Η Παλαιοχριστιανική της Γόρτυνας: Η μεγαλύτερη στην Κρήτη και από τις μεγαλύτερες στη χώρα (φωτο) - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2024

Η Παλαιοχριστιανική της Γόρτυνας: Η μεγαλύτερη στην Κρήτη και από τις μεγαλύτερες στη χώρα (φωτο)

 


Σε μικρή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο της Γόρτυνας και λίγο έξω από το χωριό Μητρόπολη, κυριολεκτικά πάνω στο δρόμο, συναντάμε τα ερείπια μιας μεγαλόπρεπης παλαιοχριστιανικής πεντάκλιτης βασιλικής η οποία ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Τίτο.


Πρόκειται για την μεγαλύτερη γνωστή Βασιλική της Παλαιοχριστιανικής περιόδου της Κρήτης και μια από τις μεγαλύτερες του Ελλαδικού χώρου.


Το μεγάλο της μέγεθος, η πολυτέλεια των υλικών κατασκευής, η πλούσια διακόσμηση καταδεικνύουν ότι εδώ ήταν η έδρα μιας πολύ ισχυρής και ακμάζουσας μητρόπολης.


Το κτίσμα ήλθε στο φως κατά τη διάνοιξη τάφρων για την παροχή ύδρευσης και τηλεφωνικής σύνδεσης της Μητρόπολης, το 1978 και 1979.Μετά από απαλλοτρίωση του χώρου  ξεκίνησαν οι ανασκαφές το 1991 από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή με τη συνδρομή της  Δ/σης Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.


Με την κατασκευή της οδικής αρτηρίας πoυ οδηγεί από τη Γόρτυνα προς τη Μητρόπολη και συνεχίζει προς τα νότια, η Βασιλική έχει χωριστεί σε δυο τμήματα, το Πρεσβυτέριο με την εξέχουσα Αψίδα προς ανατολάς και το πεντάκλιτο ορθογώνιο κύριο σώμα του Ναού, με το Νάρθηκα και το Αίθριο προς δυσμάς.


Ο δρόμος αυτός έχει καλύψει το χώρο του Φράγματος του Πρεσβυτερίου και της Θριαμβικής Αψίδας.


Oι δύο γιγάντιοι μονόλιθοι και αρράβδωτοι κίονες, που βρίσκονται πεσμένοι στο κεντρικό κλίτος και δίπλα στη θέση όπου βρισκόταν το Φράγμα του Πρεσβυτερίου, επιβεβαιώνουν την κατασκευή και ύπαρξη Θριαμβικής Αψίδας στη Βασιλική αυτή.


Ιδέα της καλής τέχνης των γλυπτών θωρακίων του Τέμπλου δίδει τμήμα θωρακίου χρησιμοποιημένο ως δομικό υλικό σε μεταγενέστερο τοιχίο στο βόρειο μέρος του Βήματος, καθώς και άλλα θραύσματα.


Από την Αγία Τράπεζα, που στηριζόταν σε κιονίσκους και είναι τοποθετημένη στον ίδιο άξονα με το Σύνθρονο, διατηρείται η κάτω μόνο πλάκα από λευκό μάρμαρο.Υπολείμματα κιόνων σε μικρή απόσταση γύρω από την Αγία Τράπεζα αποτελούν σαφείς ενδείξεις για την κατασκευή Κιβωρίου, που την κάλυπτε.


Το Σύνθρονο, όπου κάθονταν οι κληρικοί κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, διατηρεί σε ικανοποιητικό βαθμό τα βασικά στοιχεία της αρχικής του μορφής. Προσαρμοσμένο στον τοίχο της ημικυλινδρικής κόγχης, έχει ημικυκλικό σχήμα, με κλιμακωτή σειρά εδωλίων.


Είναι του Θεατροειδούς τύπου, γνωστού και από μεγάλες εκκλησίες του 6ου αιώνα της Κωνσταντινούπολης (Αγία Σοφία, Αγία Ειρήνη, Αγία Eυφημία), της σύγχρονης με τα μνημεία αυτά Καταπολιανής της Πάρου, καθώς και από άλλες ελληνικές μεγάλης κλίμακας Bασιλικές.


Δεν σώζονται όμως πλάκες, μαρμάρινες ή πώρινες, που θα κάλυπταν τις βαθμίδες, τα Εδώλια δηλαδή, όπου κάθονταν οι κληρικοί, αλλά ούτε και ο Επισκοπικός Θρόνος που θα ήταν τοποθετημένος στο μέσο της άνω βαθμίδας.


Στο δάπεδο, διατηρούνται στη βόρεια και νότια πλευρά, τμήματα μόνο της επίστρωσης του με πολύχρωμο μαρμαροθέτημα. Είναι διαιρεμένο σε διάχωρα, ορθογώνια και κυκλικά, γεωμετρικής καθαρά υφής, με σύνθετα διακοσμητικά θέματα, που σχηματίζουv μικρά πλακίδια πολυχρώμου μαρμάρου, κυρίως τετραγώνου ή πολυγωvικού σχήματος.


