Δυτικά του κόλπου του Ηρακλείου, πάνω από τον ποταμό Αλμυρό, σε λόφο της περιοχής των Ελληνοπεραμάτων (Λινοπεράματα σήμερα) βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Καστροκεφάλας.
Πρόκειται για ένα οικισμό καταφύγιο, οχυρωμένο με τείχος, που
χρονολογείται γύρω στο 1.200 π. Χ. εποχή που συναντάμε αρκετούς τέτοιους
οικισμούς στην Κρήτη σε σημεία με δύσκολες προσβάσεις.
Η θέα προς τη θάλασσα, το παρακείμενο φαράγγι του Αλμυρού αλλά
και την πόλη του Ηρακλείου από το σημείο εκείνο πραγματικά κόβει την ανάσα και εξηγεί τους λόγους που επελέγη αυτή η θέση για τον οικισμό.
Η ακρόπολη της Καστροκεφάλας έγινε γνωστή με τη μελέτη του
Ε. Πλατάκη, που δημοσιεύθηκε στα Κρητικά Χρονικά του 1970.
Από τότε ήταν ευδιάκριτο το τεράστιο τείχος που περιέκλειε
το προσβάσιμο τμήμα του λόφου αλλά και τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα των κτιρίων, που
παρέμεναν ορατά στην επιφάνεια του εδάφους, παρόλο που το χώμα ήταν λιγοστό.
Ο Στυλιανός Αλεξίου, με τους συνεργάτες του είχε ξεκινήσει
εκεί μια σημαντική ανασκαφή με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα που δυστυχώς διεκόπη αφού συνέπεσε με την επιστράτευση, μετά
από την επίθεση της Τουρκίας στην Κύπρο, και όλοι οι εργάτες έπρεπε να
παρουσιασθούν στον στρατό.
Οι έρευνες συνεχίστηκαν
το 2006 και 2007, όπως επίσης το 2011 και 2012.
Ο οχυρωματικός χαρακτήρας της θέσης είναι προφανής από το τείχος που προστατεύει την προσβάσιμη πλευρά του λόφου.Το σωζόμενο ύψος του κυμαίνεται από 0.30 έως 2 μέτρα και έχει πλάτος 1.50 έως 2 μέτρα. Υπάρχουν δύο προμαχώνες και είσοδος.
Η ολική έκταση της ακρόπολης υπολογίζεται σε 40 στρέμματα και φαίνεται ότι είναι η μεγαλύτερη ακρόπολη των Μυκηναϊκών χρόνων της Κρήτης.Η κεραμική που βρέθηκε χρονολογείται σε μια πρώιμη φάση της ΥΜΙΙΙ Γ με ΥΜ ΙΙΙ Β.
Η παρουσία διακοσμημένων κρατήρων δείχνει ότι η συνήθεια της
τελετουργικής οινοποσίας με τη μείξη οίνου και νερού σε περίτεχνα σκεύη, ίσως
Μυκηναϊκής έμπνευσης, ήταν διαδεδομένη στην ακρόπολη της Καστροκεφάλας.
Η χρήση του μεγάλου Κτιρίου Ι στην κορυφή της ακρόπολης ήταν
κυρίως μαγειρική. Ανακαλύφθηκε σειρά από Μυκηναϊκού τύπου εστίες στρωμένες με
πηλό, πάνω στις οποίες βρέθηκαν μαγειρικά σκεύη.
Tα δωμάτια που ερευνήθηκαν δεν φαίνεται να ανήκουν σε
συνηθισμένες κατοικίες οικογενειών. Την υποψία αυτή ενισχύουν τα ευρήματα του
Δωματίου 1 από το Κτίριο ΙΙΙ, όπου μεταξύ άλλων βρέθηκε ένα ξίφος, μαζί με
μαγειρικά σκεύη.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της Kαστροκεφάλας, που συμβάλλει στη
θεώρηση αυτή, είναι ότι δεν κατέστη εφικτή η επιβεβαίωση, από τις όποιες
ανασκαφές έγιναν, γυναικείας παρουσίας.
Συγκεκριμένα, λείπουν υφαντικά βάρη που είναι κοινά σε άλλες
οχυρές θέσεις, όπως για παράδειγμα στο Καρφί και στο Παλαίκαστρο-Kαστρί.
Οι εστίες και τα μαγειρικά σκεύη στο μεγάλο Κτίριο Ι
υποδηλώνουν ίσως την ύπαρξη συσσιτίων αντίστοιχων εκείνων που γνωρίζουμε από τα
ανδρεία-πρυτανεία των δωρικών Κρητικών πόλεων της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου.
Η παρουσία ενός ξένου στοιχείου που ίσως συμμετείχε στην
οίκηση της ακρόπολης πιθανολογείται από την εύρεση ενός ιταλικού τύπου
ξίφους, σπάνιου αντικειμένου για το Αιγαίο. Το ξίφος αυτό είναι τύπου Naue II
, όπως αναφέρει η αρχαιολόγος Αθανασία Κάντα, και ήταν η πρώτη φορά που ξίφος τέτοιου τύπου
βρέθηκε σε οικιστικό χώρο γενικά.
Αν συνυπολογισθεί και η παρουσία γκρίζας κεραμεικής ιταλικού
τύπου, η οποία είναι αντίστοιχη της γκρίζας κεραμικής που έχει βρεθεί και στα
Χανιά, τότε τα στοιχεία αυτά ενδεχομένως δείχνουν την προέλευση κάποιων
κατοίκων της Καστροκεφάλας.
