Με λαμπρότητα και πνευματική κατάνυξη, παρά τις διαφορετικές συνθήκες που επικράτησαν
φέτος λόγω κορωνοϊού, γιορτάστηκαν τα Θεοφάνεια στο καθολικό της Ιεράς Μονής
Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη, ολοκληρώνοντας έτσι την περίοδο του Αγίου
Δωδεκαημέρου.
Της πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας και της Ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού προέστη ο Ηγούμενος της Μονής, πανοσιολογιώτατος αρχιμανδρίτης Βαρθολομαίος Βογιατζόγλου, συμπαραστατούμενος από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Επανωσήφη.
Στο μέσο του ναού, κάτω από αψίδα με βάγια και στολισμένη με αλεξανδρινά των Χριστουγέννων, η κολυμβήθρα όπου τελέσθηκε ο Μέγας Αγιασμός, τον οποίο είθισται οι πιστοί να μεταφέρουν στα σπίτια τους για ευλογία, διατηρώντας τον όλο το χρόνο.
Η υμνογραφία της ημέρας
Να σημειώσουμε πως πέρα από την ίδια τη σημασία της μεγάλης Δεσποτικής γιορτής αξίζει κανείς να σταθεί στην υμνογραφία των Θεοφανείων, η οποία είναι απαράμιλλου
κάλλους.
Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται έργα σπουδαίων υμνογράφων από τα
λαμπρότερα που έχει εντάξει στην υμνογραφία της η Εκκλησία μας.
Ξεχωριστή η ευχή-ποίημα του Αγίου Σωφρονίου, Πατριάρχου Ιεροσολύμων, που
διαβάζεται στη διάρκεια του Μεγάλου Αγιασμού.
Σας την παραθέτουμε στη νεοελληνική γλώσσα (πολυτονικό) ώστε να είναι κατανοήτη κάθε λέξη της υπέροχης αυτής ευχής, που ίσως κάποιες φορές να μην καταλαβαίνουμε επαρκώς ακούγοντας την στην Εκκλησία :
"Ἁγία Τριάς, ὑπερούσια, ὑπεράγαθη, παντοδύναμη, ἀόρατη, ἀκατάληπτη,
δημιουργέ τῶν νοερῶν ἀγγέλων καί τῶν λογικῶν ἀνθρώπων· ἡ ἔμφυτη ἀγαθότητα· τό φῶς
τό ἀπρόσιτο· πού φωτίζει καί ἁγιάζει, κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο,λάμψε
καί σέ ἐμένα, τόν ἀνάξιο δοῦλο Σου. Φώτισέ μου, τῆς διανοίας μου τά μάτια, γιά
νά τολμήσω καί ἐγώ, νά ἀνυμνήσω, τίς ἄμετρες εὐεργεσίες Σου, καί τήν δύναμή
Σου. Δέξου τήν δέησή μου, γιά χάρη τοῦ λαοῦ Σου, πού στέκει γύρω μου.
Μήν ἀφήσεις, τά πλημμελήματά μου, νά ἐμποδίσουν τό Πνεῦμα
Σου τό Ἅγιο, νά ἔλθει καί ἐδῶ. Κάμε συγκατάβαση· καί ἄφησέ με, καί ἐμένα τόν ἁμαρτωλό,
νά φωνάξω τώρα, καί νά εἰπῶ καί ἐγώ, Ὑπεράγαθε: Σέ δοξάζομε, Δέσποτα
φιλάνθρωπε· παντοκράτωρ· προαιώνιε βασιλέα μας. Σέ δοξάζομε, τόν Κτίστη μας καί
Δημιουργό μας.
Σέ δοξάζομε, Ἐσένα, τόν μονογενῆ Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού
γεννήθηκες, ἀπό τήν μητέρα Σου χωρίς πατέρα, καί ἀπό τόν Πατέρα Σου χωρίς
μητέρα. Στήν προηγούμενη ἑορτή, Σέ εἴδαμε νήπιο. Τώρα, σέ αὐτήν ἐδῶ σήμερα, Σέ
βλέπομε τέλειον· τόσο τέλειον, ὅσο μπορεῖς νά εἶσαι μόνο Σύ, πού ἀπό τόν τέλειο
Θεό Πατέρα, Επεφάνης καί σύ, τέλειος, Θεέ μας.
