Η ιερά μονή Τιμίου Προδρόμου Ατάλης Μπαλή και η ιστορική διαδρομή της - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Η ιερά μονή Τιμίου Προδρόμου Ατάλης Μπαλή και η ιστορική διαδρομή της



Η επίσκεψη στους χώρους της μας επιφυλάσσει ένα μακρύ ταξίδι πίσω στο χρόνο. Οι γραπτές μαρτυρίες αλλά και τα κτίσματα της μας μεταφέρουν αιώνες πίσω σε εποχές ακμής αλλά και κατατροφών.

  

Η ιερά μονή Τιμίου Προδρόμου Ατάλης Μπαλή, για την οποία ο λόγος, βρίσκεται στο 30ο χιλιόμετρο της ΕΟ από Ρέθυμνο προς Ηράκλειο και περίπου 800 μέτρα από τον κεντρικό δρόμο.

  

Είναι κτισμένη στην ανατολική πλαγιά του λόφου της Αγίας Απακουής και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, που τιμάται στις 24 Ιουνίου (Γενέσιο) και στις 29 Αυγούστου (αποτομή της κεφαλής του).

   

Η περιοχή γύρω από το μοναστήρι είναι γεμάτη από μοναστικές μνήμες που συνθέτουν την εικόνα ενός τόπου με ιδιαίτερη λατρευτική σημασία.

  

Η ίδια η θέση της μονής εντυπωσιακή καθώς έχει απέραντη θέα προς το Κρητικό Πέλαγος και δύσκολα εντοπίζεται από τη θάλασσα. Εξάλλου αυτός ήταν και ο λόγος που κτίστηκε εκεί από τους πρώτους μοναχούς της.

  

Οι πρώτοι κτήτορες της φαίνεται να γνώριζαν τη μοναστηριακή αρχιτεκτονική και δεν παρέκκλιναν από τις βασικές αρχές της. Ορισμένες ιδιαιτερότητες του μοναστηριακού συγκροτήματος, όπως το παραλληλόγραμμο σχήμα του και η θέση του καθολικού, οφείλονται στην κλίση του εδάφους και στις συνθήκες της εποχής που επέβαλλαν την οχύρωση του.

  

Οι νεώτεροι αναστηλωτές διέσωσαν πολλά από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία της πρώτης κτίσης και προχώρησαν σε μια υποδειγματική αναστήλωση, με τη συνδρομή της 13ης Εφορίας Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων.

  

Η μονή λειτουργεί σήμερα ως κοινόβιο, υπό την προστασία του Αγίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχη, το παρεκκλήσι του οποίου ακριβώς απέναντι από την κοινή Τράπεζα κι είναι ένα από τα σημαντικά έργα που επιτέλεσε ο ηγούμενος της, αρχιμανδρίτης Παρθένιος Καλυβιανάκης.

  

Η ίδρυση της

  

Η χρονολογία ίδρυσης της μονής παραμένει άγνωστη. Ωστόσο είναι βέβαιο πως υπήρχε στο σημείο από την περίοδο της Ενετοκρατίας. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για την ιστορία της προέρχεται από ένα νοταριακό έγγραφο μίσθωσης κτημάτων, με χρονολογία 1628.

  

Μέχρι το 1635 υπήρχε στο σημείο ναΐσκος με ελάχιστα χαμηλά κελλιά, στα δυτικά του.

  

Ο αρχικός μικρός ναός, στη θέση του βορειοανατολικού κλίτους του σημερινού ναού, προϋπήρχε της μονής και δεν αποκλείεται η πρώτη κτίση του να φθάνει στην υστεροβυζαντινή περίοδο. Ο Μιχάλης Μ. Παπαδάκης κατέγραψε μια παλιά παράδοση με βάση την οποία όταν ήλθε ο ανακαινιστής Παχώμιος στο χώρο αυτό βρήκε μικρό εκκλησάκι, βυζαντινό και τοιχογραφημένο.

  

Τα ίχνη τοιχογραφιών που υπάρχουν στο βόρειο κλίτος του καθολικού στο ιερό βήμα και στην βόρεια πλευρά του ανατολικού πεσσού επιβεβαιώνουν την παράδοση αυτή.

  

Η περίοδος ακμής του μοναστηριού ξεκινά το 1635 τότε που έχουμε μοναστική και μοναστηριακή άνθιση στην Κρήτη. Τότε έγινε ριζική ανακαίνιση και οργάνωση του χώρου.

  

 Έτσι οικοδομήθηκε το μεγαλοπρεπές διαβατικό και ο πυλώνας της μονής, κτίστηκε το μεγάλο συγκρότημα κατά μήκος της αυλής, το ελαιοτριβείο, το τυροκομείο, η κρήνη και ο νερόμυλος της.

  

Το 1638 προστέθηκε νέος όροφος στα παλιά χαμηλά κελλιά του μικρότερου αρχικού συγκροτήματος, δυτικά του καθολικού, επειδή αυξήθηκαν οι μοναχοί του.

