Το καερέτι προέρχεται από την τούρκικη λέξη "gayret" που σημαίνει προσφέρω μια μικρή βοήθεια σε κάποιον και η ρίζα της είναι αραβική.
Για την ακρίβεια στο βιβλίο του Βασίλη Ορφανού με τίτλο "Λέξεις τουρκικής προέλευσης στο κρητικό ιδίωμα" αναφέρεται πως η λέξη καερέτι σημαίνει υπομονή, εγκαρτέρηση, κουράγιο ενώ η φράση κάνω καερέτι σημαίνει συμπαρίσταμαι, δίνω κουράγιο σε κάποιον που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, κάνω υπομονή, προσπαθώ να αντέξω μια δυσκολία. Η φράση κάνω ένα καερέτι σε κάποιον πρακτικά παραπέμπει στη βοήθεια που του προσφέρεται εθελοντικά, και χωρίς αμοιβή, για μια εργασία, συνήθως γεωργική.
Το καερέτι ήταν μια καθιερωμένη πρακτική στις μικρές κοινωνίες του παρελθόντος στην Κρήτη.
Σε αντίθεση
με τη σημερινή αποξένωση και αδιαφορία του ενός για τα προβλήματα και τις δυσκολίες
του άλλου παλιά ο κόσμος και ο καθένας χωριστά, ήταν κοντά στα προβλήματα του
συγγενή, του γείτονά του, όλου του χωριού.
Ζούσαν όλοι μαζί
και ήταν αυτονόητο το να μοιράζονταν τις
χαρές και τις λύπες. Δεν δούλευαν τις Κυριακές και τις «σκόλες» αλλά τις
αφιέρωναν σε πράξεις που αναδείκνυαν αυτό το ενδιαφέρον για τον διπλανό ή για
όλο το χωριό.
Όταν ο
γείτονας ή o χωριανός ασθενούσε και δεν μπορούσε να κάνει τις αγροτικές εργασίες του, που έπρεπε να γίνουν πάση θυσία μια συγκεκριμένη εποχή, όλοι έτρεχαν να βοηθήσουν, χωρίς δεύτερη σκέψη.
Την Κυριακή
στην Εκκλησία και μετά τη θεία Λειτουργία, ο παππάς του χωριού ανακοίνωνε στους
χωριανούς ποιος είχε άμεσα ανάγκη για βοήθεια. Προέτρεπε το εκκλησίασμα να του συμπαρασταθούν, όπως δίδασκε και ο ίδιος ο Ιησούς πως πρέπει να κάνουμε με τον πλησίον μας.
Όλοι τότε έπαιρναν τα απαραίτητα εργαλεία και πήγαιναν στο χωράφι του ανθρώπου που δεν μπορούσε να δουλέψει κι έκαναν αντί γι αυτόν τις δουλειές του,χωρίς πληρωμή. Έτσι απλά για να εξυπηρετήσουν τον συγχωριανό τους.
Ήθελαν να κοιμούνται το βράδυ με ανάλαφρη τη συνείδηση τους πως είχαν κάνει το χρέος τους ως άνθρωποι απέναντι σ' εκείνον που έβλεπαν καθημερινά και αντάλλασαν μαζί του καλημέρα, ξέροντας πως κι αυτός θα έκανε το ίδιο για εκείνους στα δύσκολα.
Συνήθως το
καερέτι γινόταν στο λιομάζωμα, αλλά μπορούσε να γίνει και σε όλες τις άλλες δουλειές.
Στο θέρος, στο αλώνισμα, στον τρύγο και γενικά όπου υπήρχε ανάγκη. Ακόμη και σε
δουλειές του σπιτιού.
Όπως αναφέρει
ο Γιώργος Κονδυλάκης από τον Κρεββατά Βιάννου, με το καερέτι ξαναχτίστηκαν τα περισσότερα
σπίτια στο χωριό του αφότου τα
ανατίναξαν οι Γερμανοί.
Οι τοίχοι
των σπιτιών, στην πλειοψηφία τους, άντεξαν τους δυναμίτες και τις φωτιές, αλλά
οι σκεπές έπεσαν. Χρειάστηκαν ανακατασκευές με μεσοδόκια, καλάμια και ειδικό
χώμα.
Επειδή τα μεσοδόκια πολλές φορές σάπιζαν ή το
νερό διαπερνούσε τη σκεπή και ήθελε συνεχώς συντήρηση, όταν ήρθαν τα τσιμέντα
οι σκεπές αντικαταστάθηκαν με ταράτσες.
Ακόμη και
μέχρι τη δεκαετία του 70 οι ταράτσες στο
χωριό του κατασκευάζονταν κάποια Κυριακή,
μετά την Εκκλησία, από όλους τους χωριανούς με καερέτι.
Ο ιδιοκτήτης πλήρωνε μόνο τα υλικά και τον
μάστορα για τα εργαλεία που έφερνε. Όλες οι εργασίες γινόταν
χειρωνακτικά. Με την παλάμη (φτυάρι), τον μαλά (μυστρί), το σκεπάρνι και τους
κουβάδες.
Στο τέλος συνήθως «έπιναν ένα κρασί» με τηγανοκούλουρα
για να είναι «καλοστερέωτη» η ταράτσα.
Μοναδικό
εμπόδιο η Αστυνομία. Αν τους έπιανε τους οδηγούσε στο κρατητήριο αφού δεν
υπήρχε άδεια της οικοδομής, η οποία στην αρχική της μορφή είχε κτιστεί ίσως και
επί τουρκοκρατίας.
Αργότερα η
διαδικασία έχασε το αληθινό της νόημα και αφορούσε στην δωρεάν εργασία των
αγροτών στους έχοντες, «από υποχρέωση» όπως έλεγαν και συνήθως προσφέρονταν
όλες τις μέρες.
Σήμερα το καερέτι έχει ατονίσει και γίνεται μόνο
μεταξύ συγγενών και φίλων ανταποδοτικά.
Στη φωτογραφία που παραθέτουμε βλέπουμε Κρεββατιανούς άνδρες και γυναίκες σε οικοδομικές εργασίες
στο χωριό τη δεκαετία του 60. Κατασκευάζουν την ταράτσα της δεξαμενής ύδρευσης
(Φωτ. Μαρία Αντωνάκη (Μαρίκα του Παπαδιού), τις πληροφορίες μας διέθεσε ο Γιώργος Κονδυλάκης ).
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ αυστηρά η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε site, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα