Η γιορτή της Αγίας Αικατερίνης στον Ενετοκρατούμενο Χάνδακα: Τα ψωμιά, το κρασί και οι λαμπάδες - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2022

Η γιορτή της Αγίας Αικατερίνης στον Ενετοκρατούμενο Χάνδακα: Τα ψωμιά, το κρασί και οι λαμπάδες

 


Μεγάλη γιορτή στον Ενετοκρατούμενο Χάνδακα ήταν αυτή της Αγίας Αικατερίνης.


Γιόρταζαν την Αγία Αικατερίνη των Σιναϊτών, σημερινό Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης, που τότε είχε τουλάχιστον εκατό μοναχούς του τάγματος του Αγίου Βασιλείου, πολλά έσοδα και περιουσίες, εντός και εκτός της πόλης.


Η γιορτή της συγκέντρωνε πλήθος πιστών και είχε ξεχωριστές παραδόσεις, τις οποίες μας μεταφέρει με γλαφυρό τρόπο ο Τζουάνες Παπαδόπουλους, ο οποίος ζούσε στο Χάνδακα και εκδιώχθηκε από τους Οθωμανούς, με την κατάληψη της πόλης, επιστρέφοντας στον τόπο καταγωγής της οικογένειας του, στη Βενετία.


Μοίραζαν λοιπόν τις ημέρες που προηγούνταν της γιορτής σε όλους από ένα ψωμί και κρασί ενώ την ημέρα και την επόμενη της γιορτής έστρωναν πλούσιο τραπέζι όπου ξεχώριζαν τα ψάρια. Ακόμα προσέφεραν στους προσκυνητές λευκά κεριά.


Όπως ο Παπδόπουλος περιγράφει: «Κάθε χρόνο, χάρη στο κληροδότημα μιας αρχόντισσας του ορθόδοξου δόγματος, για οκτώ μέρες πριν από το πανηγύρι της Αγίας Αικατερίνης μοίραζαν συνέχεια ένα μεγάλο ψωμί, παρόμοιο με αυτό που μοιράζεται της Αγίας Βαρβάρας μα όχι τόσο λευκό, σ’ όλες τις ψυχές που παρουσιάζονταν, κάθε φύλου, ακόμα και σε πλασματάκια με φασκιές, μαζί με μισό μπουκάλι καθαρό κρασί.


Και στο διάστημα αυτών των οκτώ ημερών έτρεχαν όχι μόνο οι κάτοικοι της πόλης αλλά και οι χωρικοί από το διαμέρισμα και φρόντιζαν να έχουν αποθήκες ολόκληρες γεμάτες ψωμί και φούρνιζαν συνέχεια μέσα στο μοναστήρι για να φτάσει.


Και ήταν φορές που πήγαιναν γυναίκες να πάρουν αυτό το ψωμί κρατώντας δύο και τρία μωρά στην αγκαλιά και από το χέρι».


Σύμφωνα με τον ίδιο το μοίρασμα ψωμιού και κρασιού ήταν τόσο ευπρόσδεκτό στον κόσμο που «Κάπου κάπου τύλιγαν στις φασκιές ακόμα και γάτες ή σκυλάκια και ξεγελιόταν μέσα στη σύγχυση της διανομής, εκείνοι που έκαναν τη μοιρασιά. Μετά όμως αποκαλύφτηκε το κόλπο και πήραν τα μέτρα τους για να μην τους κοροϊδεύουν».


(Πληροφορίες αντλήθηκαν από την έκδοση "Τζουάνες Παπαδόπουλος-Στον καιρό της σχόλης-Αναμνήσεις από την Κρήτη του 17ου αιώνα", Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης )





Ιδιαίτερη συνήθεια σε αυτή τη γιορτή ήταν και το μοίρασμα λευκών λαμπάδων: «Την ημέρα της γιορτής, ιδίως μετά τον όρθρο, μοίραζαν απλόχερα κερί σε λαμπάδες λευκές, που παράγγελναν από τη Βενετία, γιατί οι άλλες ορθόδοξες εκκλησίες χρησιμοποιούσαν λαμπάδες από κίτρινο παρθένο κερί, που τις έφτιαχναν εκεί, στην πόλη. Έδιναν σ όποιον πήγαινε στον όρθρο ένα κερί κι όπως τ’ άναβαν όλοι, γινόταν η νύχτα μέρα.


