Υπάρχει μια εκκλησία στην Κρήτη που όμοια της δεν μπορεί να
βρει κανείς πουθενά αλλού στο νησί. Κατασκευασμένη πάνω στη σκεπή μεσαιωνικού κτίσματος,
κοντά στο Δημοτικό Κοιμητήριο του Ρεθύμνου, αντί να αποτελεί πόλο έλξης και
θαυμασμού για την αρχιτεκτονική της πρωτοτυπία μαραζώνει στο πέρασμα των αιώνων, μέχρι που κάποια στιγμή θα πέσει και θα χαθεί.
Ο λόγος για το μικρό εκκλησάκι της Υπαπαντής, κτισμένο πάνω
σε μεσαιωνικό θολωτό κτίσμα, σύγχρονο της Φορτέτσας του Ρεθύμνου.
Το κτίριο αυτό, που είναι γνωστό ως Θόλος (εξαιτίας της θολωτής
κατασκευής του) λειτούργησε μάλλον ως χάνι και ξενώνας φιλοξενίας όλων εκείνων των
ταξιδιωτών που έβρισκαν κλειστές τις πύλες της πόλης κατά την Ενετοκρατία, με
το που έπεφτε το σούρουπο.
Το εκκλησάκι κτίστηκε για να εξυπηρετήσει τις λατρευτικές
ανάγκες των Ενετών. Όπως μας περιέγραψε ο ιερέας της Ενορίας Μασταμπά, στα όρια
της οποίας βρίσκεται η ιδιότυπη κατασκευή, π. Γεώργιος Παττακός, το μήκος του
ναού είναι 4 μέτρα και το πλάτος του μόλις 2,5 μέτρα. Είναι ένα μοναδικό
εκκλησάκι που δεν έχουμε όμοιο του στην Κρήτη και το οποίο εγκαταλείφθηκε όταν
οι Ενετοί αποχώρησαν από το νησί μας.
Στην Τουρκοκρατία δεν έχουμε αναφορές για κάποια χρήση του όμως
στη Γερμανική Κατοχή το ισόγειο κτίσμα μετατράπηκε σε αποθήκη πυρομαχικών.
Από μια έκρηξη μάλιστα καταστράφηκε τμήμα του κτιρίου και
του Ιερού της εκκλησίας, τα οποία αποκαταστάθηκαν χρόνια αργότερα.
Δυστυχώς η Αρχαιολογία, λόγω έλλειψης πόρων, δεν αναστύλωσε
όλο το κτίσμα τότε.
Όταν Μητροπολίτης στο Ρέθυμνο ήταν ο μακαριστός Θεόδωρος
έγινε μια προσπάθεια και ο ναός για λίγο, 2-3 χρόνια, επαναλειτούργησε ως
ορθόδοξος τιμώντας την Υπαπαντή του Χριστού, στις 2 Φεβρουαρίου. Ακόμα και σήμερα αν σκαρφαλώσει κάποιος στο εκκλησάκι θα δει να υπάρχουν εικόνες κι άλλα αντικείμενα λατρείας από εκείνη την περίοδο.
Μετά προέκυψαν σοβαρά ζητήματα με τους ιδιοκτήτες της παρακείμενης
έκτασης που άρχισαν να έχουν αξιώσεις και επί του ναού.
Στις 10 Μαρτίου του 1994 το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο Γάλλου,
όπου μέχρι τότε υπάγονταν το εκκλησάκι, αποφάσισε να παραχωρήσει το ισόγειο
κτίριο στο Δήμο Ρεθύμνης ώστε να μετατραπεί σε κοιμητηριακό ναό και να
εξυπηρετεί το γειτονικό νεκροταφείο καταφέρνοντας παράλληλα να αναστυλωθεί
και να διασωθεί.
Έκτοτε, και για τα επόμενα χρόνια, είχαμε αντιδράσεις από τους ιδιοκτήτες της έκτασης. Μια
μέρα, κι ενώ λειτουργούσε στην Υπαπαντή ο π. Γεώργιος, μετέβησαν στο σημείο κι έγινε
μεγάλη φασαρία, που κατέληξε στο αστυνομικό τμήμα με αλληλομηνύσεις.
Η υπόθεση έφθασε στο Δικαστήριο που έκρινε και τα δυο μέρη
αθώα, για όσα είχαν καταμηνυθεί, με την Μητρόπολη Ρεθύμνης τότε (επί μακαριστού
Άνθιμου) να μην παίρνει θέση.
Τα γεγονότα αυτά έγιναν αιτία και το εκκλησάκι εγκαταλείφθηκε στην τύχη του. Η έκταση περιφράχτηκε
από τους ανθρώπους που το θεωρούν ιδιοκτησία τους κι έτσι μαραζώνει αντί να
αξιοποιείται προς όφελος όλων, μια που κάτι τόσο ξεχωριστό θα μπορούσε να
προσελκύσει πολύ κόσμο. Κυρίως όμως πρόκειται για ένα μνημείο που αξίζει να
διασωθεί και να διατηρηθεί και στο μέλλον, όπως συμβαίνει ή θα έπρεπε να
συμβαίνει με όλα τα αξιόλογα μεσαιωνικά κτίσματα της Κρήτης.
Να σημειώσουμε πως στην πλήρη εγκατάλειψη κάθε προσπάθειας
σωτηρίας του μνημείου συνέβαλε και η Αρχαιολογική Υπηρεσία που πριν από χρόνια,
δια του προϊσταμένου της έκρινε πως το εκκλησάκι, κτίστηκε για ιδιωτική
προσευχή.
Μια αναψηλάφηση της υπόθεσης ωστόσο θα είχε ενδιαφέρον, τόσο
από τη Μητρόπολη Ρεθύμνης όσο και από τον οικείο Δήμο, με ζητούμενο να διασωθεί
όλο το κτίσμα.