Δυτικά της νήσου Χρυσής ή Γαϊδουρονησίου, κοντά στο φάρο, η αρχαιολογική
σκαπάνη έχει φέρει στο φως ένα σημαντικό μινωικό οικισμό μαζί με εγκαταστάσεις
επεξεργασίας πορφύρας.
Οι σωστικές ανασκαφές ακόμα δεν έχουν ολοκληρωθεί ωστόσο μια
καλή εικόνα του αρχαιολογικού χώρου υπάρχει.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Πολιτισμού, στην παραλία, δυτικά της
νήσου, σώζονται αρχαίες λαξευτές ιχθυοδεξαμενές. Το πλήθος των σπασμένων
οστράκων πορφύρας που βρέθηκαν στα δωμάτια των κατοικιών του παρακείμενου
οικισμού αποδεικνύουν μια πρωιμότατη για τη Μεσόγειο βιοτεχνική παραγωγή της
πορφυρής βαφής, η οποία αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια των πρώτων ανακτόρων της
Κρήτης.
Ο οικισμός είχε μια ανθηρή οικονομία που δεν φαίνεται από τα
αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αλλά από τα εξαιρετικής ποιότητας αντικείμενα που
βρέθηκαν στις κατοικίες.
Η επιφανειακή έρευνα που έγινε στη Χρυσή μεταξύ 2008-2011, έδωσε ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας και κατοίκησης από την Εποχή του
Χαλκού.
Το 2018 και το 2019 η συστηματική πλέον ανασκαφή, υπό τη
διεύθυνση της προϊσταμένης της Εφορίας Αρχαιοτήτων Λασιθίου, Χρύσας Σοφιανού,
έφερε στο φως ένα μεγάλο κτήριο με πολλά δωμάτια, το οποίο κατοικήθηκε χωρίς
διακοπή στην Παλαιοανακτορική και Νεοανακτορική περίοδο, από τη Mεσομινωική IIB
έως την Υστερομινωική IB περίοδο. (1800-1500 περίπου π.Χ.)
Τα δωμάτια είχαν απλά αρχιτεκτονικά στοιχεία όπως κτιστούς
κάδους, πεζούλια, επιφάνειες εργασίας, εστίες και ένα κλιμακοστάσιο με λίθινες
πλάκες.
Η κεραμική του αποτελούνταν από ένα τυπικό μίγμα αγγείων πόσης, βρώσης,
μαγειρικά και αποθηκευτικά, ενώ περισυλλέχθηκαν πολλά λίθινα εργαλεία. Εντύπωση
προκάλεσε η έλλειψη στοιχείων βιοτεχνικής δραστηριότητας για την παραγωγή
πορφύρας από όλο το κτίσμα, σε αντίθεση με τις άλλες ανασκαμμένες κατοικίες του
οικισμού.
Παρά την απλή αρχιτεκτονική τους, δύο δωμάτια περιείχαν
θησαυρούς από μέταλλα, γυαλί και ημιπολύτιμους λίθους.
Ο πρώτος θησαυρός βρέθηκε το 2018 σε δωμάτιο, που πιθανότατα
χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος. Η απόθεση περιείχε δύο τμήματα από χάλκινα
τάλαντα, μια μάζα από σκωρίες και κοσμήματα: ένα χρυσό δαχτυλίδι, ένα χρυσό
βραχιόλι, 26 χρυσές χάντρες , μια αργυρή χάντρα, 5 χάλκινες, και μια σφενδόνη
χάλκινου δαχτυλιδιού. Μαζί με αυτά ήταν στο σημείο μεγάλος αριθμός από γυάλινες
χάντρες διαφόρων σχημάτων, 4 από το λεγόμενο αιγυπτιακό μπλε, 20 από κορνεόλιο
λίθο, 1 από αμέθυστο, 10 από λάπις, μια σφραγίδα από αχάτη με παράσταση πλοίου
που η πρύμνη του έχει τη μορφή κεφαλής ζώου και ένα λίθινο περίαπτο με μορφή
πιθήκου.
Κατά τη συνέχιση της ανασκαφής το 2019, σε γωνία δωματίου
του ίδιου κτηρίου, εντοπίστηκε ένας ακόμη θησαυρός με τάλαντα, ένα μεγάλο
πριόνι και τρία αγγεία, όλα από χαλκό. Πρόκειται για έναν μεγάλο θησαυρό
μετάλλων, από τους μεγαλύτερους που έχουν βρεθεί ως σήμερα στην Κρήτη. Ακόμη,
μέσα σε αγγείο ήταν αποθηκευμένα κομμάτια ενός τάλαντου από κασσίτερο. Το τάλαντο
από κασσίτερο θεωρείται σπάνιο εύρημα καθώς είναι το δεύτερο της ΥΜ περιόδου που εντοπίζεται στην Κρήτη,
το πρώτο βρέθηκε στον οικισμό της νησίδας του Μόχλου.
Τα ευρήματα αυτά οδηγούν στην υπόθεση ότι οι κάτοικοι του
μεγάλου κτιρίου στην ΥΜ περίοδο (1500 περίπου π.Χ.) ανήκαν σε ένα ανώτερο
κοινωνικό επίπεδο και είχαν ένα διαφορετικό ρόλο στην κοινωνία της Χρυσής,
μάλλον διοικητικό. Ασχολούνταν με τη διαχείριση της παραγωγής, την προώθηση των
προϊόντων και το εμπόριο της πορφύρας, την εισαγωγή ή την κυκλοφορία μετάλλων.
Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν του 2021 και αποκάλυψαν έναν δρόμο στρωμένο με μικρά
βότσαλα, ο οποίος οδηγεί στον προθάλαμο μιας μεγάλης κατοικίας. Τόσο τα
ευρήματα όσο και τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της ανασκαφής υποδεικνύουν
διάφορους εργαστηριακούς χώρους στο εσωτερικό της κατοικίας. Είναι βέβαιο ότι
γινόταν επεξεργασία λίθινων αγγείων και αντικειμένων, σύμφωνα με την κ.
Σοφιανού.
Τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα της ανασκαφής του 2021 ήταν,
μια ενσφράγιστη λαβή αμφορέα του οποίου η σφραγίδα έγινε με τρίπλευρο
πρισματικό σφραγιδόλιθο του εργαστηρίου των Μαλίων, λίθινα εργαλεία και αγγεία,
τριβεία, χάλκινες περόνες, βελόνες και άγκιστρα ψαρέματος, μια φαγεντιανή χάντρα,
ένα μικρό εγχειρίδιο, πολλά αγγεία, τριποδικές χύτρες και κύπελλα,
σημαντική ποσότητα σπόρων, πολλοί τρίτωνες, οστά ψαριών και μικρών ζώων.
Δίπλα στο εκκλησάκι του Αγίου Νικόλαου υπήρχαν επιφανειακά
ερείπια που είχαν χαρακτηριστεί κατάλοιπα βυζαντινού ή ενετικού πύργου.
Όπως είπε η κ. Σοφιανού, η τομή που ανασκάφτηκε στο σημείο έφερε στο φως το ήμισυ μιας καμαρωτής
δεξαμενής μήκους περίπου 8 μέτρων η οποία κατασκευάστηκε κατά τη ρωμαϊκή
περίοδο, επισκευάστηκε, ενισχύθηκε και συνέχισε να χρησιμοποιείται σε διάφορες
εποχές, μέχρι τους οθωμανικούς χρόνους.
(Πηγές: Υπουρείο Πολιτισμού, εφημερίδα Ανατολή)
Παράκτια ευρήματα |
Κοντά στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου |