Η Βιτσιλιά είναι ένα από τα πολλά καστροχωριά που έχουν καταγραφεί στην Κρήτη με ακμή κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Πρόκειται για ένα σχεδόν εγκαταλελειμμένο σήμερα οικισμό που βρίσκεται σε απόσταση 35 χιλιομέτρων από το Ηράκλειο, κοντά στο Αρκαλοχώρι.
Οι μόνιμοι κάτοικοι του το 2020 είναι μόλις 4 ενώ στην τελευταία απογραφή επέλεξαν να καταχωρήσουν ως μόνιμη κατοικία τους τα σπίτια τους εκεί 40 άτομα προκειμένου να μπορέσουν να οργανώσουν καλύτερα τον οικισμό και να να του προσφέρουν τη ζωή που τόσο έχει ανάγκη.
Δυστυχώς η προσπάθεια τους δεν εισακούστηκε από το Δήμο Μινώα Πεδιάδος που προτιμά να αντιμετωπίζει τη Βιτσιλιά ως ένα ερειπωμένο χωριό από το να της δώσει ξανά ζωή και φυσικά να κάνει έργα υποδομής που θα προσελκύσουν κι όχι θα διώξουν κατοίκους. Πολλοί είναι εκείνοι που αγαπούν αυτό τον τόπο αλλά δεν τους δίνονται τα μέσα για να κατοικήσουν εκεί. Ο οικισμός υδροδοτήθηκε με νερό που έφεραν οι ίδιοι οι άνθρωποι της Βιτσιλιάς από το Μηλιαρίσι ενώ επί δημαρχίας Χαράλαμπου Γιαννόπουλου δόθηκε και ρεύμα στο χωριό.
Στις αρχές της δεκαετίας του 70 έπαψε να κατοικείται, με την αποχώρηση και του τελευταίου κατοίκου της. Ωστόσο από το 2000 ξεκίνησε μια φιλότιμη προσπάθεια επανακατοίκησης και αναστύλωσης των παλιών κτισμάτων του, με σεβασμό στο παρελθόν του.
Η Βιτσιλιά είναι κτισμένη πάνω σε λόφο, σε υψόμετρο 480 μέτρων, και το όνομα της όπως λένε οι ντόπιοι σχετίζεται με το Χρυσαετό ή Σταυραετό ,που λέμε αλλιώς και Βιτσίλα. Ωστόσο η θέση του που προσφέρεται ως βίγλα μοιάζει πιθανότερο να μας δίνει και το όνομα του Vicilea (< vigilea < vigilia).
Παρότι τις περισσότερες πληροφορίες γι αυτό το χωριό τις γνωρίζουμε από την περίοδο της Ενετοκρατίας στην Κρήτη κατοίκηση σε αυτό έχουμε από τη νεολιθική περίοδο, όπως βεβαιώνουν τα ευρήματα σε σπηλαιώδη τάφο που εντοπίστηκε το 1953 από κατοίκους του.
Η δομή και η ζωή στον οικισμό το
Μεσαίωνα
Μελέτη πάνω στη
Βιτσιλιά έκανε ο Ιστορικός, Διευθυντής στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών
του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Χαράλαμπος Γάσπαρης, βασιζόμενες σε έγγραφα μέσω των οποίων έγινε ο διαμοιρασμός της
περιουσίας του Ιωάννη Dandulo μεταξύ των γιων και κληρονόμων του, Νικόλαου και
Φραγκίσκου.
Το πρώτο έγγραφο,που
φέρει χρονολογία 1387, αφορούσε στη νομή της
Βιτσιλιάς και μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τη δομή και τη ζωή στο
καστροχωριό αυτό της Κρήτης.
Όπως λοιπόν
προκύπτει από αυτό, η Βιτσιλιά ήταν χωριό με τείχος, χωρίς όμως να
γνωρίζουμε αν αυτό ήταν περιμετρικό ή κάλυπτε κάποια μόνο μέτωπά του .