Κι αυτά τα κεριά ζύγιζαν  το καθένα μια και δυο ουγγιές και διανέμονταν ανάλογα με την κοινωνική θέση του καθενός, όπως γινόταν σε όλες τις εκκλησίες την ημέρα της εορτής τους στον όρθρο ή καμιά φορά στη λειτουργία.


‘Έστελναν μετά στα μέγαρα των Εκπροσώπων από μια λαμπάδα βάρους μιας λίβρας, επιχρυσωμένη, με την εικόνα της Αγίας Αικατερίνης κι ένα μεγάλο ψωμί από ψιλό λευκό αλεύρι, όπως συνηθίζεται να κάνουν σε τούτη την πόλη, όπως και στο Χάνδακα, στην εορτή της Αγίας Βαρβάρας. Παρόμοια δώρα έκαναν και σε όλους τους επιφανείς πάτρωνες και σε όλους τους επιφανείς αξιωματούχους του Χάνδακα».


Όσο για το φαγητό κατά την ημέρα που γιόρταζε η Αγία Αικατερίνη η περιγραφή του Τζουάνες Παπαδόπουλου δεν αφήνει αμφιβολίες για το ότι ήταν πολύ πλούσιο:


«Την ημέρα της εορτής έκαναν το τραπέζι στους Εκπροσώπους καλούσαν και άλλους ευγενείς, της Αποικίας και Κρητικούς, εκτός από το Γενικό Προβλεπτή.


Για φαγητό είχε ψάρι και κρέας σε πολύ μεγάλη αφθονία, το ένα πιάτο μετά το άλλο κατά τη συνήθεια του Χάνδακα , σ’ ένα μακρύ τραπέζι, ποτέ στρογγυλό.


Και την επομένη έκαναν άλλο ένα γεύμα ή συμπόσιο, χωρίς κρέας όμως γιατί αυτή τη φορά καθόταν στο τραπέζι ο ηγούμενος με τους υπόλοιπους ανώτερους μοναχούς και με όλους τους ευεργέτες της μονής, ευκατάστατους ανθρώπους».


Μουρούνες, παλαμίδες κι άλλα φιλεταρισμένα ψάρια κυριαρχούσαν στα τραπέζια της Αγίας Αικατερίνης:


«Τι αφθονία, τι ποικιλία ψαριών, που συναγωνίζονταν το στουριόνι, ολόφρεσκο από τη θάλασσα ή παστό, δηλαδή μουρούνα, η κοιλιά της όλη λίπος, και άλλα παρόμοια ψάρια καπνιστά, που τα είχαμε από την Κωνσταντινούπολη σε μεγάλη αφθονία και με λίγα έξοδα. Καπνιστά φιλέτα και διάφορα άλλα είδη που τα έφερναν συχνά από την Κωνσταντινούπολη. Τα φρέσκα ψάρια βάρους ως και διακόσιες λίβρες το ένα που τα λέγαμε παλαμίδες, αμέτρητα κόπανα, παρόμοια με τον τόνο αλλά μικρά, με βάρος δυο τρείς ή τέσσερις λίβρες το πολύ, που καμιά φορά ψαρεύοντας τα γέμιζαν με πλήθος βάρκες έτσι που έφταναν κοπάδια κοπάδια στην ακτή της πόλης»

 

 Δείτε επίσης:


Ο ναός της Αγίας Αικατερίνης των Σιναϊτών στην καρδιά του Ηρακλείου και των κατοίκων του

Σελίδες