Στους Παπαγιαννάδες Σητείας, σχεδόν στην άκρη του χωριού και
σε πανοραμικό σημείο του, βρίσκεται η φάμπρικα του Γιάννη Περογιαννάκη.
Πρόκειται για ένα παλιό εργοστάσιο παραγωγής λαδιού που τους
χειμερινούς μήνες, πριν από κάμποσες δεκαετίες, δούλευε πυρετωδώς για να
καλύψει τις ανάγκες της περιοχής που είναι φημισμένη για το ελαιόλαδο της.
Από τη μέρα που έκλεισε, κάπου μέσα στη δεκαετία του 1960,
έμεινε ανέπαφο κι όλα τα μηχανήματα και τα αντικείμενα του τα βλέπουμε όπως τα
άφησαν οι τελευταίοι που τα χρησιμοποίησαν.
Μόνο το πατάρι και η στέγη άλλαξαν, όλη η υπόλοιπη φάμπρικα
παραμένει ατόφια και μας ταξιδεύει σε άλλες εποχές, τότε που ακόμα οι εργάτες
που τη δούλευαν φορούσαν τις κρητικές βράκες.
Η φάμπρικα των Παπαγιαννάδων διέθετε δυο πιεστήρια απ’ όπου,
όπως μας είπε ο κ. Περογιαννάκης, έπεφτε το λάδι στο μιστάτο κι από το
αντλούσαν με ντενέκες. Μάλιστα με ένα παλιό ιταλικό κράνος, απομεινάρι του Β
Παγκοσμίου Πολέμου έπαιρναν την ψίχα της
ελιάς, μετά την έκθλιψη από τους μύλους, και την άπλωναν πάνω στο πανί του
πιεστηρίου.
Ο φαμπρικάρης αρχικά έριχνε στην κοφινίδα τις ελιές κι αυτές
οδηγούνταν στο μύλο με τις 3 βαριές μυλόπετρες που έκαναν όλη τη σκληρή δουλειά
με τη βοήθεια των ζώων. Και γι’ αυτά βέβαια υπήρχε μέριμνα ώστε να ξεκουράζονται
και να τρώνε στο παχνί που είχαν φτιάξει μέσα στη φάμπρικα.
Το εργοστάσιο λειτούργησε συστηματικά από το 1935 μέχρι και
το 1960 από τον παππού του κ. Περογιαννάκη, τον Μανόλη Βουτυράκη, και μετά σειρά
πήρε ο πατέρας του που το κράτησε ανοικτό για λίγο, πριν η τεχνολογία βάλει
ταφόπλακα στις ζωήλατες φάμπρικες.
Τους χειμερινούς μήνες, που γινόταν οι συγκομιδή της ελιάς,
η συγκεκριμένη φάμπρικα παρήγαγε 30.000-40.000 οκάδες λάδι (1 οκά αντιστοιχεί
σε 1.200 γραμμάρια).
Κατά την άλεση του ελαιοκάρπου ο ιδιοκτήτης της φάμπρικας
κρατούσε το 10% του παραγόμενου λαδιού ως αμοιβή και το υπόλοιπο πήγαινε στον
καλλιεργητή.
Για την ιστορία αξίζει ν’ αναφέρουμε και τα ονόματα των
ανθρώπων που εργάστηκαν στην φάμπρικα των Παπαγιαννάδως. Πέρα από τον ιδιοκτήτη
της, ήταν οι: Εμμανουήλ Λεχάκης, Γιάννης Βουτυράκης και Ματθαίος Πασχαλάκης.