Στον οικισμό
υπήρχαν δύο είσοδοι και στο εσωτερικό του δύο πύργοι. Ο ένας αποκαλούνταν μεσαίος, και πιθανότατα βρισκόταν στο μέσο του κάστρου, και ο άλλος μεγάλος ή
νότιος πύργος και ήταν η κατοικία των φεουδαρχών-ιδιοκτητών, με τη θέση του να προσδιορίζεται πολύ
κοντά στο τείχος.
Απέναντι από
τη δυτική πλευρά του μεγάλου πύργου και πολύ κοντά σ’ αυτόν υπήρχαν τρία
πατητήρια.
Κοντά επίσης στους δύο πύργους και στην
ανατολική πλευρά του κάστρου υπήρχε ένα μικρό σύνολο τεσσάρων κατοικιών ενώ
μέσα στον οικισμό βρισκόταν και εκκλησία με κοιμητήριο, έκτασης περίπου 50 τ.μ.
Από τη μια
πλευρά του μεγάλου πύργου υπήρχε μικρός φούρνος. Για τον υπόλοιπο χώρο του
κάστρου δεν παρέχονται ειδικά στοιχεία, εκτός από το γεγονός ότι υπήρχαν οι
κατοικίες των ανθρώπων που ζούσαν στο χωριό.
Ωστόσο στο
έγγραφο επισημαίνεται ότι στο δυτικό τμήμα του κάστρου βρίσκονταν περισσότερες
κατοικίες σε σχέση με το ανατολικό και κατά συνέπεια εκεί ήταν συγκεντρωμένος ο
περισσότερος πληθυσμός του χωριού, γι’ αυτό και τα δύο μέρη συμφώνησαν ότι
έπρεπε να ανεγερθούν νέες κατοικίες για να μετακομίσουν οι άνθρωποι που θα
ανήκαν πλέον στο ανατολικό μερίδιο, όπου λογικά θα πρέπει να υπήρχε ελεύθερος χώρος.
Γύρω από το κάστρο και ακολουθώντας το τείχος
υπήρχε αυλή, κοινή και για τα δύο μερίδια. Η ύπαρξη αυλής στα χωριά, τειχισμένα ή όχι, η οποία συνήθως
παρέμενε κοινή εφόσον το χωριό ανήκε σε περισσότερους ιδιοκτήτες, πρέπει να
ήταν συνηθισμένη, αν όχι πάγια, πρακτική, όπως αποδεικνύεται από τις πηγές της
εποχής.
Το κάστρο
Βιτσιλιά μοιράστηκε στη μέση μεταξύ των δύο κληρονόμων. Το δυτικό μερίδιο παραχωρήθηκε
στο Φραγκίσκο Dandulo, ενώ το ανατολικό στο Νικόλαο Dandulo. Οι δρόμοι του
κάστρου, οι δύο είσοδοί του και η εκκλησία με το κοιμητήριο παρέμειναν κοινά
αγαθά για όλους τους κατοίκους του κάστρου .Κατά τον ίδιο τρόπο παρέμειναν
κοινά και τα βοσκοτόπια του χωριού για τη βοσκή των ζώων, εκτός των προβάτων.
Κοινό και για τα δύο μέρη παρέμεινε, τέλος, και το μεσαίο πατητήρι, ενώ το
βόρειο θα ανήκε στο ανατολικό μερίδιο και το νότιο αντίστοιχα στο δυτικό.
Μεταξύ των
στοιχείων που θα παρέμεναν κοινά προς χρήση, περιλαμβάνονταν ακόμη όλες οι
υπόλοιπες εκκλησίες, τα νερά, οι αγροτικοί δρόμοι και οι ελεύθεροι χώροι που
υπήρχαν έξω από το κάστρο.