  

Πιθανότατα το 1640 να ολοκληρώθηκε και η Τράπεζα, όπως δείχνουν οι σωζόμενες τοιχογραφίες. Οι συγκεκριμένες τοιχογραφίες παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον καθώς είναι οι μοναδικές τοιχογραφίες τράπεζας μοναστηριού στην Κρήτη αλλά και από τις πιο σπάνιες του 17ου αιώνα, οπότε είχαν επικρατήσει οι φορητές εικόνες.

  

Μετά την ολοκλήρωση των έργων ριζικής ανακαίνισης η μονή πήρε την οριστική αρχιτεκτονική μορφή και οργάνωση που διατηρεί μέχρι σήμερα. Έγινε μια μονή φρουριακού τύπου παραλληλόγραμμού σχήματος.

  

Οργανωμένη τέλεια η μονή έγινε δυνατή και κατάφερε να επιβιώσει την Τουρκοκρατία συνεχίζοντας τη δημιουργική της πορεία μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Βέβαια αυτό δε σημαίνει πως δεν δοκιμάστηκε από τουρκικές επιδρομές και δεν υπέστη καταστροφές, ειδικά κατά τη μεγάλη Κρητική Επανάσταση. Το 1866 Οθωμανοί βεβήλωσαν τους ιερούς χώρους της και τη λεηλάτησαν. Εκείνη την περίοδο διακρίθηκε για τον αγώνα του εναντίον των Οθωμανών ο θρυλικός Μπαλιώτης ηγούμενος Γεράσιμος Πικράκης.

  

Δυστυχώς με το πέρασμα των χρόνων η μονή αποδυναμώθηκε κι έτσι με τον 276 καταστατικό νόμο της Εκκλησίας της Κρήτης, του 1900, κρίθηκε διαλυτή, όπως κι άλλες μονές όπου οι μοναχοί δεν ξεπερνούσαν τους έξι. Έχοντας τότε δύο μόνο μοναχούς προσαρτήθηκε ως μετόχι στη μονή Βωσάκου.

  

Σταδιακά έχασε την περιουσία της, είτε μέσω εκποιήσεων, είτε όταν κτήματα της περιήλθαν στο Ταμείο Εφέδρων Πολεμιστών Κρήτης είτε λόγω διαμοιρασμού γης της σε ακτήμονες γεωργούς.

  

Η απελευθέρωση της Κρήτης βρήκε έρημη τη μονή μετά από μια πορεία 350 χρόνων.

  

Το 1979 συνολικά 16 μονές και εξαρτήματα τους στο Ρέθυμνο χαρακτηρίστηκαν ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Ένα απ αυτά ήταν η ερειπωμένη μονή του Αγίου Ιωάννη.

  

Σταδιακά ξεκίνησε η αποκατάσταση των χώρων της και τον Απρίλιο του 1983 εγκαταστάθηκαν μόνιμα σε αυτήν νέοι μοναχοί που ανέλαβαν το δύσκολο έργο της αναστήλωσης της. Ο τότε αρχιμανδρίτης π. Άνθιμος Συριανός τέθηκε επικεφαλής αυτής της προσπάθειας.

  

Το καθολικό του μοναστηριού

  

Το καθολικό του μοναστηριού αρχιτεκτονικά ανήκει στον πιο συνηθισμένο τύπο ναών της Κρήτης, είναι δηλαδή δίκλιτο.

  

Τα δυο κλίτη επικοινωνούν μεταξύ τους με μεγάλα τοξωτά ανοίγματα. Χαμηλό τοξωτό άνοιγμα επιτρέπει την επικοινωνία και των δύο χώρων του Ιερού Βήματος, όπου υπάρχουν δύο Αγίες Τράπεζες και μια Αγία Πρόθεση.

  

Στο δάπεδο του ναού φαίνονται μέχρι σήμερα δύο τάφοι, προφανώς παλιών ηγουμένων .

  

Ο ναός παρουσιάζει δυο κτιριακές φάσεις. Στην αρχή κτίστηκε μικρός και χαμηλός ναός στη θέση του βορειοανατολικού κλίτους, ο οποίος ήταν κατάγραφος όπως μαρτυρούν τα σπαράγματα τοιχογραφιών του που σώζονται ως τις μέρες μας.

  

Αργότερα ο χώρος διπλασιάστηκε προς τα νότια και δυτικά και υψώθηκε η στέγη. Τότε διακοσμήθηκε με πλούσιο ανάγλυφο διάκοσμο η μνημειώδης πρόσοψη του που βρίσκεται στα νότια, η οποία και γίνεται η κύρια είσοδος του διατηρώντας τη μικρή είσοδο στα βόρεια ως δευτερεύουσα.


(Οι πληροφορίες για το μοναστήρι αντλήθηκαν από την έκδοση «Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Ατάλης-Μπαλή» με συγγραφέα το Μιχάλη Τρούλη)


 ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική του περιεχομένου του παρόντος σε οποιοδήποτε site, χωρίς προηγούμενη άδεια της κατόχου του Ελένης Βασιλάκη, Νόμος 4481/2017 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα














Η θέα από την αυλή του μοναστηριού


Σελίδες