Στο ψηλότερο σημείο της πλαγιάς,σε υψόμετρο 638 μέτρων στον αρχαιολογικό χώρο της Ονιθές στα Γουλεδιανά Ρεθύμνου, χωροθετείται η ακρόπολη της, η οποία ακόμα δεν έχει ανασκαφεί.
Μοιάζει να γνώρισε
διάφορες κατασκευαστικές φάσεις με την υφιστάμενη μορφή της να είναι
ανακατασκευή των ελληνιστικών χρόνων, περίοδο κατά την οποία πολλές κρητικές
πόλεις συμπλήρωσαν ή επανακατασκεύασαν τις οχυρώσεις τους.
Η ακρόπολη
ορίζεται προς νότο από απότομο γκρεμό και για το λόγο αυτό δεν υπάρχει
οχύρωση προς την πλευρά αυτή.
Οι δύο άλλες πλευρές της περικλείονται από τείχος, το οποίο σχηματίζει ορθή γωνία, με μήκος πλευράς 12 μέτρων.
Στη δυτική
πλευρά, όπου υπήρχε η πύλη, υψωνόταν ένας πύργος, που σήμερα είναι δυσδιάκριτος και είχε ρόλο ελέγχου του σημείου.
Ακόμη
δυτικότερα, ο βράχος έχει λαξευτεί σχηματίζοντας ένα επίμηκες άνοιγμα (εν είδει
διώρυγας), με δάπεδο σε δύο επίπεδα και με λαξευτό θωράκιο προς το γκρεμό. Η
λειτουργία του σχετίζεται με τις οχυρωματικές ανάγκες, ίσως να ήταν παρατηρητήριο
φρουράς.
Η υψηλή και
φυσικά οχυρή θέση της ακρόπολης επιτύγχανε εξαιρετική κατόπτευση τόσο του
οδικού άξονα από και προς τον Άγιο Βασίλειο, που συνδέει το νότιο με το βόρειο
τμήμα του Νομού Ρεθύμνου, όσο και της κοιλάδας που συνδέει την επαρχία Αγ.
Βασιλείου με εκείνη του Αμαρίου.
Η καίρια
θέση του Πύργου-σημείο στρατηγικά ευνοημένο-πρέπει να τον κατέστησε συχνά
θέατρο πολεμικών μαχών.
Στις
κρητικές επαναστάσεις που έλαβαν χώρα κατά τα νεότερα χρόνια (1821, 1878 και
1897) η Ονιθέ δεν απουσίασε, γεγονός που έχει καταγραφεί και στη δημώδη ποίηση.
Στο φόρο
αίματος της Ονιθές για την ελευθερία αναφέρεται ο ανώνυμος ποιητής που
σημειώνει:
«Άχι καημένη
Ονιθέ πού φαες παλικάρια
και εδά δεν κάνεις τίποτες παρά κουκιά και
ψάρια.
Ακόμη και οι λίθοι σου στο αίμα είναι βαμμένοι
κι άνθρωπος δε μπορεί να πει πόσοι ΄ναι
σκοτωμένοι…»
Το σύγχρονο
τοπωνύμιο «Ντάμπια», που συναντάμε στην περιοχή γύρω από την ακρόπολη, απηχεί την αντίστοιχη
έννοια από την οχυρωματική τέχνη (ντάπια=οχύρωμα, οχυρή θέση).
Ο Οχυρωματικός περίβολος
Ανηφορίζοντας
το εν πολλοίς αδιαμόρφωτο μονοπάτι στην παρυφή των κρημνωδών κλιτύων του
οροπεδίου της Ονιθές, συναντάμε την οχύρωση της αρχαίας πόλης.
Το οτι επρόκειτο για περίβολο είναι προφανές ενώ ο
οχυρωματικός χαρακτήρας του προκύπτει από τη μορφή, την έκταση και την ισχύ της
κατασκευής, καθώς και από τη συμπληρωματικότητά του ως προς τα υπόλοιπα
οχυρωματικά χαρακτηριστικά της θέσης.
Ο περίβολος
έχει σχεδόν τριγωνικό σχήμα, με τα άκρα του να απολήγουν στις απότομες και
απροσπέλαστες κλιτύες του οροπεδίου. Είναι κατασκευασμένος από ξηρολιθοδομή
με ακατέργαστους λίθους, ελάχιστοι εκ των οποίων φέρουν ίχνη κατεργασίας ή
χρήση κονιάματος.
Το πάχος του
περιβόλου κυμαίνεται μεταξύ 1,10-1,30 μέτρων και το μέσο ύψος του φτάνει το 1,30 μέτρα. Οι ανώτερες σειρές λίθων έχουν συμπληρωθεί και στα νεότερα χρόνια.
Ο χώρος, τον
οποίο περικλείει ο περίβολος, διαμορφώνεται σε δύο επίπεδα, ελαφρώς επικλινή. Η
ισχυρή συγκέντρωση λίθων στο εσωτερικό του υποδηλώνει την ύπαρξη κτισμάτων,
πιθανόν διοικητικού χαρακτήρα.
Ο τρόπος
οικοδόμησης του περιβόλου παραπέμπει σε πρώιμες κατασκευές, η αρχή των οποίων
θα μπορούσε να τοποθετηθεί στη Μετανακτορική περίοδο (περίπου 1400 π.Χ.).
Ο εντοπισμός
πρωτομινωικής και υστερομινωικής κεραμικής στην ευρύτερη περιοχή του Πύργου δεν
μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ύπαρξης ενός προϊστορικού οικισμού.
Κατά την
περίοδο που ακολούθησε την πτώση των μινωικών ανακτόρων, πλήθος εξωτερικών
κινδύνων, σε συνδυασμό με εσωτερικές έριδες και συγκρούσεις, ώθησαν τον
πληθυσμό σε ορεινές, απομονωμένες θέσεις.
Σε αυτή την
περίοδο ανασφάλειας, θέσεις όπως η Ονιθέ, με φυσική οχύρωση και άλλα
πλεονεκτήματα (όπως η επάρκεια νερού) αποδείχτηκαν ελκυστικοί προορισμοί.
(Πηγή: Κυριάκος Ψαρουδάκης, Αρχαιολόγος, Διευθυντής της ανασκαφής στην αρχαία Ονιθέ)