Ο μεσαίος
πύργος παρέμεινε ολόκληρος στο ανατολικό μερίδιο, γι’ αυτό και δεν υπάρχει
περιγραφή του. Το γεγονός ότι δεν μοιράζεται υπονοεί ότι πιθανότατα επρόκειτο
για κτήριο μικρότερο από το νότιο και ίσως με διαφορετική δομή που δεν ευνοούσε
την κατοίκησή του από τους φεουδάρχες ιδιοκτήτες ή την κατανομή του σε δύο
μερίδια.
Ο μεγάλος πύργος
Το έγγραφο
μας παρέχει αρκετές πληροφορίες για το μεγάλο ή νότιο πύργο, την κατοικία, όπως
τονίζεται, των ιδιοκτητών. Επρόκειτο για κτίσμα με ισόγειο και ένα όροφο. Στο
ισόγειο υπήρχε πόρτεγο, με σκάλα προς τον όροφο, κι επίσης αποθήκες που επικοινωνούσαν με σιταποθήκες .Υπήρχε ακόμη στάβλος
και η αυλή των δωματίων . Σε μία από τις πλευρές του πύργου, υπήρχε μικρός
φούρνος. Στον όροφο υπήρχε αντίστοιχο πόρτεγο το οποίο οδηγούσε σε μια μεγάλη αίθουσα με
τζάκι , σε τρεις κρεβατοκάμαρες, στη δυτική πλευρά του πύργου, και άλλη μία
κρεβατοκάμαρα στη βορειοανατολική γωνία. Η πρόσβαση στον όροφο και τα δωμάτιά
του γινόταν από το πόρτεγο του ισογείου και όχι από εξωτερική σκάλα.
Ο οικισμός σήμερα και η σύνδεση με το
χθες
Ο
εγκαταλειμμένος σήμερα οικισμός της Βιτσιλιάς, (κάποιοι κληρονόμοι κατοικιών τις
έχουν αναπαλαιώσει και τις χρησιμοποιούν τακτικά) βρίσκεται σε υπερυψωμένη
θέση, που ξεχωρίζει σε όλη την περιοχή.
Η ανατολική
πλευρά του οικισμού είναι απόκρημνη με εξαιρετικά δύσκολη την πρόσβαση στον
οικισμό από αυτήν, ενώ η νότια αρκετά επικλινής. Αντίθετα η κλίση του εδάφους
στη δυτική και κυρίως στη βόρεια πλευρά είναι ήπια με εύκολη πρόσβαση. Η
ιδανική αυτή θέση τράβηξε πιθανότατα κάποια εποχή πληθυσμό, ο οποίος είτε βρήκε
καταφύγιο σε ήδη υπάρχουσα οχύρωση είτε οργάνωσε σταδιακά έναν οχυρωμένο
οικισμό.
Παρά τις
αλλοιώσεις που έχει δεχτεί ο οικισμός στο πέρασμα των αιώνων, είτε από τις
αναπόφευκτες επεμβάσεις των ίδιων των κατοίκων είτε από τις καταστροφές που
φέρνει ο χρόνος και η εγκατάλειψη, διασώζονται κάποια στοιχεία που
επιβεβαιώνουν τις πληροφορίες που παρέχει το έγγραφο του 1387.
Στην
ανατολική πλευρά του οικισμού δεν φαίνονται ίχνη οχύρωσης, αφού είναι η πλέον
κάθετη και προστατεύεται από τη φύση του εδάφους, και τα σπίτια είναι κτισμένα
σχεδόν στην άκρη του γκρεμού. Η νότια πλευρά, αν και αρκετά επικλινής, διέθετε
τείχος. Στη βόρεια πλευρά διατηρείται σήμερα σε χαμηλό ύψος, που δεν ξεπερνάει
στο ψηλότερο σημείο το 1,5 περίπου μέτρο, συνεχής τοίχος από τη βορειοδυτική γωνία
του οικισμού μέχρι και τη βορειοανατολική, εκεί δηλαδή που αρχίζει ο γκρεμός .
