Ήταν μια σπουδαία εκκλησιαστική μορφή αλλά κι ένας αληθινός
πατριώτης.
Ο λόγος για τον Επίσκοπο Ιεροσητείας Αμβρόσιο Σφακιανάκη, η
προτομή του οποίου βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του Μητροπολιτικού ναού της
Ιεράπετρας.
Ποιος ήταν όμως ο Αμβρόσιος Σφακιανάκης και γιατί θεωρείται
σπουδαία μορφή;
Όπως αναφέρει ο Νικόλαος Παπαδάκης στο βιβλίο του «Ο
Ιεροσητείας Αμβρόσιος-Απομνημονεύματα»,ο Δημήτριος Σφακιανάκης, όπως ήταν το
όνομα του πριν μπει στο χώρο της εκκλησίας, γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1856,
λίγες μέρες δηλαδή πριν το μεγάλο και καταστρεπτικό σεισμό της 30ης Σεπτεμβρίου.
Ονομάστηκε Δημήτριος. Ο πατέρας του Γεώργιος Σφακιανάκης από
το Βραχάσι, είχε εγκατασταθεί στο Ηράκλειο και εργαζόταν ως ράφτης κρητικών
ενδυμασιών, επάγγελμα που τότε του απέφερε μεγάλα κέρδη. Η μητέρα του Ειρήνη
ήταν από το Χουδέτσι και την οικογένεια Δασκαλάκη.
Ο Δημήτριος είχε άλλα πέντε αδέλφια που γεννήθηκαν γερά και
δυνατά, ο ίδιος όμως όχι. Ήταν ατροφικός και μέχρι τα οκτώ του χρόνια δεν
μπορούσε να σταθεί όρθιος και να περπατήσει κανονικά.
Αφού όλα τα μέσα της εποχής επιστρατεύθηκαν για να
περπατήσει ο μικρός Δημήτρης η μητέρα του έκανε τάμα το παιδί της να γίνει καλά
και να το αφιερώσει στην εκκλησία.
Οι προσευχές της εισακούστηκαν και μια μέρα που η οικογένεια
ήταν στο Χουδέτσι, στο σπίτι της νονάς του, άρχισε ξαφνικά να περπατά,
κανονικά, σαν να μην υπήρξε ποτέ πρόβλημα.
Δυστυχώς η χαρά της οικογένειας δεν κράτησε πολύ, η μητέρα
του από την μεγάλη συγκίνηση που ένιωσε τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας άφησε την
τελευταία της πνοή.
Οι σπουδές του Αμβροσίου Σφακιανάκη κράτησαν αρκετά χρόνια και
ήταν περιπετειώδεις, καθώς αναγκάστηκε να τις διακόψει αρκετές φορές, για
πολλούς και διαφορετικούς λόγους, μεταξύ των οποίων και οι επαναστάσεις. Στη
διάρκεια τους γνώρισε και συναναστράφηκε συμπατριώτες του φοιτητές ,όπως ο
Ελευθέριος Βενιζέλος.
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του μετέβη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου
δίπλα στον Πατριάρχη Σωφρόνιο, όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, στη συνέχεια
του απονεμήθηκε ο τίτλος του Μεγάλου Αρχιμανδρίτου ενώ στην πορεία διορίσθηκε ιεροκήρυκας
όλης της Αιγύπτου, κηρύσσοντας το λόγο του Θεού όπου υπήρχε χριστιανός στη
χώρα.
Στις 28 Ιανουαρίου 1890 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ιεράς και
Σητείας και εγκαταστάθηκε στην επαρχία του την οποία υπηρέτησε για 30 χρόνια, με
σεμνότητα, μέχρι την εκδημία του τον Ιανουάριο του 1929.
Επί των ημερών του ανεγέρθηκαν νέοι ναοί, αποκαταστάθηκαν
παλιοί, φτιάχτηκαν νεκροταφεία, κατασκευάστηκαν σχολεία, υποστηρίχθηκαν ορφανά
και φτωχές οικογένειες. Ο ίδιος ασχολήθηκε με μεταφράσεις ξένων συγγραφέων και
τη συγγραφή βιβλίων. Πρότεινε μεταρρυθμίσεις στον κλήρο, τους ναούς, (μείωση της
ανέγερσης νέων ξωκλησιών και περιττών ναών) ,τη Θεία Λατρεία κι άλλους τομείς.
Ήταν από τις εκκλησιαστικές μορφές που υποστήριξαν την ένωση
της Κρήτης με την Ελλάδα. Μάλιστα στη διάρκεια των επαναστάσεων των
συμπατριωτών του ενάντια στους Οθωμανούς ο Επίσκοπος Αμβρόσιος βοήθησε ώστε να
αποκτήσουν οπλισμό, παρακολουθώντας στενά τα γεγονότα και επεμβαίνοντας όπου η
θέση του το επέτρεπε.
Σε δημοσιεύματα της εποχής αναφορικά με την εκδημία του
αναφέρεται πως ενώ ήταν επίσκοπος σε δυο πλούσιες επαρχίες ο ίδιος εξεδήμησε
φτωχός με μπαλωμένα ράσα αναλώνοντας όλη τη ζωή του σε αγαθοεργίες.
Περιγράφεται ως πρότυπο κληρικού και χριστιανού, παράδειγμα
καλοσύνης, αγάπης και ανθρωπισμού.
(Πηγή: «Ο Ιεροσητείας Αμβρόσιος -Απομνημονεύματα βιογραφικά-εκκλησιαστικά, πολιτικά-επαναστατικά : Συμβολή εις την εκκλησιαστικήν και
πολιτικήν ιστορίαν Ιεραπέτρου και Σητείας»,Νικολάου Ι. Παπαδάκι.
Το φωτογραφικό υλικό προέρχεται από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας)