κοσμήτης που διαχωρίσει τη λαξευτή
τοιχοποιία στα ψηλότερα μέρη.
Κατά την
περίοδο της Ενετοκρατίας έγινε προσθήκη εξωνάρθηκα από τον οποίο σώζονται μόνο
τα λείψανα της τοιχοποιίας με θύρωμα που το πλαισιώνουν υστερογοτθικά βεργία.
Από τον
τοιχογραφικό διάκοσμο που έφερε ο ναός, και χρονολογείται από το 14ο
αιώνα, σώζονται ελάχιστα δείγματα που εξωτερικά δεν είναι εμφανή καθώς το κτίσμα
παραμένει κλειστό και περιφραγμένο με ψηλό συρμάτινο δίχτυ ώστε να αποτρέπεται
η πρόσβαση.
Το
παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου είναι επίσης τοιχογραφημένο,σύμφωνα με την
κτητορική επιγραφή, το 1444. Τις συγκεκριμένες τοιχογραφίες φιλοτέχνησε ικανός
ζωγράφος ο οποίος ακολούθησε τη συνδεδεμένη με την Κωνσταντινούπολη παράδοση
που επικράτησε στην Κρήτη από τα μέσα του 15ου αιώνα.
(Πληροφορίες
αντλήθηκαν από την έκδοση "Χριστιανικά Μνημεία της Κρήτης", της Συνοδικής
Επιτροπής Θρησκευτικού Τουρισμού της Εκκλησίας της Κρήτης- ΜΚΟ "Φιλοξενία" με
συγγραφείς τους Μιχάλη Ανδριανάκη και Κώστα Γιαπιτσόγλου)