Οι Μαργαρίτες Μυλοποτάμου στο Ρέθυμνο αποτελούν ένα σημαντικό αγγειοπλαστικό κέντρο αντίστοιχο με αυτό του Θραψανού στην πρώην επαρχία Πεδιάδας στο Ηράκλειο.
Η αγγειοπλαστική τέχνη στις Μαργαρίτες σε οργανωμένο επίπεδο ξεκινά τουλάχιστον από το 1600, όπως μας
πληροφορούν η εμπίεστη διακόσμηση και οι επιγραφές των διασωθέντων αγγείων.
Και μπορεί παλιότερα τα αντικείμενα που παρήγαγαν οι Μαργαριτσανοί
αγγειοπλάστες να ήταν κυρίως χρηστικά ωστόσο σήμερα οι όροι, λόγω τουρισμού, έχουν αλλάξει και η παραγωγή στρέφεται κυρίως σε αντικείμενα που έχουν ζήτηση
μεταξύ των πολλών επισκεπτών του οικισμού.
Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα λειτούργησαν στις Μαργαρίτες
πενήντα περίπου αγγειοπλαστεία, τα οποία απασχολούσαν το ένα τρίτο των
οικογενειών του χωριού. Πρόκειται για μια τέχνη που διαχρονικά μεταφέρεται από
γενιά σε γενιά ως τις μέρες μας και απασχολεί σχεδόν όλα τα μέλη της κάθε
οικογένειας που διατηρεί εργαστήριο.
Δυστυχώς μετά από την περίοδο 1950-1965 αυτά τα εργαστήρια άρχισαν
να μειώνονται εξαιτίας της εμφάνισης των φτηνών και άθραυστων αλουμινένιων και
πλαστικών σκευών.
Η δεύτερη αγγειοπλαστική περίοδος των Μαργαριτών αρχίζει τη
δεκαετία του 1970, τότε που οι περισσότεροι αγγειοπλάστες εγκαταλείπουν την
εργασία τους απομένοντας ελάχιστοι που προσπάθησαν να κρατήσουν αναλλοίωτη την
αγγειοπλαστική παράδοση του τόπου.
Η κομβική αλλαγή της παραδοσιακής μαργαριτσανής κεραμικής
επήλθε με την εισβολή και άμετρη χρήση των μπλε υαλωμάτων.
Σήμερα τα περισσότερα εργαστήρια που λειτουργούν στις Μαργαρίτες κατασκευάζουν τυπολογικά όμοια αγγεία με μπλε
εφυάλωση, με αποτέλεσμα οι Μαργαρίτες να έχουν μετατραπεί σε κέντρο παραγωγής τουριστικών κεραμικών, τα οποία βλέπουμε να πωλούνται στον κεντρικό
δρόμο του οικισμού.
Ελάχιστα είναι τα παραδοσιακά εργαστήρια που έχουν απομείνει
στις Μαργαρίτες και κατασκευάζουν μεγάλα αποθηκευτικά αγγεία, που προορίζονται
είτε για εξαγωγή είτε για την ντόπια αγορά, καθώς και μεσαία και μικρά σκεύη όλων των τύπων.
Τα πιθάρια
Ανάμεσα στα αντικείμενα που παλιότερα βλέπαμε σε μεγάλη παραγωγή στις Μαργαρίτες ήταν και τα πιθάρια η κατασκευή των οποίων γινόταν
σε τροχί που ήταν ίδιο με αυτό που χρησιμοποιούσαν και οι
Θραψανιώτες.
Οι Μαργαριτσανοί πιθαράδες ακολουθούσαν ωστόσο μια διαφορετική
διαδικασία για την προετοιμασία του πηλού.
Το πιθαρόχωμα τους αναμειγνυόταν με νερό και γινόταν μια υδαρής λάσπης, ο «σουρμές».Στη συνέχεια κατά το ζύμωμα του πηλού η «λεπίδα» (υλικό με ευρεία χρήση στην Κρήτη) ανακατευόταν στεγνή με το «σουρμέ» και το υλικό που προέκυπτε έμενε σκεπασμένο να σιτέψει μέχρι την επόμενη μέρα που θα χρησιμοποιούνταν.
Οι αγγειοπλάστες στις Μαργαρίτες αφηγούνταν βέβαια ότι η διαδικασία αυτή
υιοθετήθηκε μέσα στον 20ο αιώνα και ότι παλαιότερα ετοίμαζαν τον πηλό όπως οι
Θραψανιώτες.
Στην κατασκευή των πιθαριών οι κινήσεις ως επί το πλείστον ήταν ίδιες με αυτές που ακολουθούσαν οι συνάδελφοι τους στα θραψανιώτικα εργαστήρια.Ωστόσο ο μάστορας στις Μαργαρίτες διαμόρφωνε εξ αρχής την καμπυλότητα της κάθε στομωσιάς παραλείποντας την κίνηση «σογξύλιασμα».Επίσης ο ζωναροπηλός τοποθετούνταν πάνω στο σώμα του αγγείου και κολλιούνταν σε αυτό με τον λυγισμένο δείκτη του μάστορά και με τη χρήση γλυφίδας.
Οι κλίβανοι που χρησιμοποιούνταν στις Μαργαρίτες ήταν
κυλινδρικοί, ανοδικής πυράς, όμοιοι με τα καμίνια των Θραψανιωτών
αγγειοπλαστών.
Η βασική διαφορά ανάμεσα στα δύο αυτά αγγειοπλαστικά κέντρα της
Κρήτης έγκειται στην οργάνωση των
αγγειοπλαστών.
Οι «μάστορες» στις Μαργαρίτες διαχωρίζονταν σε «πιθαράδες»,
όσους κατασκεύαζαν πιθάρια, και σε «λαηνάδες», όσους κατασκεύαζαν μικρότερα
αγγεία στον ποδοκίνητο τροχό.
Οι πρώτοι οργανώνονταν σε ομάδες με περισσότερους του ενός βοηθούς,
ενώ οι δεύτεροι είχαν ένα βοηθό, τον «πουργό».
Η εργασία των αγγειοπλαστών ήταν καλοκαιρινή και διαρκούσε
από τον Μάιο έως το Σεπτέμβριο.
Οι Μαργαριτσανοί αγγειοπλάστες, «λαηνάδες» και «πιθαράδες»,
μετακινούνταν από το χωριό τους προς άλλα χωριά, κυρίως ορεινά.
(Πηγές: «Η παραγωγή κεραμικών χωρίς εφυάλωση στην Κρήτη από
τον 16ο έως και τον 19ο αιώνα» Μαρία-Θαλασσινή Μπράτσου και «Τα εργαστήρια
σύγχρονης κεραμικής στις Μαργαρίτες Μυλοποτάμου και η λαϊκή παράδοση» Δήμος
Μυλποτάμου)