Στη δυτική, πλευρά βρίσκονταν, όπως φαίνεται
και σήμερα, οι δύο είσοδοι του οικισμού και πιθανόν η σειρά των σπιτιών που
ήταν κτισμένα κατά μήκος της πλευράς αυτής να αντικαθιστούσε το τείχος.
Στο κέντρο
του οικισμού διασώζεται κατοικία ο βόρειος τοίχος της οποίας φανερώνει κτίσμα
μεγάλο και ισχυρό .Δεν αποκλείεται να πρόκειται για το μεσαίο πύργο του 14ου
αιώνα.
Αντίθετα, το
νότιο τμήμα του οικισμού και κοντά στο τείχος είναι πολύ κατεστραμμένο,
διασώζονται όμως ίχνη από μεγάλα κτίσματα, κάποιο από τα οποία ή και όλα μαζί θα
πρέπει να αποτελούσαν το μεγάλο νότιο πύργο, την κατοικία δηλαδή, σύμφωνα με το
έγγραφο, των ιδιοκτητών του χωριού.
Η δόμηση του οικισμού μοιάζει να ήταν εξαιρετικά πυκνή, όπως διακρίνεται και σήμερα στα σημεία όπου οι κατοικίες έχουν σωθεί.
Στον οικισμό διασώζεται η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού η οποία προφανώς είναι εκείνη που με το κοιμητήριο αναφέρεται στο έγγραφο του 1387.
Οι κάτοικοι της Βιτσιλιάς
Το χωριό Βιτσιλιά σπάνια εμφανίζεται στις πηγές των πρώτων αιώνων της βενετικής κυριαρχίας στο νησί. Περιλαμβάνεται ωστόσο στις απογραφές του 16ου και 17ου αιώνα.
Το 1583
καταγράφηκαν 28 κάτοικοι στο χωριό, ενώ το 1671, στα χρόνια δηλαδή της
οθωμανικής κυριαρχίας, 22 υπόχρεοι σε φόρο.
Ο πληθυσμός του δεν ξεπέρασε ποτέ τους 60
κατοίκους, ακόμη και κατά τον 20ο αιώνα στη διάρκεια του οποίου συγκροτούσε κοινότητα.
Τα απογραφικά
στοιχεία αποκαλύπτουν έναν μικρό οικισμό, σε αντίθεση με τα στοιχεία που μας
παρέχει το έγγραφο του 1387, με βάση τα οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως
ένας μάλλον μεσαίου μεγέθους οικισμός, λαμβάνοντας υπόψη τα πληθυσμιακά
δεδομένα της εποχής εκείνης.
Η καταγραφή
και η κατανομή των καλλιεργητών του χωριού μεταξύ των δύο μεριδίων μας δίνει 32
πρόσωπα, τα 29 από αυτά άνδρες και τα υπόλοιπα τρία γυναίκες. Η αριθμητική
υπεροχή του ανδρικού πληθυσμού οφείλεται στο γεγονός της καταγραφής
καλλιεργειών και όχι προσώπων. Υπολογίζοντας ως μέσο οικογενειακό συντελεστή
για εκείνα τα χρόνια το 4, στο χωριό κατοικούσαν κατά μέσο όρο 128 πρόσωπα.
Ο αυξημένος αυτός πληθυσμός οφείλεται μάλλον στην πυκνή
δόμηση του καστροχωριού και την οχύρωσή του, η οποία παρείχε ασφάλεια στους
καλλιεργητές.
Τον πληθυσμό του τον αποτελούσαν τόσο βιλάνοι, όσο και ελεύθεροι (franchi).Έξι από τα πρόσωπα αυτά φέρουν λατινικό επίθετο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για ιταλικής προέλευσης πληθυσμό. Από τα έξι αυτά πρόσωπα τα δύο, ο Νικολέτος και ο Τζανάκης Dandolo, φέρουν το επίθετο της οικογένειας των φεουδαρχών που κατείχαν το χωριό.
