Μια σπάνια ιδιόχειρη επιστολή του σπουδαίου ζωγράφου, λογοτέχνη και αγιογράφου Φώτη Κόντογλου φιλοξενεί το κειμηλιαρχείο στις Μέλαμπες Αγίου Βασιλείου στο Ρέθυμνο.
Το χωριό αυτό, με τη σημαντική εκκλησιαστική παράδοση,
ευτύχισε το 1957 να παραλάβει από τον Φώτη Κόντογλου σειρά εικόνων που
φιλοτέχνησε κατά παραγγελία για να κοσμήσουν το ναό των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων
που κατάγονται από τη συγκεκριμένη περιοχή.
Στην επιστολή, που έχει τοποθετηθεί σε ειδική προθήκη, ο
Φώτης Κόντογλου ζητά πληροφορίες για το που θα αποστείλει τις εικόνες του
Χριστού, της Παναγίας , του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, των Τεσσάρων Μαρτύρων,
του Αγίου Αντωνίου, του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αγίου Χαραλάμπου και της Αγίας Παρασκευής, τις οποίες είχε
ετοιμάσει και βρίσκονταν στο μικρό εργαστήριο του όπου χώρος δεν περίσσευε.
Στην ίδια επιστολή δίνει ακριβείς οδηγίες για το που και πως
θα τοποθετηθούν, αφότου παραληφθούν, δίνοντας σημασία μέχρι και στην τελευταία
λεπτομέρεια, στο πόσο θα απέχει το τζάμι που θα μπει πάνω από την κάθε εικόνα
ώστε να μην υπάρξει φθορά των μορφών που αναπαριστούν.
Λίγο πριν κλείσει την επιστολή του, με ημερομηνία 20
Ιανουαρίου 1957, ο Φώτης Κόντογλου γράφει στον παραλήπτη της: «Εύχομαι, κ.
Περάκη, να έχετε συμπαραστάτας εις το ευσεβές έργο σας τους αγίους Τέσσερας
Μάρτυρας οι οποίοι έχυσαν το αίμα των δια την αγίαν θρησκείαν μας, και να σας αξιώνουν,
αυτοί οι πάντες οι άγιοι να επιτελείτε έργα θεοσεβείας. Οι εικόνες έγιναν με
πόθον και ευλάβειαν, σοβαρά έργα της γεραράς παντίμου βυζαντινής αγιογραφίας μας, των οποίων
ετίμησαν με τα εξαίσια έργα των πολλοί αθάνατοι Κρήτες αγιογράφοι , Θεοφάνης,
Αντώνιος, Τζώρτζης, εν αγίων όρει Τζάνες, Δαμασκηνός, Λαμπάρδος, Βίτωρ, Πεδιώται και
πλήθος άλλων τεχνιτών ων η μνεία έσται αιωνία»
Ποιος ήταν ο Φώτης Κόντογλου
Ο Φώτης Κόντογλου καταγόταν από τη Μικρά Ασία και θεωρείται από τις επίλεκτες καλλιτεχνικές μορφές της γενιάς του '30.
Μαθητές του υπήρξαν οι διακεκριμένοι ζωγράφοι Σπύρος
Βασιλείου, Γιάννης Τσαρούχης και Νίκος Εγγονόπουλος.
Γεννήθηκε στο Αϊβαλί (τις αρχαίες Κυδωνίες) στις 8 Νοεμβρίου
1895 και ήταν γιος του Νικολάου Αποστολέλλη και της Δέσποινας Κόντογλου.
Νήπιο ακόμη έχασε τον πατέρα του και ανατράφηκε από τη
μητέρα του και τον θείο του ιερομόναχο Στέφανο Κόντογλου. Αυτός ήταν και ο
λόγος που όταν μεγάλωσε υιοθέτησε το οικογενειακό επίθετο της μητέρας του.
Το συγγραφικό και εικαστικό του τάλαντο άνθισε νωρίς. Όντας
μαθητής Γυμνασίου, εξέδιδε το περιοδικό «Μέλισσα» με κείμενα δικά του και των
συμμαθητών του, τα οποία εικονογραφούσε ο ίδιος.
Φοίτησε στο γυμνάσιο των Κυδωνιών ενώ το 1913 γράφτηκε στην
τρίτη τάξη της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας. Δύο χρόνια όμως αργότερα διέκοψε
τις σπουδές του και αφού ταξίδεψε σε διάφορες χώρες, εγκαταστάθηκε έως το 1919
στο Παρίσι, όπου και έγραψε το βιβλίο του «Pedro Cazas».
Επέστρεψε στην πατρίδα του και δίδαξε γαλλική γλώσσα και
καλλιτεχνικά μαθήματα στο γυμνάσιο. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή κατέφυγε ως
πρόσφυγας στη Μυτιλήνη και στη συνέχεια στην Αθήνα και εργάστηκε για το «Εγκυκλοπαιδικόν
Λεξικόν» Ελευθερουδάκη.
Το 1923 ταξίδεψε στο Άγιο Όρος και ήλθε σε επαφή με τη
βυζαντινή ζωγραφική.
Εργάστηκε ως συντηρητής στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας
(1930), στο Κοπτικό Μουσείο του Καΐρου (1933) και στο Μουσείο της Κέρκυρας
(1934 – 1935), ενώ από το 1936 δούλεψε για τη συντήρηση και τον καθαρισμό των
τοιχογραφιών της Περίβλεπτου στο Μυστρά.
Το 1932, με βοηθούς το Γιάννη Τσαρούχη και το Νίκο
Εγγονόπουλο, ζωγράφισε με την τεχνική της νωπογραφίας τις τοιχογραφίες του
σπιτιού του, που σήμερα βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, και το 1933 πήρε το
δίπλωμά του από τη Σχολή Καλών Τεχνών.
Συμμετείχε σε Πανελλήνιες Καλλιτεχνικές Εκθέσεις, στην
Μπιενάλε της Βενετίας του 1934 και στη Β΄ Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας (1957).
Στα 1937-1939 φιλοτέχνησε κατά τη βυζαντινή τεχνοτροπία τις
τοιχογραφίες του Δημαρχείου της Αθήνας.
Το 1960 τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το
δίτομο βιβλίο του «Έκφρασις, ήγουν ιστόρησις της παντίμου ορθοδόξου αγιογραφίας»,
που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αστήρ, καθώς και με τον Ταξιάρχη του Φοίνικος,
ενώ το 1965 έλαβε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών.
Αγιογράφησε πολλές εκκλησίες, μεταξύ των οποίων και την
Καπνικαρέα στην Αθήνα (1942-1953), ιστόρησε μεγάλο αριθμό φορητών εικόνων, ενώ
ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση και τη συγγραφή βιβλίων.
Έχοντας ως γνώμονα των καλλιτεχνικών του αναζητήσεων τη
βυζαντινή και τη λαϊκή ζωγραφική, αλλά και μελετώντας δημιουργίες παλαιότερων
περιόδων, όπως τα πορτρέτα του Φαγιούμ, αναδείχτηκε με το έργο του σε βασικό
υποστηρικτή του αιτήματος της αυθεντικότητας της ελληνικής έκφρασης, ενώ
καθοριστική κρίνεται η συμβολή του στη διαμόρφωση της νεότερης εκκλησιαστικής
ζωγραφικής.
Δείτε επίσης
Το Κειμηλιαρχείο της Ενορίας Μελάμπων με τα σπάνια και ενδιαφέροντα εκθέματα (Φωτο)
Έργα του Φώτη Κόντογλου |