Σήμερα, εἶναι πολύ μεγάλη ἑορτή γιά μᾶς. Σήμερα, ἡ Ἐκκλησία
μας εἶναι γεμάτη ἁγίους· καί οἱ ἄγγελοι, ἔχουν κατεβῆ ἀνάμεσά μας καί ἑορτάζουνε
μαζί μας.
Σήμερα, ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, μέ μορφή περιστεριοῦ, ἐπεφοίτησε
στά νερά.
Σήμερα, ἀνέτειλε ἕνας Ἥλιος, πού δέν δύει ποτέ· καί ἀπό τό φῶς
Του, ἀπό τό Φῶς τοῦ Κυρίου, καταυγάζεται ὁ κόσμος ὅλος.
Σήμερα, ὅπως ὁ κόσμος ὅλος, ἔτσι καί τό φεγγάρι, ρίχνει ἀκτῖνες
ὑπέρλαμπρες, συμμετέχοντας στοῦ κόσμου τήν χαρά καί λάμψη.
Σήμερα, τά φωτοβόλα ἀστέρια, μέ τήν γλύκα τῆς λάμψης τους, ὀμορφαίνουνε
τόν κόσμο.
Σήμερα, ἀπό τά σύννεφα, σάν δροσιά ἀπό τόν οὐρανό, πέφτει
στόν κόσμο βροχή δικαίωσης καί σωτηρίας.
Σήμερα, ὁ ἄκτιστος, ὁ δημιουργός Θεός, τό θέλησε, καί τό
δέχθηκε, ἕνα πλάσμα Του νά βάλει στό χέρι του ἐπάνω στό κεφάλι Του,γιά νά Τοῦ
δώσει εὐλογία!
Σήμερα, ὁ Προφήτης, ὁ Πρόδρομος, ἐπῆγε δίπλα στόν Δεσπότη
Χριστό νά Τόν βαφτίσει, ἀλλά στάθηκε μέ τρόμο μπροστά Του· γιατί ἐκεῖ τότε
κατάλαβε, τί συγκατάβαση εἶχε κάμει ὁ Θεός, γιά χάρη μας.
Σήμερα, τό νερό τοῦ Ἰορδάνη, ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου, τό
μετέβαλε σέ φάρμακο.
Σήμερα, τό ἁγιασμένο αὐτό νερό, τό παίρνει ὁ κόσμος ὅλος καί
τό πίνει.
Σήμερα, μέ τό ἁγιασμένο αὐτό νερό, νερό Ἰορδάνου,
ξεπλένονται ὅλα τῶν ἀνθρώπων τά πταίσματα.
Σήμερα, ἄνοιξε γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους ὁ Παράδεισος· καί μέ
τό νερό αὐτό, μᾶς φωτίζει ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης.
Σήμερα, τό πικρό ἐκεῖνο νερό, γιά τό ὁποῖο μᾶς μιλάει ὁ Μωϋσῆς,
ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου μας, τό μεταβάλλει σέ γλυκύ, πρός χάρη τοῦ λαοῦ μας.
Σήμερα, ἀπό τόν παλαιό ἐκεῖνο «θρῆνο χωρίς ἐλπίδα», ἀπαλλαγήκαμε·
καί, σάν νέος Ἰσραήλ, ἐσωθήκαμε!
Σήμερα, ἀπό τό σκοτάδι τῆς ψεύτικης θρησκείας, ἐλυτρωθήκαμε·
καί ἡ ψυχή μας γέμισε, μέ τῆς θεογνωσίας τό φῶς.
Σήμερα, μέ τήν Ἐπιφάνεια τοῦ Θεοῦ μας, ξεδιαλύθηκε ἡ
θολούρα, πού κυριαρχεῖ στά θέματα τοῦ κόσμου.
Σήμερα, ὁλόκληρος ὁ ἄνω κόσμος πανηγυρίζει, σκιρτάει ἀπό
χαρά, κρατάει κεριά!
Σήμερα, καταργήθηκε ἡ πλάνη· καί ὁ ἐρχομός τοῦ Κυρίου μας, μᾶς
ἄνοιξε τῆς σωτηρίας τόν δρόμο.
Σήμερα, τά ἄνω, συνεορτάζουν μέ τά κάτω· καί τά κάτω, ἄνοιξαν
ἐπικοινωνία μέ τά ἄνω.