Αντίστοιχα στοιχεία προσφέρει και η αρχιτεκτονική. Η
αρχιτεκτονική της ακρόπολης, τόσο του τείχους, όσο και των κτιρίων, μαζί με τα
συγκεκριμένα ευρήματα που εντοπίστηκαν, παρέχουν ιστορικές πληροφορίες για
σχέσεις με άλλες περιοχές.
Το μεγάλο Κτίριο Ι, στο υψηλότερο σημείο του λόφου πάνω από απόκρημνο
και απρόσιτο φαράγγι του Αλμυρού, όπου δεν χρειάζεται η παρουσία τείχους,
δημιουργεί διάταξη τύπου casemate.
Πρόκειται δηλαδή για ένα συνεχή εξωτερικό τοίχο ύψους
τουλάχιστον 2-2.10μ., πίσω από τον οποίο σχηματίζονται δωμάτια με μεγαροειδή
διάταξη.
Έτσι από τους γειτονικούς λόφους παρουσιάζεται η εικόνα ενός συνεχούς τείχους ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχει οχυρωματική ανάγκη.Ένα μικρό φυλάκιο ή παρατηρητήριο έξω από τη γραμμή του κτιρίου, στο ΝΔ τμήμα, κυριολεκτικά πάνω από τον γκρεμό, δείχνει καθαρά τον χαρακτήρα του Κτιρίου Ι.
Η αρχιτεκτονική του συγκεκριμένου τύπου έχει μακρά παράδοση
στην Κρήτη και παρουσιάζεται επίσης στην κυρίως Ελλάδα, αλλά και στην Πύλα της Κύπρου
και φαίνεται ότι υποδηλώνει την ύπαρξη Μινωιτών και Μυκηναίων.
Ο υπόσκαφος χαρακτήρας που παρουσιάζεται σε τοίχους της
ακρόπολης συνδέει την Καστροκεφάλα με την ακρόπολη της Πύλας στην Κύπρο.
Η ανασκαφική έρευνα κατέδειξε ότι η ζωή της ακρόπολης ήταν
μικρή. Φαίνεται ότι ιδρύθηκε στα τελευταία χρόνια του 13ου αιώνα, λίγο πριν, ή
γύρω στο 1200 π.Χ.
Η ίδρυση της ίσως συνδέεται με την καταστροφή και εγκατάλειψη του κοντινού παραθαλάσσιου οικισμού της Αγίας Πελαγίας, ίσως από τους ίδιους ανθρώπους.Οι μέχρι τώρα ενδείξεις υποδεικνύουν ότι με τη σειρά της η Καστροκεφάλα καταστράφηκε μάλλον παρά εγκαταλείφθηκε γύρω στο 1170 π.Χ.
Μια ταραγμένη εποχή
Είναι βέβαιο ότι τόσο η ίδρυση όσο και η εγκατάλειψή της ακρόπολης της Καστροκεφάλας συνδέεται με την ασταθή πολιτική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στην ανατολική Μεσόγειο μετά το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα και διήρκεσε και κατά τον 12ο αιώνα.
Τον 13ο αιώνα άρχισε σταδιακά σειρά εγκαταλείψεων και
καταστροφών οικισμών και νεκροταφείων.
Στην κυρίως Ελλάδα καταστρέφονται τα μυκηναϊκά ανάκτορα. Με
τις κινήσεις αυτές συνδέονται οι λεγόμενοι λαοί της θάλασσας, οι οποίοι
επιτέθηκαν εναντίον της Αιγύπτου και είναι γνωστοί από τα Φαραωνικά κείμενα.
Στην περιοχή του Αιγαίου και της νοτιοανατολικής Μεσογείου,
είναι πιθανό ότι ομάδες Μυκηναίων, μαζί με ανθρώπους Ιταλικής προέλευσης
σχημάτισαν ομάδες πειρατών ή εποίκων, οι οποίοι μετά την καταστροφή των
Μυκηναϊκών ανακτόρων, επιβιβάστηκαν στα πλοία και κατευθύνθηκαν σε νησιά του
Αιγαίου, την Κύπρο, αλλά και περιοχές της Συροπαλαιστίνης, που ήταν γνωστές
λόγω των εμπορικών και άλλων σχέσεων τους με τους Μυκηναίους.
Εκεί εγκαθίδρυσαν οχυρωμένους, ή απόκρημνους οικισμούς,
κάποιοι από τους οποίους εγκαταλείφθηκαν ή καταστράφηκαν σε σχετικά σύντομο
χρονικό διάστημα, ενώ άλλοι μετεξελίχθηκαν και συνέχισαν τη ζωή τους και σε
επόμενες φάσεις.
Η εικόνα σήμερα
Σήμερα ο χώρος της ακρόπολης της Καστροκεφάλας βρίσκεται σε
πλήρη εγκατάλειψη. Ανασκαφές δεν πραγματοποιούνται, τα ζώα των κτηνοτρόφων που
βόσκουν στη γύρω περιοχή αλλοιώνουν το τοπίο ενώ η ύπαρξη αρχαιοτήτων στην
περιοχή είναι σχεδόν άγνωστη στους πολλούς.
Μια προσπάθεια που είχε γίνει επί δημαρχίας Κώστα Μαμουλάκη, ώστε
να αναδειχθούν τέτοιοι χώροι στα όρια του Δήμου Μαλεβιζίου δεν απέδωσε καρπούς, κι έτσι η Καστροκεφάλα παραμένει στην αφάνεια.
(Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από τα Κρητικά Χρονικά, ΕΚΙΜ 2014,
και το κείμενο της Αθανασίας Κάντα με τίτλο «Η ακρόπολη της Καστροκεφάλας
Αλμυρού Ηρακλείου»).
Η καστροκεφάλα όπως φαίνεται ανεβαίνοντας από το φαράγγι του Αλμυρού |