Από τα υπόλοιπα πληθυσμιακά χαρακτηριστικά του χωριού αξίζει να σημειώσουμε ότι από τις τρεις γυναίκες οι δύο καταγράφονται μεταξύ των καλλιεργητών ως κάτοχοι αμπελιών και η τρίτη ως «καλογραία» που κατείχε σπίτι στο χωριό.Μεταξύ των καλλιεργητών επίσης καταγράφονται τρεις παπάδες και ένας διάκος.
Η
μικροοικονομία του χωριού φαίνεται να βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στην
αμπελοκαλλιέργεια, γεγονός που δικαιολογεί και τα τρία μεγάλα πατητήρια που
υπήρχαν μέσα στο κάστρο, χωρίς βέβαια να λείπουν και οι υπόλοιπες καλλιέργειες
που χαρακτήριζαν την ύπαιθρο της μεσαιωνικής Κρήτης, τα δημητριακά δηλαδή και
τα οπωροκηπευτικά.
Και ενώ το κρασί ήταν προϊόν για εμπορική εκμετάλλευση, τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα και μαζί τα λίγα κτηνοτροφικά (αναφέρεται εκτροφή προβάτων) προορίζονταν για την κάλυψη των προσωπικών αναγκών των κατοίκων του χωριού και των φεουδαρχών ιδιοκτητών του.Κατά την κατανομή της περιουσιας του Dandulo καταγράφηκαν 37 αμπέλια,έξι κήποι,ένα «σώχωρο» και ένα περιβόλι.
Στην
περιφέρεια του χωριού υπήρχε, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής, και
βοσκότοπος, ο οποίος παρέμεινε κοινός προς χρήση από όλους τους κατοίκους του.Το αγροτικό τοπίο της
περιοχής συμπληρώνεται από τη συνηθισμένη χλωρίδα της κρητικής υπαίθρου. Κατά
την περιγραφή των συνόρων σημειώνονται αχλαδιές, ιτιά, αγριοσυκιά και αζώγυρος.
Μαζί με το κάστρο Βιτσιλιά είχε κατανεμηθεί και το γειτονικό χωριό Χαλασού (Caliso / Ghaliso). Οι κήποι με καρποφόρα δέντρα τόσο στη Βιτσιλιά όσο και στο Χαλασού προϋποθέτουν την ύπαρξη νερού για το πότισμά τους. Στην περιφέρεια του χωριού Χαλασού, όπως και σε εκείνη της Βιτσιλιάς, σημειώνεται η ύπαρξη ρυακιού (ίσως να πρόκειται για το ίδιο).
Στη Βιτσιλιά
πάντως ακόμα και σήμερα διακρίνεται το σημείο απ' όπου αντλούνταν νερό για τις ανάγκες
των κατοίκων ενώ ξεχωρίζει στο νότιο τοίχος δεξαμενή νερού-υδραγωγείο που φέρει
ειδικό κονιάμα και στο κέντρο του βάση στήριξης καθώς ενδέχεται να ήταν
στεγασμένη.Εντύπωση πάντως προκαλεί το γεγονός πως δεν αναφέρεται η παρουσία της στο έγγραφο κατανομής της Βιτσιλιάς παρότι τα χαρακτηρηστικά της παραπέμπουν στην Ενετοκρατία, ίσως και προγενέστερα.
Επιμέλεια Ελένη Βασιλάκη
( Πηγή: Χαράλαμπος Γάσπαρης "Ένα Καστροχωριό στη Μεσαιωνική Κρήτη: Βιτσιλιά, 1387" και ενημερωτικό του Συλλόγου Ανάπλασης Βιτσιλιάς).
Η Βιτσιλιά από μακριά |
Ο ναός του Τιμίου Σταυρού |
Το εσωτερικό του υδραγωγείου |
Παλιά ερειπωμένα σπίτια στο χωριό |