Τα έθιμα των Χριστουγέννων έχουν ως βασικό άξονα στην Κρήτη,
και όχι μόνο, τη γονιμότητα.
Για τις γυναίκες της κρητικής υπαίθρου η Παναγία ήταν κυρίως μάνα.
Έχοντας περάσει κι εκείνες τους πόνους της γέννας, κάτω από δύσκολες
υγειονομικά συνθήκες, φρόντιζαν το βράδυ των Χριστουγέννων να σταθούν, έστω μέσω
τελετουργιών και τήρησης συγκεκριμένων παραδόσεων, στο πλευρό της ετοιμόγεννης
Παρθένου.
Μια ωραία περιγραφή μιας ξεχασμένης σήμερα λαϊκής
τελετουργίας είχε γράψει η αείμνηστη Ειρήνη Ταχατάκη και μας μεταφέρει ο Νίκος
Ψιλάκης στο βιβλίο του «Λαϊκές Τελετουργίες στην Κρήτη».
Η τελετουργία αυτή καταγράφηκε σε χωριά της πρώην επαρχίας
Πεδιάδας και φέρεται να διατηρήθηκε ζωντανή μέχρι την περίοδο πριν το Β
Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κατά τον εσπερινό των Χριστουγέννων, λοιπόν, συνήθιζαν να
συγκεντρώνονται σ' ένα σπίτι τρεις γυναίκες με το όνομα Μαρία. Διανυκτέρευαν
κάνοντας μετάνοιες μέχρι τη στιγμή που γεννιόταν ο Χριστός. Μερικές πρακτικές
μαίες είχαν προμηθευτεί από τον Άγιο Τάφο ένα φυτό, που τα φύλλα του μετά την
κοπή του ζάρωναν και γινόταν σαν κουβάρι με τρόπο που κανείς δεν μπορούσε να
ανοίξει χωρίς να γίνουν σκόνη. Αυτό το φυτό το έλεγαν "χέρι της Παναγίας" και οι
μαμές το έβαζαν σε νερό και άρχιζαν τις παρακλήσεις. Με τις πρώτες ωδίνες της Παναγίας,
το φυτό άρχιζε να ανοίγει και να απλώνει ενώ άνοιγε τελείως την ώρα που φέρεται
να γεννιόταν ο Χριστός. Αυτό πίστευαν, τότε, πως μπορούσε να συμβεί μόνο εφόσον
συνοδεύονταν το όλο τελετουργικό από θερμές παρακλήσεις, με επίκληση της
βοήθειας του Θεού.
Αυτό το φυτό, που με το άνοιγμα του έπαιρνε το σχήμα
ανθρώπινης παλάμης, (ενδέχεται να επρόκειτο για το Ρόδο της Ιεριχούς ή Παναγίας) το στέγνωναν μετά ανοικτό σε δυο καθαρές άσπρες πετσέτες και
το φύλαγαν πάλι για κάποια άλλη δύσκολη ώρα τοκετού.
Όταν καλούσαν λοιπόν τη μαμή να πάει να βοηθήσει κάποια
επίτοκο έπαιρνε τα σύνεργα της και ξεκινούσε για το σπίτι της με ευχή προς την
Παναγία. Μαζί της είχε τη Ζώνη της Παναγίας, δηλαδή ένα κορδόνι λειτουργημένο
στη χριστουγεννιάτικη λειτουργία, επίσης το ανοιγμένο θαυματουργό "χέρι της Παναγίας" και την
Αποκάλυψη της Παρθένας.
Στο σπίτι φρόντιζε να δέσει την επίτοκο με τη ζώνη της Παναγίας
και της έκανε εντριβή με κοκκινόλαδο που είχε φτιάξει με σαράντα ειδών βοτάνων και μυρωδικά, μεταξύ αυτών και κουτσουνάδα. Το λάδι αυτό πρώτο έμενε κάτω από τον ήλιο, πράγμα που του έδινε το κατακόκκινο χρώμα και στη συνέχεια το άφηναν να "αστρονομιστεί" δηλαδή να διανυκτερεύσει κάτω από
τα άστρα μια νύχτα του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Όταν ήταν έτοιμο το
χρησιμοποιούσαν στις γέννες και σε άλλες χρήσεις σχετικές με την τεκνογονία.
Στην Κασταμονίτσα η τελετουργία αυτή γινόταν χωρίς το φυτό από τον Άγιο Τάφο. Εκεί φέρεται να χρησιμοποιούσαν ένα βοτάνι που φύτρωνε στις χαραμάδες
των τοίχων και ενδεχομένως να επρόκειτο για το σκορπιδόχορτο. Κι αυτό το
χρησιμοποιούσαν ξερό κι έλεγαν πως όταν άνοιγε εκείνη την ώρα γεννιόταν ο
Χριστός. Διηγούνταν πως άρχιζε να ανοίγει στις 12 τα μεσάνυχτα όταν έπιαναν οι
πόνοι την Παναγία και ολοκληρωνόταν το άνοιγμα του λίγο πριν ξημερώσει την ώρα
που λευτερωνόταν η Παρθένος.
Δείτε επίσης:
Σκορπίδι: Το φάρμακο των Κρητικών για τις πέτρες σε νεφρά και χολή
Ρόδο της Ιεριχούς ή της Παναγίας: Το φυτό που δεν πεθαίνει ποτέ