Σήμερα, ἡ ἱερά καί μεγαλόφωνη πανήγυρη τῶν Ὀρθοδόξων, ἀγάλλεται.
Σήμερα, ὁ Δεσπότης τρέχει στό βάπτισμα· γιά νά ἀνεβάσει ἐμᾶς
τούς ἀνθρώπους ψηλά.
Σήμερα, ὁ ἀκλινής σάν Θεός, σκύβει τόν αὐχένα Του στόν δοῦλο
Του, γιά νά ἐλευθερώσει ἀπό τήν δουλεία ἐμᾶς.
Σήμερα, ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἔγινε δική μας! Καί ἡ
βασιλεία τοῦ Κυρίου, δέν ἔχει τέλος!
Σήμερα, θάλασσα καί ξηρά, ἐμοιράσθηκαν τοῦ κόσμου τήν χαρά.
Σέ εἶδαν καί Σέ κατάλαβαν, ἀκόμη καί τά νερά, Θεέ μας! Σέ εἶδαν
τά νερά, καί ἐφοθήθηκαν!
Ὁ Ἰορδάνης γύρισε πίσω, – ὅταν εἶδε Ἐσένα, τό Πῦρ τῆς
Θεότητος, νά κατεβαίνεις μέ τό σῶμα Σου, καί νά εἰσέρχεσαι σ᾿ αὐτόν!
Ὁ Ἰορδάνης γύρισε πίσω, – ὅταν εἶδε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, νά κατεβαίνει
μέ μορφή περιστερᾶς, καί νά πετάει τριγύρω Σου.
Ὁ Ἰορδάνης γύρισε πίσω, – ὅταν εἶδε Ἐσένα, τόν Θεό τόν ἀόρατο,
ὁρατό· τόν Κτίστη καί Δημιουργό, μέ σάρκα· τόν Αὐθέντη καί Δεσπότη, μέ δούλου
μορφή.
Ὁ Ἰορδάνης ἐγύρισε πίσω! – Τόν εἶδαν τά βουνά καί ἐσκίρτησαν.
Ἐσκίρτησαν, πού εἶδαν τόν Θεό μέ σάρκα! Καί τά σύννεφα τό διεκήρυξαν καί τό
βροντοφώναξαν:
• ὅτι Αὐτός πού ἦλθε, εἶναι πολύ μεγάλος· ὅτι εἶναι τό Φῶς
τό ἐκ Φωτός· ὁ Θεός ἀληθινός ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ·
• ὅτι Αὐτός, καί τόν θάνατο – καρπό τῆς παρακοῆς· καί τό
δηλητήριό του, κεντρί τῆς πλάνης· καί τίς ἀλυσίδεςτου, πού κρατοῦν τόν ἄνθρωπο
δεμένο στόν θάνατο καί στόν ἅδη, τά ἐβύθισε, καί χάθηκαν, μέσα στό νερό τοῦ Ἰορδάνη·
• καί ὅτι καί τώρα, Αὐτός, ὁ Κύριός μας καί Θεός μας, εἶναι
πού δίνει, καί σέ μᾶς, καί σέ ὅλον τόν κόσμο, τό μεγάλο δῶρο Του: τό βάπτισμα τῆς
σωτηρίας. Καί ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό, καί ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός καί ἀνάξιος δοῦλος Σου,
Κύριε, διηγούμενος τά μεγάλα καί θαυμάσια ἔργα Σου, μέ φόβο καί μέ κατάνυξη ἀναβοῶ·
• Μέγας εἶσαι, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα Σου· καί κανενός
εἴδους λόγια δέν ἀρκοῦν πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων Σου .
Σύ, μόνο πού τό θέλησες, – χωρίς καθόλου νά κοπιάσεις, – ἔφερες
τά πάντα, ἀπό τό μηδέν στήν ὕπαρξη. Σύ, μέ τήν δύναμή Σου, συγκρατεῖς τήν
κτίση· καί, μέ τήν πρόνοιά Σου κυβερνᾶς τόν κόσμο.
