Πάνω σε λόφο και σε απόσταση περίπου 3,5 χιλιομέτρων από το
Καβούσι Ιεράπετρας βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος του Βροντά.
Είναι κτισμένος σε σημείο που παρέχει απεριόριστη θέα προς τη
θάλασσα, τη νήσο Ψείρα αλλά και τον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά.
Ο αρχαιολογικός χώρος του Βροντά εξερευνήθηκε πρώτη φορά το
1900 από την Harriet Boyd που ανέσκαψε, στο ψηλότερο σημείο της πλαγιάς, ένα μεγάλο
κτίριο με προαύλιο και αποθήκες, έναν ισχυρό τοίχο κατά μήκος της ανατολικής
πλευράς του κτίσματος και οκτώ θολωτούς τάφους στα βόρεια και βορειοδυτικά του, που χρονολογούνται κατά την υπομινωική περίοδο (1025-1000 π.Χ).
Η Αμερικάνικη Σχολή Κλασικών Σπουδών προχώρησε σε επανεξέταση
του χώρου κάνοντας νέες ανασκαφές από το 1987 μέχρι και το 1992.
Η έρευνα τότε αποκάλυψε έναν μικρό οικισμό της Υστερομινωικής
Περιόδου (1200-1025 π. Χ) στην κορυφή του λόφου.
Οι οικισμός περιλαμβάνει μια μεγάλη έπαυλη, ένα ιερό στα
νοτιοδυτικά και τουλάχιστον πέντε συγκροτήματα κατοικιών.
Στα δυτικά του ιερού αποκαλύφθηκε ένας κεραμικός κλίβανος της
ίδιας περιόδου ο οποίος έχει καταχωθεί για λόγους διατήρησης.
Οι ερευνητικές εργασίες έφεραν στο φως και 36 τάφους που
περιείχαν υπολείμματα καύσεων νεκρών και χρονολογούνται στην ύστερη Γεωμετρική
και Πρώιμη Ανατολίζουσα Περίοδο (745-680 π. Χ).
Ο ίδιος χώρος χρησιμοποιήθηκε και πριν από την Υστερομινωική
Περίοδο ΙΙΙΓ, ειδικότερα κατά την πρώιμη και μέση εποχή του χαλκού και πολύ
αργότερα. Η θέση αυτή, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, κατοικήθηκε σποραδικά και
κατά την Ενετοκρατία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει στον αρχαιολογικό χώρο του Βροντά το
ιερό της Θεάς με τα υψωμένα χέρια, το οποίο λειτούργησε ως κέντρο λατρείας
κατά την περίοδο από το 1200-1025 π. Χ. Μέσα και γύρω από το κτίριο βρέθηκαν
πάνω από 4000 θραύσματα πήλινων ειδωλίων που παριστάνουν τη Θεά με τα υψωμένα
χέρια, δηλαδή τη μινωική θεότητα της Φύσης.
Ακόμα στο ιερό αυτό βρέθηκαν τελετουργικά αντικείμενα, όπως σωληνοειδή
σκεύη με λαβές σε σχήμα φιδιών, κάλαθοι και πήλινα πλακίδια.
Οι υστερομινωικοί τάφοι με καύσεις νεκρών, που εντοπίστηκαν
στην περιοχή, είναι οι πλουσιότεροι του Βροντά. Είναι πιθανόν ο χώρος αυτός να
χρησιμοποιούνταν από τις πλουσιότερες οικογένειες της κοινότητας. Οι τάφοι
περιείχαν πολλά σιδερένια όπλα, όπως δόρατα, εγχειρίδια και βέλη, εργαλεία και
χάλκινα κοσμήματα.
Οι καύσεις των νεκρών σε όλους σχεδόν τους τάφους γινόταν
επιτόπου και κάθε τάφος χρησιμοποιούνταν ξανά όταν πέθαινε κάποιο άλλο μέλος της
οικογένειας. Δύο τάφοι ήταν ιδιαίτερα ασυνήθιστοι. Ο ένας περιείχε έναν πίθο
όπου είχε ενταφιαστεί άκαυστο ένα παιδί ενώ ο δεύτερος σε ταφικό πίθο περιείχε
τα υπολείμματα καύσης δυο ενηλίκων και τα άκαυστα οστά ενός παιδιού.
Τα σπίτια του οικισμού του Βροντά είχαν το καθένα τη δική
του εστία ενώ τρία δωμάτια βρέθηκαν με γωνιακούς φούρνους για το ψήσιμο του ψωμιού. Ένας ένας φούρνος διαθέτει και καπνοδόχο, η οποία ήταν ένα άνοιγμα στο φυσικό
βράχο.
Τάφος |