Η αναλογία υπερδιπλάσιου πλάτους του κεντρικού από τα πλάγια κλίτη ακολουθεί τον κανόνα που εφαρμόζεται στις βασιλικές των παραλίων της Μεσογείου, και αποβλέπει στο να προσδώσει μεγαλοπρεπή ευρύτητα στο κεντρικό κλίτος. Λόγω του μεγάλου μεγέθους οι μακρές κιονοστοιχίες περιελάμβαναν  12 κίονες.


Το δάπεδο του κεντρικού κλίτους είναι επιστρωμένο με ψηφιδωτό που σώζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος τoυ, αλλά σε πολύ μέτρια κατάσταση διατήρησης. Αποτελεί τη μεγαλύτερη ως τώρα γνωστή ψηφιδωτή διακόσμηση δαπέδου της Κρήτης.


Μαρμάρινος διάδρομος κατά μήκος του κεντρικού άξονα και άλλος εγκάρσιος, λίγο μεγαλύτερου πλάτους, στο μέσο περίπου του κλίτους, σχηματίζουν στο δάπεδο μαρμάρινο διάδρομο σχήματος σταυρού, στις γωνίες του οποίου είναι κατασκευασμένο το ψηψιδωτό.


Το κεντρικό θέμα του ψηφιδωτού περιβάλλεται από κυκλική συνεχή ταινία, στην οποία αναγράφεται η επιγραφή σε δύο σειρές με μαύρες ψηφίδες και σε μεγαλογράμματη γραφή «ΕΠΙ ΒΕΤΡΑΝΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΤΑΤΟΥ ΚΑΙ MAKAPIOTATOΥ ΗΜΩΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΕΚΑΙΝΙΣΘΗ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΗΣ ΨΗΦΩΣΕΩΣ».


Το λατινογενές όνομα τoυ Βετρανίου, άγνωστο από τις ιστορικές πηγές, αναγράφεται για πρώτη φορά, από την επιγραφή του ψηφιδωτού, στον κατάλογο των Αρχιεπισκόπων Κρήτης.


Η ανακαίνιση του Βετρανίου θα πρέπει να χρονολογηθεί κυρίως μετά την εποχή αρχιερατείας του Θεοδώρου, και, πάντως, πριν από 617 /20, όταν από τα ανασκαφικά δεδομένα διαπιστώνεται ανακατασκευή της Βασιλικής, μετά από καταστροφή που προκάλεσε σεισμός.


Στα πλάγια κλίτη δεν απεκαλύφθησαν ψηφιδωτά, αλλά τα δάπεδα έχουν επιστρωθεί με μεγάλες σχιστολιθικές πλάκες. Εντοπίστηκαν οι στυλοβάτες των κιονοστοιχιών, ακέραιοι, και σε θραύσματα, αρράβδωτοι κίονες και επιθήματα των κιονοστοιχιών που χώριζαν τα κλίτη, διαφόρων χρήσεων αρχιτεκτονικά μέλη, οι δύο πόρτες εισόδου από τη βόρεια πλευρά, καθώς και πολλές παλαιότερες και νεότερες ενδιαφέρουσες ταφές.





Οι ταφές με οπές για χοές


Από τις ταφές αυτές ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει κιβωτιόσχημος τάφος, στη νοτιοδυτική γωνία του κεντρικού κλίτους, με διαβρωμένες καλυπτήριες σχιστολιθικές ορθογώνιες πλάκες.


Κατά την αφαίρεση τμήματος του ψηφιδωτού για συντήρηση από τη θέση αυτή βρέθηκε ο τάφος. Ο άγνωστος από άλλες παλαιοχριστιανικές ανασκαφές της Κρήτης τόπος ταφής με οπή για χοές στην καλυπτήρια πλάκα, διαπιστώνεται για πρώτη φορά στη Βασιλική της Γόρτυνας, όπου έχει αποκαλυφθεί πλήθος ταφών.


Η οπή, που είχε ανοιχθεί σε καλυπτήρια πλάκα, επάνω ακριβώς από την κεφαλή του νεκρού, χρησίμευε για υγρές προσφορές, τις γνωστές από την αρχαία παράδοση χοές.


Πρόκειται για συνέχιση, κατά την Παλαιοχριστιανιχή περίοδο, ειδωλολατρικών λατρευτικού χαρακτήρα πρακτικών, που η χρήση τους επιβεβαιώνει την επιβίωση των σχετικών με τη λατρεία των νεκρών, κυρίως των ηρώων, αρχαίων εθίμων. Τη θέση όμως του αρχαίου ήρωα καταλαμβάνει ο Μάρτυρας της χριστιανικής πίστης.


Και κατά την παλαιοχριστιανική εποχή εξακολούθησε η πεποίθηση επιβίωσης της Ψυχής στο νεκρό σώμα και επομένως η ανάγκη προσφοράς, όπως και στη ζωή, εδεσμάτων, που τοποθετούνταν σε τράπεζες επάνω από τον τάφο, και ποτών, υγρών προσφορών, που χύνονταν από την οπή της επάνω πλάκας.