Σύ συνάρμοσες, ἀπό τέσσερα στοιχεῖα, ὁλόκληρη τήν κτίση· καί
Σύ ἔβαλες τίς τέσσερες ἐποχές, στόν κύκλο τοῦ χρόνου. Οἱ νοερές Δυνάμεις, οἱ
τάξεις τῶν ἀγγέλων, αἰσθάνονται μπροστά Σου ὅλες δέος!
Ὁ ἥλιος Σέ ὑμνεῖ.
Ἡ σελήνη Σέ δοξάζει.
Σέ Σένα ἀναφέρονται τά ἄστρα.
Σέ Σένα ὑπακούει τό φῶς.
Οἱ ἀπύθμενες θάλασσες Σέ τρέμουν.
Οἱ πηγές τό θέλημα τό δικό Σου ὑπηρετοῦν.
Σύ ἅπλωσες ἀπό ἐπάνω μας τόν οὐρανό σάν στέγη.
Σύ ἐστήριξες τήν γῆ ἐπάνω στά νερά!
Σύ περιτείχισες καί ἔφραξες τήν θάλασσα, μέ ἕνα τεῖχος ἀπό ἄμμο.
Σύ ἅπλωσες παντοῦ ἀέρα, κατάλληλο γιά τήν ἀναπνοή.
Οἱ Ἀγγελικές Δυνάμεις, Σένα ὑπηρετοῦν.
Οἱ χοροί τῶν ἀρχαγγέλων, Σένα προσκυνοῦν.
Τά πολυόμματα Χερουβείμ, καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, εἴτε
στέκουν γύρω Σου, εἴτε τριγύρω Σου πετοῦν, ἀπό εὐλάβεια σέ
Σένα, στήν ἀπρόσιτη Δόξα Σου, κρύβουν τά πρόσωπά Τους.
Γιατί Σύ, Κύριε, ὁ Θεός ὁ ἀπερίγραπτος, ὁ ἄναρχος, καί ἀνέκφραστος,
ἦλθες στήν γῆ, καί ἐπῆρες δούλου μορφή, καί ἔγινες ὅμοιος μέ μᾶς, μέ τούς ἀνθρώπους·
ἐπειδή ἀπό σπλάγχνα ἐλέους Σου γιά μᾶς, δέν τό ὑπέφερες, νά βλέπεις τό γένος
μας, τό γένος τῶν ἀνθρώπων, νά τυραννιέται ἀπό τόν διάβολο. Καί ἦλθες. Καί μᾶς ἔσωσες.
Τήν ὁμολογοῦμε τήν χάρη Σου.
Τό διακηρύττομε τό ἐλεός Σου.
Δέν τήν κρύβομε τήν εὐεργεσία Σου.
Σύ ἐλευθέρωσες ἀπό τήν κατάρα, τίς γονές τῆς φύσης μας· καί
Σύ διατήρησες καθαρή καί ἅγια, τήν μήτρα τῆς Παρθένου. ῞Ολη ἡ κτίση Σέ ὕμνησε·
τότε, πού ἔκαμες τήν ἐμφάνισή Σου· γιατί τότε, Σύ, Θεέ μας, κατέβηκες στήν γῆ,
καί ἄρχισες νά συναναστρέφεσαι ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους.
Καί Συ, ἁγίασες καί τοῦ Ἰορδάνη τά νερά, ἀφοῦ Σύ ἔκαμες καί
κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό σ᾿ αὐτά τό Πανάγιό Σου Πνεῦμα· – καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἔσπασες
τά κεφάλια καί τῶν νοητῶν ἐκείνων δρακόντων, πού μπορεῖ νέ ἔχουν φωλιάσει ἐκεῖ
σ᾿ αὐτά, καί νά μᾶςπαραμονεύουν.
• Σύ, λοιπόν, φιλάνθρωπε βασιλέα μας, ἔλα καί τώρα, μέ τήν
χάρη καί μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος, καί ἁγίασε τό ὕδωρ τοῦτο.
Καί δῶσε σ᾿ αὐτό, τήν χάρη τῆς ἀπολύτρωσης, τήν εὐλογία πού
πῆρε τότε ὁ Ἰορδάνης.Κάμε το, Κύριε τό νερό αὐτό,
• νά εἶναι ἀφθαρσίας πηγή·
• νά δίνει ἁγιασμό·
• νά λύνει τά ἁμαρτήματα·
• νά διώχνει τά νοσήματα·
• νά μήν μποροῦν οὔτε νά τό πλησιάσουν οἱ ὅποιες
ἐναντίες σατανικές δυνάμεις·
• νά εἶναι γεμάτο μέ τήν δύναμη, πού ἔχουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι.
