Γεώτοπος εξαιρετικής σημασίας αλλά και ξεχωριστής ομορφιάς
το φαράγγι Τοπλού στη Σητεία προσφέρει στον επισκέπτη του συγκινήσεις κάθε εποχή του
χρόνου.
Το τοπίο του άκρως εντυπωσιακό καθώς πλαισιώνεται από τις διαβρωσιγενείς γεωμορφές που αποκαλούνται ταφόνι.
Πρόκειται για σχηματισμούς που δημιούργησε ο άνεμος και η
παράκτια υγρασία στα κροκαλοπαγή και τους ψαμμίτες του Μειοκαίνου. Ουσιαστικά
είχαμε διάλυση του συνδετικού υλικού των πετρωμάτων που υπήρχαν στην περιοχή
σχηματίζοντας κοιλότητες διαφόρων διαστάσεων και μορφών που εξάπτουν τη
φαντασία.
Δεν είναι όμως μόνο τα πετρώματα που αφήνουν τον περιπατητή
του φαραγγιού με τις καλύτερες εντυπώσεις, είναι στο σύνολο του το φυσικό
τοπίο που κάθε εποχή του χρόνου είναι διαφορετικό. Το χειμώνα διατρέχει το
φαράγγι μικρό ποτάμι με μπόλικο νερό σχηματίζοντας μικρές λιμνούλες στην
απόληξη του ενώ το καλοκαίρι λουλουδίζει από τις πολλές πικροδάφνες με το
ποτάμι να χάνεται από το οπτικό πεδίο, όχι όμως και οι λιμνούλες.
Η γεωδιαδρομή έχει ως
αφετηρία την περιοχή δυτικά της Μονής Τοπλού, στη θέση Σώπατα και καλύπτει μια
απόσταση περίπου 3 χιλιομέτρων.
Από τα Σώπατα πινακίδα του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας
ενημερώνει για το Ταφόνι ώστε ο επισκέπτης να ξέρει οι βράχοι που θα συναντήσει, στα τοιχώματα του φαραγγιού, πως δημιουργήθηκαν.
Η πρώτη εικόνα που αντικρίζει εισερχόμενος στο φαράγγι είναι
η πλούσια βλάστηση από πικροδάφνες, υδροχαρή φυτά και μια συστάδα από φοίνικες
του Θεόφραστου.
Το ταφόνι κάνει
αμέσως αισθητή την παρουσία του με τις τεράστιες σπηλιές που ανοίγονται στους
γκρίζους βράχους, σε αλλόκοτα σχήματα, που άλλοτε μοιάζουν με στόματα δράκων κι
άλλοτε με παραμορφωμένα πρόσωπα.
Το ποτάμι, όταν ο χειμώνας είναι βροχερός, γεμίζει με νερό και
δυσκολεύει την περιήγηση στο φαράγγι. Σε όλο το μήκος του να σημειώσουμε πως
υπάρχει σηματοδότηση κι έτσι μπορεί κανείς να βρει τα πατήματα του για να
κινηθεί χωρίς κίνδυνο. Ωστόσο όταν υπάρχει μπόλικο νερό ίσως χρειαστούν κάποιες
μικρές παρακάμψεις στις άκρες του, ανάμεσα στους σκίνους.
Αξίζει ο περιπατητής να κάνει μικρά διαλείμματα για να θαυμάσει τα
ενδημικά φυτά που θα βρει στη διαδρομή και να αναζητήσει τις χελώνες Mauremis
caspica που διαβιούν στους νερόλακκους του φαραγγιού.
Το ανάγλυφο πάντως γίνεται πιο τραχύ όσο προσεγγίζουμε τη
θάλασσα. Οι βράχοι πολλαπλασιάζονται εντός του φαραγγιού με αποτέλεσμα να χρειάζεται
μεγάλη προσοχή στο σκαρφάλωμα και το πάτημα επάνω τους.
Το τελευταίο κομμάτι είναι κάτι παραπάνω από
εξωπραγματικά όμορφο καθώς ανάμεσα στους βράχους σχηματίζονται μικρές λίμνες με
φόντο το γαλάζιο της θάλασσας.
Η μικρή παραλία, που ουσιαστικά αποτελεί και την απόληξη του, δεν είναι από τις πλέον όμορφες στην περιοχή ωστόσο τους καλοκαιρινούς μήνες
μπορεί όποιος θέλει, πριν ανηφορήσει ξανά το φαράγγι, να κάνει τη βουτιά του.
Η επιστροφή στην αφετηρία γίνεται είτε ακολουθώντας την ίδια διαδρομή, δηλαδή εντός του φαραγγιού, είτε από το πλάι του σε μονοπάτι που θα βρείτε σηματοδοτημένο.