Τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και μικροί μεγάλοι διασκεδάζουν αυτή την ημέρα σε καρναβαλικές εκδηλώσεις ή σε αναβιώσεις παραδοσιακών εθίμων, αν και πλέον το τελευταίο γίνεται σε πολύ περιορισμένη κλίμακα.
Οι προηγούμενες γενιές επέλεγαν να μετατρέψουν αυτή την περίοδο στην πιο τολμηρή του χρόνου, διανθίζοντας την με φαλικά δρώμενα, γεμάτα φαντασία και χιούμορ.
Δεν ήταν όμως μόνο οι Απόκριες γεμάτες δρώμενα υπήρχαν κι αρκετά παρατηρήματα και δοξασίες στα οποία είτε πίστευαν είτε όχι οι παλιοί Κρητικοί φρόντιζαν να ακολουθούν χωρίς να παρεκκλίνουν.
Ο Νίκος Ψιλάκης στο βιβλίο του "Λαϊκές Τελετουργίες στην Κρήτη-Έθιμα στον κύκλο του χρόνου" καταγράφει κάποια από τα παρατηρήματα της Αποκριάς, ενώ αλιεύσαμε αποκριάτικες δοξασίες από ομιλία του λαογράφου Γιώργου Σταματάκη για τα "Κρητικά Αποκριγιώματα».
Το τελευταίο αποκρίγιωμα των παλιών Κρητικών γινόταν, λοιπόν, το
βράδυ της Τυρινής, δηλαδή την τελευταία Αποκριά, που την έλεγαν και Μεγάλη.
Αυτή σηματοδοτούσε τον τερματισμό στην κατάλυση λερωσίμων φαγητών. Παράλληλα η μέρα
αυτή ήταν συνυφασμένη με πλήθος δοξασιών και παρατηρημάτων που σήμερα όχι μόνο
δεν ακολουθούμε αλλά δε γνωρίζουμε καν.
Ειδικότερα, κατά την διάρκεια του δείπνου, κατά τη Μεγάλη
Αποκρά, δεν έπρεπε κανείς να χασμουρηθεί. Όποιος χασμουριόταν, έλεγαν πως θα έλειπε του χρόνου από το τραπέζι.
Στο Μυλοπόταμο συνήθιζαν αυτό το βράδυ να φέρνουν μια στάμνα
με νερό από το οποίο δεν έπινε κανείς. Ήταν το νερό του σπιτιού.
Σε όλη την Κρήτη, μετά το φαγητό, δε μάζευαν το τραπέζι αλλά
το άφηναν όπως ήταν, με τα αποφάγια και τα άπλυτα, διότι την
νύχτα θα επέστρεφαν οι ψυχές και έπρεπε να το βρουν στρωμένο.
Ακόμη οι νοικοκυρές έπαιρναν από το τραπέζι της Τυρινής Αποκράς ένα κομμάτι τυρί το οποίο φύλασσαν στα εικονίσματα ως ιερό.Ένα μικρό τμήμα του θρουλούσαν στην γέμιση των καλιτσουνιών, το Πάσχα, και ένα άλλο το έπαιρναν στην εκκλησία για να ακούσει το «Χριστός Ανέστη». Με αυτό θεράπευαν έπειτα δερματικά νοσήματα όπως μαλαθράκους εξανθήματα, τσερόνια, γαλμπούς, σάφλες, μουρνιές, ταπεινάρες, κ.α.
Το λούσιμο στις κοινωνίες του παρελθόντος ήταν μεγάλη ταλαιπωρία και γι' αυτό το απέφευγαν. Ειδικά για τις Απόκριες έλεγαν πως τα τρία Σάββατα της δεν λούζονται γιατί όποιος λουστεί πεθαίνει. Υπάρχει μια διήγηση, με διάφορες παραλλαγές, για να δικαιολογήσει αυτή την πρακτική. Μιλά για μια μάνα που όταν είχε πέσει θανατικό από διάφορες επιδημίες στην Κρήτη (κυρίως πανώλη) έχασε τα τρία της παιδιά, ένα κάθε Σάββατο. Καταράστηκε τότε αυτές τις ημέρες κι έκτοτε καμιά γυναίκα δεν λουζόταν για να μην πιάσει το ανάθεμα της μάνας. Στα Τσισκιανά Σελίνου λέγανε πως είχε τρείς γιούς αλλά στην Αξό Μυλοποτάμου διηγούνται την ιστορία για τρείς κόρες.
