Σε δυσπρόσιτο σημείο νοτιοδυτικά της Ασή Γωνιάς Αποκορώνου Χανίων βρίσκεται ο Χαϊνόσπηλιος.
Κάτω από την είσοδο του ανοίγεται γκρεμός που
συνεχίζει σε εξίσου δύσκολο στην πρόσβαση του φαράγγι με κατάληξη τον
οικισμό.
Όπως μαρτυρά και το όνομα του σπηλαίου αποτέλεσε πρώτης τάξεως κρησφύγετο για τους αντάρτες πολεμιστές, τους λεγόμενους Χαΐνηδες που μάχονταν για την εκδίωξη των Οθωμανών από την Κρήτη.
Δεν είναι ένα μεγάλο σπήλαιο αλλά είναι καλά κρυμμένο και στις δυο αίθουσες του
μπορεί να χωρέσει κάμποσους άνδρες.
Στο σπήλαιο αυτό κατά την Επανάσταση του 1866 ενάντια στους Οθωμανούς μεταφέρθηκε η
Επαναστατική Επιτροπή μαζί με το τυπογραφείο της.
Ανάμεσα στα μέλη της Επιτροπής ήταν και δυο άνδρες με
καταγωγή από την Ασή Γωνιά, που ήξεραν καλά τα κατατόπια, ο Εμμανουήλ Γύπαρης ή
Νταλέντζας και ο Γεώργιος Μελάς.
Από το σημείο εκείνο, όπου οι Οθωμανοί δεν μπορούσαν να τους εντοπίσουν, διηύθυναν την Επανάσταση και εξέδιδαν προκηρύξεις
πατριωτικού περιεχομένου, οι οποίες μοιράζονταν σε διάφορα σημεία της Κρήτης.
Όταν φάνηκε, το 1868, ότι η Επανάσταση άρχισε να καταρρέει το τυπογραφείο και η Επιτροπή μεταφέρθηκαν από το Χαϊνόσπηλο στην Αγία Ρουμέλη.
Οι Οθωμανοί αναζητούσαν εναγωνίως τα μέλη της Επιτροπής όμως δεν ήξεραν που είναι το σπήλαιο για να τα βρούν.Τότε, λέγεται, πως κάποιος πρόδωσε τη θέση τους κι έτσι ο εχθρός επιτέθηκε και αιφνιδίασε όσους ήταν στο εσωτερικό του Χαϊνόσπηλιου. Η παράδοση αναφέρει πως έβαλαν φωτιά απ΄έξω ώστε με τους καπνούς να πνιγούν.
Κάποιοι όμως εκμεταλλεύτηκαν το δύσβατο της περιοχής και
κατάφεραν να το σκάσουν. Κρύφτηκαν παρακάτω στο ποτάμι, ή στα δέντρα με τους γιγάντιους
κορμούς και το πυκνό φύλλωμα.
Μόνο δυο μέλη της Επιτροπής, Ρεθεμνιώτες, ο Μπομπολάκης και ο Σκουλούδης αγκαλιάστηκαν και βούτηξαν στο γκρεμό, σαν
άλλοι Σουλιώτες, για να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού.
Μετά τον Χαϊνόσπηλιο ήλθε η σειρά του χωριού, στο οποίο
επιτέθηκαν οι Οθωμανοί. Όμως εκεί οι κάτοικοι μαζί με πατριώτες από γύρω χωριά
κατάφεραν να τους τρέψουν σε φυγή.
Για το σπήλαιο αυτό και τους αντάρτες που το χρησιμοποιήσουν
γράφτηκαν μέχρι και στίχοι:
«Κοντά στον Τίμιο Σταυρό στ’ Ασή Γωνιάς τα μέρη,
βρίσκετ’ o Χαϊνόσπηλιος αρματολών λημέρι.
Ψηλά, μέσα σε φάραγγα, που μόνο αϊτοί φωλιάζουν,
τσ’ Ασή Γωνιάς οι σταυραϊτοί στο σπήλιο λημεριάζουν.
Εκεί που ανυπότακτοι
βρίσκουντ’ Αση – Γωνιώτες,
του ξηνταξ’ η Επιτροπή μαζώνεις’ τσι στρατιώτες.
κι αποφασίζει πόλεμο να στήσει του Σουλτάνο,
στα Χίλια οκτακόσια στο εξηνταέξ’ απάνω.
Ήταν οχτώ οι αρχηγοί που’ λάβαν αποφάσεις
και πρίχου να ξεφανερωθούν, πρίχου ν’ αρχίσει η ρήξις
μείναν όλοι σύμφωνοι πότε v’αρχίσ’ η δράσις.
Αση – Γωνιώτες σκόρπισαν στην Κρήτη προκηρύξεις
κι είπαν να σηκωθούσινε για την Ελευθερία,
v’ αποτινάζουν τη σκλαβιά τη μαύρη τυραννία.
Τυπογραφείο είχανε στο σπήλαιο αυτό στημένο.
Καλαϊτζάκης Στελιανός ήταν αποσταλμένος.
Ο Βιβιλάκης o καλός και μέγας πατριώτης,
πού βγαινε το «Ραβάμανθυ» κ’ ήτανε Ρεθεμιώτης.
Από τσι πρώτους ήτανε στη φάλαγγα γραμμένος,
άξιος και μπορεζούμενος περίσια τιμημένος.
Που στη Γραμπούσας το νησί να πάει στον Ψηλορείτη,
βρεθήκαν άνδρες διαλεχτοί, που βγάνει η μάνα-Κρήτη.
