Στο φυσικό οχυρό ύψωμα που ονομάζεται Τρουλλί, στη Ρόκκα Κισσάμου Χανίων, συναντάμε απομεινάρια ενός βυζαντινού κάστρου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Είναι κτισμένο στην κορυφή του υψώματος, με δύσκολη πρόσβαση από τα νότια, και απεριόριστη θέα προς κάθε κατεύθυνση.
Έχει προσδιοριστεί χρονολογικά η κτήση του κατά τη βυζαντινή περίοδο και μάλλον μετά την ανακατάληψη της Κρήτης, τον 10ο αιώνα, με χρήση τουλάχιστον ως τον 13ο αιώνα. Τα ίχνη προγενέστερων κτισμάτων πάνω στο λόφο έχουν χαθεί, ωστόσο δεν αποκλείεται το εν λόγω σημείο να είχε χρήση και παλαιότερα.
Στο μικρό πλάτωμα της κορυφής είναι ευδιάκριτα σήμερα τα ερείπια υδατοδεξαμενών με τα χαρακτηριστικά επιχρίσματα τους αλλά και τμήματα άλλων κτισμάτων. Τουλάχιστον μια ακόμα μικρότερη υδατοδεξαμενή βρίσκεται χαμηλότερα στο απότομο μονοπάτι που μας οδηγεί στην κορυφή.
Να σημειώσουμε πως ανατολικά του λόφου ανοίγεται το βαθύ και βραχώδες φαράγγι της Ρόκκας (Δείτε εδώ). Βόρεια και δυτικά του υπάρχουν απρόσιτοι γκρεμοί και μόνο από τα νότια, απ' όπου και η μοναδική πρόσβαση προς το κάστρο, φαίνεται να υπήρχε οχύρωση.
Η θέση που επιλέχθηκε για να κατασκευαστεί το συγκεκριμένο κάστρο είναι προνομιακή από πολλές απόψεις. Μπορεί να εποπτεύει όλη τη βόρεια ακτή της Κισσάμου ενώ την ίδια ώρα έχει οπτική επαφή με την κοντινή Πολυρρήνεια και με όλους τους λόφους, τις μικρές πεδιάδες και τα περάσματα που ανοίγονται γύρω του.
Όπως μας περιέγραψε ο ιστορικός-αρχαιολόγος Νίκος Γιγουρτάκης, η θέση του κάστρου της Ρόκκας ήταν εξαιρετικής σημασίας καθώς προσέφερε πλήρη εποπτεία στον κόλπο της Κισάμου. Για τους βυζαντινούς ήταν ζωτικής σημασίας το πέρασμα Μονεμβασία-Δυτική Κρήτη. Έτσι είχαν στα Κύθηρα, πάνω στο βουνό του Αγίου Γεωργίου, φρούριο-βίγλα το οποίο μπορούσε στη διάρκεια της νύχτας να επικοινωνήσει με εκείνο της Ρόκκας, μέσω φωτιάς, και στη συνέχεια το φρούριο των Κυθήρων, με τον ίδιο τρόπο, με εκείνο της Μονεμβασιάς.
Σύμφωνα με τον κ. Γιγουρτάκη εκείνη την εποχή υπήρχε
ένα οργανωμένο δίκτυο επικοινωνίας
ανάμεσα σε απομακρυσμένες περιοχές που δυστυχώς σήμερα πια δεν μπορεί να
τεκμηριωθεί λόγω του ότι λείπουν τα ίχνη από τις "καμινόβιγλες".
Η μέγιστη "ωφέλιμη" (αξιοποιήσιμη) απόσταση
οπτικής επικοινωνίας ήταν τότε στα 32 μίλια περίπου, στη διάρκεια της νύχτας, και στα 35 χιλιόμετρα, στη διάρκεια της ημέρας. Έτσι παρότι τα μέσα της πειόδου εκείνης ήταν πενιχρά μπορούσαν άνετα αυτές τις αποστάσεις να τις
«εκμηδενίσουν» οι Βυζαντινοί και να εποπτεύουν τις περιοχές που τους ενδιέφεραν.
Να σημειώσουμε πως η ευρύτερη περιοχή όπου συναντάμε το κάστρο της Ρόκκας έχει προϊστορία από την Μινωική Περίοδο ενώ είχε κατοίκηση κατά τη Γεωμετρική, Αρχαϊκή μέχρι και τη Βυζαντινή εποχή.
Στο δε τμήμα της πλαγιάς κάτω από το Τρουλί βρίσκουμε κατάλοιπα
αρχαίου οικισμού με λαξευτές κατοικίες, δεξαμενές, κλίμακες και δίκτυο συλλογής
νερού που είχε κατοίκηση και την ενετική περίοδο (Δείτε εδώ).
Το ύψωμα Τρουλλί |
Επίχρισμα στη δεξαμενή χαμηλότερα από το κάστρο |
Το φαράγγι της Ρόκκας |