Καί ἔτσι ὅλοι, ὅσοι τό παίρνουν καί τό χρησιμοποιοῦν μέ
πίστη, νά τό ἔχουν:
* μέσο γιά καθαρισμό ψυχῶν καί σωμάτων·
* φάρμακο γιά θεραπεία ἀπό πάθη·
Καί νά εἶναι:* ἁγίασμα γιά τά σπίτια τους· κατάλληλο καί ὠφέλιμο,
γιά κάθε περίπτωση.
Καί φυσικά θά εἶναι, ἀφοῦ: Σύ, Θεέ μας, μέ τό νερό καί μέ τό
Πνεῦμα, ἀνακαίνισες τήνφύση, πού ἡ ἁμαρτία τήν εἶχε παλαιώσει. Σύ, Θεέ μας, μέ
νερό ἐξέπλυνες, τήν ἐποχή τοῦ Νῶε τήν ἁμαρτία.
Σύ, Θεέ μας, περνώντας το μέσα ἀπό τό νερό τῆς θάλασσας, μέ ὄργανό
Σου τόν Μωϋσῆ, ἐλευθέρωσες ἀπό τήν δουλεία, τό γένος τῶν Ἑβραίων.
Σύ, Θεέ μας, ἔσπασες στήν ἔρημο ἕνα βράχο, καί ἔκαμες καί ἐβγῆκαν
ἀπό ἐκεῖ νερά, πού ἐκύλισαν σάν ποτάμια, καί ἐδρόσισεςτόν διψασμένο Σου λαό.
Σύ, Θεέ μας, μέ τήν φωτιά καί μέ τό νερό, μέ τό θαῦμα ἐκεῖνο,
πού ἔκαμες τότε, μέ ὄργανο τόν προφήτη Ἠλία, ἀπάλλαξες τόν Ἰσραήλ ἀπό τήν πλάνη
τοῦ Βάαλ.
• Σύ καί τώρα, Δέσποτα Χριστέ, ἁγίασε τό ὕδωρ τοῦτο μέ τό
Πνεῦμα Σου τό Ἅγιο.
Καί δῶσε μέ αὐτό σέ ὅλους· εἴτε ἁπλῶς τό ἀγγίζουν· εἴτε
χρίονται μέ αὐτό· εἴτε τό πίνουν· τόν ἁγιασμό, τήν εὐλογία, τήν κάθαρση, τήν ὑγεία!
Καί σῶσε, Κύριε, τούς δούλους Σου, τούς πιστούς Ὀρθοδόξους
Χριστιανούς ἄρχοντές μας. Φύλαξέ τους ὑπό τήν σκέπην Σου εἰρηνικά. Βοηθησέ
τους, νά ἀντικρούουν σωστά ὅλους τούς ἐχθρούς μας. Χάρισέ τους, ὅ,τι Σοῦ ζητοῦν
γιά τό καλό· καί τήν αἰώνια ζωή.
Μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀρχιεπισκόπου μας καί ἔχε κάτω
ἀπό τήν σκέπη Σου ὅλους τούς ῾Ιερεῖς μας καί τούς διακόνους· κάθε ἱερατικό
τάγμα· τόν περιεστῶτα λαό· καί κάθε ἀδελφό μας, πού για κάποιο λόγο σοβαρό, δεν
μπόρεσε να ἔλθει ἐδῶ στήν Ἐκκλησία. Καί ἐλέησε, και αὐτούς και ἐμᾶς, κατά τό
μέγα Σου ἔλεος.
Κάμε, Κύριε, καί ἀπό τά στοιχεῖα τῆς φύσεως, καί ἀπό τούς ἀγγέλους,
καί ἀπό τούς ἀνθρώπους, καί ἀπό τά ὁρατά, καί ἀπό τά ἀόρατα, ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα,
νά δοξάζεται τό πανάγιο ῎Ονομά Σου, μαζί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα,
καί τώρα καί πάντοτε, καί εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
(Η ευχή στη νεοελληνική γλώσσα αντλήθηκε από τη σελίδα του π. Δ. Αθανασίου )