Κι Αση – Γωνιώτες σταυραϊτοί στο σπήλιο εβιγλίζαν
και τη σημαία στήσανε τσ’ εχθρούς εφοβερίζαν.
Μελάδες και Γυπάρηδες, Πέτρηδες, Κυμιωνήδες,
Αντούρηδες και Μπλύμηδες, Μπίκηδες, Μπερβανήδες.
Σπύρηδες, Δραμιλάρηδες, Γλεντζήδες και Κουντούροι,
Μύγιδες και Κοκκίνηδες, Μαντώνηδες, Μπαρμπούνοι.
Πάτεροι και Ψυχούντηδες, Παπαδιανοί ανδρειωμένοι,
στα όπλα σηκωθήκανε ως ήσαν μαθημένοι.
Ασκέρι αναρίθμητο τσ’ είχε πολιορκήσει
κι έγραφε στην Επιτροπή να πα’ να προσκυνήσει!
Μα οι Κρητικοί όντε βαστούν λεύτεροι τα τουφέκια,
δεν προσκυνούν και δε δειλιούν σφαίρες κι αστροπελέκια.
Πάνω στον Κόκκινο γκρεμνό αρχίνηξεν η μάχη
και κει πρωτοχτυπήσανε οι Κρήτες Πολεμάρχοι.
Τουφέκια βροντερόφωνα στου «Πάτερου το Λάκκο»
εδείξασιν πώς πολεμούν γενίες του Πέτρο-Μάρκο.
Για λευτεριά και λυτρωμό τότες τση Κρήτης όλης,
λαβώθη, μα δεν έπεσε, o Γυπαρο-Μανώλης.
Τση μάχης την αταραχή και την ανεμοζάλη,
σπασε τ’ αργυρό σπαθί του Σταυρουλο-Μιχάλη.
Εκεί o Κοκκινο-Στελής σαν το θεργιό παλεύει
με Κυμιωνιδο-Μπλύμηδες «Ελευθεργιά» γυρεύει!
Μαντώνηδες χτυπούν επά, Μπίκηδες από πέρα,
Μελαδο-Δραμιλάρηδες με τα σπαθιά στη Χέρα.
Όσοι κι αν είστε Χριστιανοί εις το «Φτερέ» σταθείτε
για Πίστη και για Λευτεργιά το θάνατο ας βρείτε.
Χτυπάτε εχθρούς αλύπητα ώστε να ξημερώσει,
για να γλιτώσ’ η’ Πιτροπή τη λευτεργιά να δώσει.
Μα τα φυσέκια π’ούχανε ογρήγορα τα σώσαν,
μαχαίρια γοργοκίνητα στη μάχη ετελειώσαν.
Κι ένας με δέκα πολεμά μόνο με το σπαθί του
κι αδέ νικήσει, μπάρε μου, να σώσει την τιμή του!
Οπίσω τραβηχτήκανε στ’Ασή Γωνιάς οι μαδάρες,
οπού δεν φτάνουν κανονιές, οπού δεν σώνουν μπάλες.
Σαν τα θεργιά παλέψανε κι ανοίξανε το δρόμο,
με γιαταγάνια και φωνές σκορπίσανε τον τρόμο.
Αναδακρυώνουν και πονούν και βαρυαναστενάζουν,
και πού θα στήσουν πόλεμο καινούργιο λογαριάζουν!
Σκουλούδης εσκοτώθηκε, o γερο-Ρεθεμιώτης
κι o Μπομπολάκης, διαλεχτός κι άξιος πατριώτης.
O Σταυρουλάκης δυο πληγές επήρεν o καημένος
και o Μανώλης Γύπαρης ευρέθη πληγωμένος.
κι άλλος από την Ασή Γωνιά, Γιώργης o Μελεδάκης,
πούχεν στα πόδια του φτερά σαν το χελιδονάκι.
Δέκ’ άλλοι σκοτωθήκανε τσ’Ασή Γωνιάς τη μάχη,
ως το δηγούνται γέροντες που λάχανπολεμάρχοι.
Γύρω κοιμούνται στη σπηλιά, την αιματοβαμμένη,
μ’ αθάνατοι θα μένουνε και χιλιοδοξασμένοι»
Και κατά τη Γερμανική Κατοχή ο Χαϊνόσπηλιος διαδραμάτισε εξίσου σημαντικό ρόλο.
Οργανώθηκε τότε μια Επιτροπή από Άγγλους και Κρητικούς, υπό τον Ανδρέα Παπαδάκη. Το σπήλαιο ήταν ένα από τα κρησφύγετα της ενώ λέγεται πως σε αυτόν είχαν τοποθετήσει οι Άγγλοι εκρηκτικά.
Σήμερα από το σπήλαιο περνά πεζοπορικό μονοπάτι, με κυκλική διαδρομή, που έχουν ονομάσει ο δρόμος των βοσκών. Αφετηρία και κατάληξη του είναι η Ασή Γωνιά ενώ διέρχεται από ορεινά βραχώδη περάσματα, δάση με πλατάνια, βελανιδιές και ασφεντάμους για να οδηγήσει στο σπήλαιο, τον Κόκκινο Γκρεμνό και το φαράγγι της περιοχής.
(Αντλήθηκαν
πληροφορίες από αφιέρωμα του καθηγητή Γ.Β. Αντουράκη από το περιοδικό Κρητική
Εστία, τεύχος 162)