Οι πηγές προέλευσης φυσικών χρωμάτων είναι ανεξάντλητες σε αριθμό. Σχεδόν ότι διαθέτει χρώμα από τη φύση του μπορεί με την κατάλληλη επεξεργασία να μας δώσει χρώμα για άλλες χρήσεις.
Λουλούδια, ρίζες, φύλλα, φλοιοί, ξύλα, κοχύλια και καρποί, χρησιμοποιήθηκαν
από αρχαιοτάτων χρόνων για την παραγωγή βαφών.
Τα κοράλια, τα φύκια, τα φυτά και τα λουλούδια, το χώμα, το κοβάλτιο, προσέφεραν
άφθονο υλικό για την παρασκευή χρωμάτων που χρησιμοποιούνταν σε νήματα για
ύφανση αλλά και στη ζωγραφική, πάνω σε αγγεία κι άλλα αντικείμενα.
Ο κρόκος, η πορφύρα, το ερυθρόδανο και το ινδικό θεωρούνται μάλιστα
τα αρχαιότερα βαφικά υλικά που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος.
Η χρήση του κρόκου και ειδικά των στιγμάτων του άνθους, ως άρωμα, φαρμακευτικό και κίτρινο βαφικό υλικό μαρτυρείται στην τέχνη της αρχαιότητας, καθώς και σε γραπτά κείμενα Γραμμικής Β. Είναι δεδομένο πως υπήρξε βασικό ζωγραφικό στοιχείο σε τοιχογραφίες και αγγεία.
Στην Aνατολή χρήση φυσικών βαφών καταγράφεται τουλάχιστον
πριν από 4.000 χρόνια.
Και σε επίπεδο Ελλάδας καταγράφονται τέτοιες χρήσεις από τους
προϊστορικούς χρόνους.
Οι Ρωμαίοι και το 1500 π.Χ. οι Φοίνικες της Τύρου γνώριζαν ότι ο αδένας ενός όστρακου, της πορφύρας, όταν εκτεθεί στον αέρα γίνεται κίτρινος, έπειτα παίρνει ζωηρό κυανό χρώμα και μετά λαμπερό κόκκινο. Η πορφύρα της Τύρου έγινε το σύμβολο των βασιλικών χρωμάτων.
Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα όλες οι βαφές των υφασμάτων και των νημάτων ήταν φυτικές.Μετά έκαναν την εμφάνιση τους οι συνθετικές.
Το μαλλί, το βαμβάκι το λινό στην αρχική μορφή τους δεν
έχουν χρώμα, είναι υπόλευκα. Ο άνθρωπος όμως, μόλις άρχισε όχι απλώς να
επιβιώνει πάνω στη γη αλλά να δημιουργεί με τα χέρια του ένιωσε την ανάγκη να έχει
γύρω του χρώμα, σαν αυτό που απλόχερα έβλεπε στη φύση.
Έτσι με πειραματισμό μπόρεσε να δημιουργήσει αρκετά χρώματα,
που όσο περνούσαν οι αιώνες πολλαπλασιάζονταν.
Την ευκαιρία να δει κανείς μια τεράστια γκάμα αποχρώσεων
φυτικών βαφών, έχει όποιος επισκεφθεί το Μουσείο Σπάνιων και Ενδημικών Φυτών "Ροδάνθη" στην Κριτσά Λασιθίου.
Εκεί ο εμπνευστής και δημιουργός του Μουσείου, Γιώργος Αφορδακός, σε μια από τις
αίθουσες του έχει συγκεντρώσει νήματα με πλειάδα αποχρώσεων που μας προσφέρουν
φυτά και είδη της θάλασσας.
Χρώματα που δίνει η ξινίδα, το ριζάρι, η φράουλα, το σπάρτο,
η μπουρνελιά, ο πλάτανος, η μαντζουράνα, η ρίγανη, το χαμομήλι, η ακονιζά, η αμυγδαλιά,
η δαμασκηνιά, τα φύκια, τα κρεμμυδόφυλλα, η μαντιλίδα το ρόδι, η άγρια ρίγανη,
το αμπέλι, η καρυδιά κι ένα σωρό άλλα φυτά, παρουσιάζονται πάνω σε νήματα και
αποχρώσεις που δύσκολα πιστεύεις πως προκύπτουν από αυτά τα είδη.
Στην ίδια αίθουσα παλιά υφαντά και κεντητά φτιαγμένα με νήματα όπου είχαν χρησιμοποιηθεί φυτικές βαφές. Μια πανδαισία χρωμάτων που σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη και σε κάνει να σκέφτεσαι πόσο ευρηματικές, δημιουργικές και ξεχωριστές ήταν οι προηγούμενες γενιές Κρητικών.