Το Υστερομινωικό νεκροταφείο στους Αρμένους-Το μεγαλύτερο συγκρότημα λαξευτών τάφων στην Κρήτη - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

Το Υστερομινωικό νεκροταφείο στους Αρμένους-Το μεγαλύτερο συγκρότημα λαξευτών τάφων στην Κρήτη

 


Στους πρόποδες του Βρύσινα και σε απόσταση περίπου 11 χιλιομέτρων από το Ρέθυμνο βρίσκεται το Υστερομινωικό Νεκροταφείο των Αρμένων (13ος-12ος αιώνας π.Χ.).


Μέσα σε ένα όμορφο δάσος με ήμερες βελανιδιές οι Μινωίτες δημιούργησαν το μεγαλύτερο νεκροταφείο με λαξευτούς θαλαμωτούς τάφους εκείνης της περιόδου στην Κρήτη.


Το 1969 δύο μαθητές από το κοντινό χωριό του Σωματά βρήκαν και παρέδωσαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου, δύο αγγεία προερχόμενα από τη Θέση Πρινοκέφαλο της Κοινότητας Αρμένων.


Έτσι ξεκίνησε η έρευνα στην περιοχή από την Ελληνική Αρχαιολογική Εταιρεία υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Γ. Τζεδάκη, που έφερε στο φως το εντυπωσιακό και εκτεταμένο νεκροταφείο.


Οι συστηματικές ανασκαφές στη νεκρόπολη των Αρμένων ξεκίνησαν το 1969 και αποκάλυψαν 233 τάφους οργανωμένους σε τρείς συστάδες, με την είσοδο τους στα ανατολικά.


Όλοι οι τάφοι είναι υπόγειοι, λαξευμένοι σε μαλακό ασβεστόλιθο με τη χρήση χάλκινων εργαλείων, διαθέτουν σκαλιά που μέσα από ένα διάδρομο οδηγούν στο θάλαμο ταφής.


Η είσοδος του θαλάμου ήταν συνήθως κλεισμένη με λίθινη πλάκα, ή με φράγμα λίθων. Σε έντεκα τουλάχιστον τάφους είχαν τοποθετηθεί επιτύμβιες στήλες. Σε λίγους τάφους εντοπίστηκαν επιπλέον κατασκευές, όπως θρανία, κίονας κ.α


Τους νεκρούς τους τοποθετούσαν είτε απευθείας πάνω στο δάπεδο του τάφου είτε μέσα σε πήλινες λάρνακες, κάποιες εκ των οποίων εντοπίστηκαν κατά τις ανασκαφές.


Αρχικά υπήρχε ένα σχέδιο για το νεκροταφείο, το οποίο περιλάμβανε ξεχωριστές περιοχές προορισμένες για τους πλούσιους και άλλες για τους φτωχούς. Το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε κατά τη διάρκεια της Υστερομινωικής ΙΙΙ Β περιόδου (περ. 1340-1190 π.Χ.), με αποτέλεσμα να γίνονται ταφές πλουσίων και φτωχών στα ίδια σημεία αλλά σε διαφορετικούς τάφους, μάλλον επειδή υπήρχε έλλειψη χώρου.


Οι πλουσιότεροι τάφοι διέθεταν επιτύμβιες πλάκες κι άλλα κτερίσματα και γι αυτό το λόγο αποτέλεσαν και στόχο για τους τυμβωρύχους μετά την εγκατάλειψη του νεκροταφείου.


Παρόλη τη λεηλασία του χώρου, που ευτυχώς δεν ήταν μεγάλης έκτασης, βρέθηκαν 32 πήλινες λάρνακες, 800 αγγεία προερχόμενα από εργαστήρια της Κυδωνίας, των Αρμένων και λιγότερα από την Κνωσό, το Παλαίκαστρο και την Αργολίδα. Επίσης βρέθηκαν χάλκινα όπλα και σκεύη, κοσμήματα, 160 σφραγιδόλιθοι και περιδέραια, τα οποία παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την τέχνη, τη θρησκεία και την κοινωνική οργάνωση της εποχής.


Ανάμεσα στα ευρήματα ξεχωρίζει ένα οδοντόφρακτο κράνος μυκηναϊκού τύπου, ένα καλάθι από φοίνικα διακοσμημένο με μικρές ορειχάλκινες περόνες και ένας ψευδόστομος αμφορέας με επιγραφή σε Γραμμική Β΄ γραφή, στο όνομα "wi-na-jo".


Σε ορισμένες περιοχές του νεκροταφείου βρέθηκαν αποθέτες γεμάτοι με κύλικες, κύπελλα και μαγειρικά αγγεία, όλα σε θραύσματα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με παρόμοια ευρήματα σε δρόμους, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι επί τόπου λάμβαναν χώρα ειδικές τελετές που περιλάμβαναν κατανάλωση τροφής και ποτού στο πλαίσιο του ταφικού τελετουργικού.


Ένα νεκροταφείο του μεγέθους και της σημασίας αυτού των Αρμένων πρέπει να ανήκε σε μεγάλη κοινότητα. Συστηματική έρευνα στην περιοχή, με στόχο τον εντοπισμό του οικισμού, οδήγησε τον ανασκαφέα του χώρου κ. Γ. Τζεδάκη στο συμπέρασμα ότι ο οικισμός των Αρμένων είχε πιθανόν χαρακτήρα βιοτεχνικό και ιδρύθηκε την εποχή που το εμπόριο του χαλκού με την Κύπρο έγινε προβληματικό, καθώς σε απόσταση περίπου 4 χιλιομέτρων νότια του νεκροταφείου εντοπίστηκε μεταλλείο χαλκού.


Για τη σήμανση των τάφων χρησιμοποιούνταν ακατέργαστες πέτρες και πυραμοειδείς ή πλακοειδείς στήλες. Οι τάφοι ήταν οικογενειακοί και γινόταν σε αυτούς διαδοχικές ταφές. Όταν έπρεπε να ταφεί νέος νεκρός παραμέριζαν τα οστά του προηγούμενου σε μια άκρη του θαλάμου.


Βάση σκελετικών ευρημάτων που ανήκουν τουλάχιστον σε 1000 άτομα η παιδική θνησιμότητα ήταν αυξημένη ενώ ο μέσος όρος ζωής κυμαινόταν από 28 και 31 ετών για τους άνδρες και 20-25 ετών για τις γυναίκες.  

 

(Αντλήθηκαν πληροφορίες από ΚΕ΄ Εφορεία προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων και Υπουργείο Πολιτισμού)















Σελίδες