Παλαιότερη ανασκαφή δυτικά της Βασιλικής αποκάλυψε τετράκογχο παλαιοχριστιανικό κτίσμα, που η χρήση του ως Βαπτιστηρίου επιβεβαιώνεται από την ορθογωνική κολυμβήθρα στο κέντρο, και την οπή εκροής του ύδατος στη νότια στενή πλευρά.


Στη μεγάλη πλατεία που ανοίγεται βόρεια της Βασιλικής διατηρείται το από πάντοτε ορατό κυκλικό κτήριο, Rotonda.


Ο σεισμός που κατέστρεψε την Ιουστινιάνεια Βασιλική και τη Bυζαντινή πόλη της Γόρτυνας, δεν ήταν μεμονωμένο τοπικής σημασίας φυσικό γεγονός, αλλά εντάσσεται στο πλαίσιο ισχυρών σεισμικών δονήσεων που ερείπωσαν πόλεις γύρω από το Αιγαίο, κατά το τέλος της πρώτης δεκαετίας της βασιλείας του Ηρακλείου.

 

Κατά την ανακατασκευή της Βασιλικής, μετά το σεισμό, το ψηφιδωτό καλύφθηκε με μεγάλες πλάκες Προκοννησίου μαρμάρoυ, τοποθετημένες επάνω σε επιχωμάτωση  από θραύσματα κεραμιδιών και τούβλων, ανακαταμένα με χαλίκια και χώμα και συμπιεσμένα, υλικά που προέρχονται από την κατάρρευση.


Οι κίονες που δεν χρησιμοποιήθηκαν στις επισκευές, τοποθετήθηκαν σε σειρά στην εξωτερική πλευρά του νότιου τοίχου.


Στη νέα αυτή οικοδομική φάση του μνημείου και για την επαρκή στατική στήριξη της μεγάλης στέγης, κατασκευάστηκε συμπαγής ισχυρή τοιχοποιῒα, που πιθανόν περιέκλεισε και κίονες, με πλατιά τοξωτά, κατασκευασμένα με τούβλα, ανοίγματα επικοινωνίας με τα πλάγια κλίτη.


Αρχιτεκτονικά μέλη της πρώτης Βασιλικής που σε δεύτερη χρήση τοποθετήθηκαν ως βάσεις στους κίονες των πλαγίων κλιτών, φανερώνουν την προχειρότητα και τη σπουδή της νέας κατασκευής.


Η τελική καταστροφή φαίνεται να προκλήθηκε από μεγάλο σεισμό, όπως διαπιστώνεται στο στρώμα καταστροφής από τον ακαριαίο τρόπο κατάρρευσης, τη θραύση και πτώση των κιόνων και στρώση όλων των άλλων δομικών υλικών στο έδαφος.


Ο Ιωάννης Ζωναράς στην Επιτομή Ιστοριών αναφέρει, κατά την περίοδο της βασιλείας του Κώνστα Β’ (641-668), ισχυρό σεισμό, «κλόνο τῆς γῆς», που προκάλεσε την κατάρρευση πολλών οικοδομημάτωv, «καί πολλά τῶν οικοδομημάτων κατάβαλε».


Ο Θεοφάνης στη Χρονογραφία κάνει λόγο για ισχυρό σεισμό στην Κρήτη κατά τη νύκτα της 7ης Απριλίου του έτους 795.


Ο Ζωναράς δεν αναφέρει περιοχές που ερειπώθηκαν και ούτε ο Θεοφάνης τις επιπτώσεις του σεισμού. Και οι πηγές που αναφέρουν Αραβικές επιδρομές, δεν παραδίδουν μαρτυρίες για το ρόλο τους στην ερείπωση πόλεων.


Λόγω της απουσίας σχετικών ενδείξεων από το στρώμα της τελικής καταστροφής, είναι προβληματική η χρονολογική ένταξη της τελικής κατάρρευσης της Βασιλικής.


Είναι εύλογο να ενταχθεί στην περίοδο καταστροφής ολόκληρης της πόλης της Γόρτυνας, που έδωσε τέλος στη ζωή της ως οργανωμένου διοικητικού κέντρου και οικιστικού συνόλου.


Μετά την τελική καταστροφή και της Βασιλικής, αναπτύχθηκαν οικιστικοί πυρήνες σε πολλά σημεία των ερειπίων της, όπως και σε άλλες θέσεις στην πόλη της Γόρτυνας.


Την ανάμνηση της περίλαμπρης αυτής Μητρόπολης, αφιερωμένης στον πρώτο Επίσκοπο Κρήτης Απόστολο Τίτο, διέσωσε η παράδοση στην ονοματοθεσία της παρακείμενης παλαιάς κοινότητας, που και σήμερα εξακολουθεί να λέγεται Μητρόπολη.

 

(Πηγή: Μανόλης Μπορμπουδάκης, «CRETA ROMANA E PROTOBIZANTINA, ATTI DEL CONGRESSO INTRENAZIONALE (Iraklion 23-30 settembre 2000) VOLUME II»












Σελίδες