Οι κοπελιές μάζευαν τα ψίχουλα από το τραπέζι της Τυρινής Αποκριάς
και τα έβαζαν στο μαξιλάρι τους για να
ονειρευτούν ποιον θα παντρευτούν. Αλλού ζύμωναν ένα πολύ αλμυρό κουλούρι το οποίο
έτρωγαν πριν ξαπλώσουν, για να διψάσουν την νύχτα. Αυτός που τους έφερνε στο όνειρο τους νερό θα ήταν και ο
μελλοντικός σύζυγος τους.
Οι βοσκοί φύλασσαν στο γαλάρι τους ένα φυλαχτάρι φτιαγμένο από το πόδι του πρώτου σφαχτού της χρονιάς
μέχρι την Καθαρά Δευτέρα. Εκείνη τη μέρα το κρεμούσαν στο λαιμό του γεροντότερου πορβάτου του
κοπαδιού για να πορκόψει όλο το κοπάδι.
Υπάρχουν και αρκετά έθιμα με τους ασκορδουλάκους, που ως βολβοί συμβολίζουν την γονιμότητα και την αθανασία. Για παράδειγμα όταν χτυπούσε η καμπάνα του εσπερνού της Αποκριάς χτυπούσαν με ασκορδουλάκους την πόρτα του σπιτιού, για να φύγουν οι ποντικοί οι ψύλλοι και τα άλλα μιαρά.Αλλού τοποθετούσαν ασκορδουλάκους στο πιθάρι του ψωμιού για να είναι πάντα γεμάτο.
Στην Μεσαρά έβαζαν την Αποκρά ένα βρασμένο αυγό στο εικονοστάσι και το άφηναν εκεί μέχρι τον Μάη.
Έπειτα το φύτευαν στον κήπο για να γεννά
σαν τ’ αυγό.
Στα Χανιώτικα κρεμούσαν ένα κλαδί ελιάς, βαπτισμένο στο λάδι, στα εικονίσματα ως προσφορά για την καλή σοδιά.
Στα Αστερούσια, το
βράδυ της Τυρινής Αποκράς, πριν
ξαπλώσουν, όλα τα μέλη της οικογένειας, σχεδόν σε κατάσταση ιεροτελεστίας, έτρωγαν το τελευταίο λερώσιμο. Και αυτό ήταν ένα αυγό.
Το αυγό που έχει συμβολικό χαρακτήρα, καθώς περιέχει το σπέρμα
της ζωής, ήταν το τελευταίο έδεσμα της αποκριάς και ήταν υποχρεωτικό. Παρόλο που
είχαν φάει πολύ το ανέμεναν όλοι με λαχτάρα. Επειδή τα αυγά τα χρησιμοποιούσαν
για συναλλαγές ήταν πολύτιμα και σπάνια τα έτρωγαν.
Έτσι το τελευταίο λερώσιμο ήταν ένα αυγό όπως και το πρώτο
μετά τη σαρακοστή ήταν και πάλι το κόκκινο αυγό που είχαν στην τσέπη τους και
έτρωγαν στην αυλή της εκκλησίας, αμέσως μετά το Χριστός Ανέστη.
Βέβαια για να καταλάβει κανείς όλο το βάρος που έδιναν οι
στερημένες αγροτικές κοινωνίες της Κρήτης στο φαγητό της αποκριάς θα πρέπει να λάβει υπόψη
τους ότι νήστευαν, και μάλιστα αυστηρά, όλη την επόμενη περίοδο μέχρι το
Πάσχα.